07-07-2024
Αγαπητοί μου Αγιοχαραλαμπίτες χαίρετε.
Έχουμε εισέλθει πλέον στην καρδιά του καλοκαιριού και οι ανάγκη μίας διαφορετικής καθημερινότητας μας οδηγεί σε μετακινήσεις, προς αναζήτηση ξεκούρασης προκειμένου να ενισχύσουμε τους ταμιευτήρες της ενέργειάς μας. Ο ίδιος ο Θεός μετά τη συμπλήρωση της Δημιουργίας «κατέπαυσε από των έργων Αυτού».
Είναι ευλογία να έχουμε χρόνο για αξιοποίηση, κατά τις διακοπές μας, με ωφέλιμο και ψυχαγωγικό τρόπο ικανό να μας ξεκουράζει και να μας επιβεβαιώνει τους τρόπους της πραγματικής ανάπαυσης και χαράς.
Σας εύχομαι καλό καλοκαίρι με πολλές χαρούμενες και ευλογημένες στιγμές.
π. Αθανάσιος
23-06-2024
Κυριακή της Πεντηκοστής
«Τη μιά των Σαββάτων….ήλθεν ο Ιησούς …..και λέγει αυτοίς· ειρήνη
υμίν….καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς». Τώρα αρχίζει το οριστικό
έργο του Παρακλήτου. Έρχεται ο Παράκλητος , το Άγιο Πνεύμα για να καταστήσει
τους μαθητάς αποστόλους, μάρτυρας της αληθινής πίστεως.
Πώς όμως παρουσιάστηκε το Πνεύμα το Άγιον; Το λέγει σαφώς ο
ευαγγελιστής Ιωάννης: «καθώς απέσταλκέ με ο πατήρ, καγώ πέμπω υμάς….και
….ενεφύσησε και λέγει αυτοίς· λάβετε Πνεύμα Άγιον· αν τινων αφήτε τας αμαρτίας,
αφίενται αυτοίς». Το Άγιον Πνεύμα εμφανίσθηκε με εμφύσημα· ο Κύριος
ενεφύσησε και είπε, «λάβετε Πνεύμα Άγιον». Έτσι εγκαθιδρύεται ο θεσμός των
αποστόλων, των επισκόπων, των ιερέων και γενικώς της Εκκλησίας.
Εν συνεχεία, την Πεντηκοστή το Άγιον Πνεύμα αποκαλύπτεται πλήρως και
εμφανίζεται εντελώς διαφορετικά. Ενώ προηγουμένως ο Χριστός ενεφύσησε σε
όλους μαζί, τώρα «ώφθησαν διαμεριζόμεναι γλώσσαι ωσεί πυρός, εκάθισέ τε εφ’
ένα έκαστον αυτών και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος αγίου». Εδώ έχουμε την
καθαρότερη απόδειξη της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Οι μαθηταί είδαν
πραγματικά αυτές τις γλώσσες «ωσεί πυρός», που έμοιαζαν με φωτιά και έκρυβαν
τον Παράκλητο. ΟΙ «γλώσσες» όμως δεν ήταν για όλο τον κόσμο, αλλά για όσους
περίμεναν στο υπερώο. Αυτοί έλαβαν το Άγιο Πνεύμα και από την ώρα εκείνη
«επλήσθησαν Πνεύματος αγίου». Εδώ έχομε την προσωπική δωρεά, την δωρεά
στον κάθε άνθρωπο, που είναι το βασικότερο.
Κατά την Πεντηκοστή, δεν έχομε μόνον τους αποστόλους, αλλά και τους τρεις
χιλιάδες που βαπτίσθηκαν, δηλαδή έχομε την Εκκλησία, η οποία είναι μία
θεανθρώπινη πραγματικότης του Χριστού παρούσα στα μέλη της. Εφ’ όσον και
εμείς πληρούμεθα από την έμπνευση που έδωσε με τις γλώσσες το Άγιον Πνεύμα,
είμαστε μία Εκκλησία, ένα σώμα, και ο Χριστός, ο «πρωτότοκος εν πολλοίς
αδελφοίς», είναι παρών εν τοις μέλεσιν ημών. Ο Θεός ο σαρκοφόρος μας εμπνέει
και εμείς γινόμεθα δι’ αυτού άνθρωποι πνευματοφόροι.
Ο σκοπός λοιπόν της θείας οικονομίας ήταν να έλθει η μία ανθρωπότης
ενωμένη τω Πνεύματι τω Αγίω, η μία Εκκλησία, στην οποία ο καθένας μας είμαστε
ολόκληρος ο Χριστός, αφού ούτε εγώ τεμαχίζομαι ούτε ο Θεός. Ο Χριστός, όσο και
αν τον διαιρούμε στο δισκάριό μας, μένει ένας Θεός, αλώβητος.
Από την Πεντηκοστή και στο εξής «η αγάπη εκκέχυται εν ταις καρδίαις ημών
δια Πνεύματος αγίου», η αγάπη του Θεού δια του Αγίου Πνεύματος γέμισε όλον τον
κόσμο. Και ποια είναι αυτή η αγάπη του Θεού; Είναι η Εκκλησία μας, η βασιλεία,
που είναι παρούσα εν μέσω ημών. Χωρίς εμάς, η Εκκλησία δεν είναι παρούσα. Η
Εκκλησία είναι και στη φθορά, είναι και στην αμαρτία, εκεί όπου είμαστε εμείς οι
αμαρτωλοί· εμείς όμως, ως μέλη της Εκκλησίας , είμαστε άγιοι, χριστοί. Βέβαια,
μπορεί να συμβαίνει και το αντίθετο· όπως η στάκτη μπορεί να καλύπτει την φωτιά
και να μην την βλέπουμε, έτσι και η αμαρτία, οι στάκτες των αμαρτιών μας και των.
λογισμών μας, να καλύπτουν την χριστοφορία μας, το πυρ, την φωτιά του Αγίου
Πνεύματος. Όπου λοιπόν το Πνεύμα το Άγιον, εκεί και η Εκκλησία. Και όπου η
Εκκλησία , εκεί και το Άγιον Πνεύμα……
Το Άγιον Πνεύμα δεν δίδει τα ίδια χαρίσματα σε όλους. Γι’ αυτό δεν πρέπει να
θέλουμε εκείνα που έχουν οι άλλοι. Έδωσε ο Θεός σε εκείνους; Έδωσε και σε μας.
Έτσι άλλος έχει προφητεία, άλλος έχει πίστη, άλλος διακονία, διδασκαλία,
γλωσσολαλιά, κυβερνήσεις, δυνάμεις και άλλα πολλά. Όλα αυτά είναι καρποί του
Αγίου Πνεύματος. Εάν δεν είμασταν διαφορετικοί και δεν είχαμε άλλος πολλά και
άλλος λίγα χαρίσματα, άλλος μικρά, άλλος δύσκολα και άλλος εύκολα, τότε δεν θα
είμασταν ένα σώμα. «Επειδή ουκ εστέ πάντες έν τι χάρισμα έχοντες, δια τούτο
σώμα εστέ» λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Είμαστε ένα σώμα, διότι ο
καθένας μας έχει τα δικά του χαρίσματα. Τα μάτια δεν μπορούν στα χέρια: δεν σας
έχω ανάγκη, ή το κεφάλι στα πόδια: δεν σας έχω ανάγκη. Για να μπορούμε να
είμαστε όλοι ως ένας άνθρωπος, αγαπημένος και αγαπών, ας αρκούμαστε σε αυτά
που μας χάρισε ο θεός. Λίγα μας έδωσε, στα λίγα· πολλά, στα πολλά. Μόνο να τα
δίνομε όλα για τον Χριστό .
(σύνδεσμος μηνύματος)
(σύνδεσμος μηνύματος)
(σύνδεσμος μηνύματος)
(σύνδεσμος μηνύματος)
16-06-2024
Κυριακή των Αγίων Πατέρων
Αν η Εκκλησία μας μας καλεί σήμερα να τιμήσουμε τους Πατέρες των Αγίων Συνόδων, το κάνει επειδή η χριστιανική πίστη, της οποίας το περίγραμμα και τη διατύπωση αυτές διευκρίνισαν, αποτελεί το θεμέλιο όλης της εν Χριστώ ζωής μας.
Στη χριστιανική μας ζωή πράγματι όλα εναποτίθενται στην πίστη. Η πίστη είναι κατ’ αρχάς ολοκληρωτική εμπιστοσύνη και προσκόλληση στο πρόσωπο του Χριστού, για το Οποίο πιστεύουμε ότι είναι ο Υιός του Θεού, που πέθανε και αναστήθηκε για τη σωτηρία μας. Και συνεπώς είναι προσκόλληση στον λόγο Του, σε ό,τι μας έχει αποκαλύψει για τον Πατέρα Του, που είναι Πατέρας μας, για τον Οποίο, από το βάπτισμά μας και μετά είμαστε τέκνα εξ υιοθεσίας. Είναι επίσης προσκόλληση στη διδασκαλία Του για το Άγιο Πνεύμα, το Οποίο όπως μας είπε ο Ίδιος, θα μας οδηγήσει «εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιω. ιστ΄13).
Αυτό σημαίνει ότι σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας και σε όλη τη διάρκεια της προσωπικής μας ζωής το Άγιον Πνεύμα είναι αυτό που μας βοηθά να κατανοούμε τον λόγο του Θεού, αυτό φωτίζει τις καρδιές μας, για να διεισδύουμε στο μυστήριο των αληθειών που μας έχουν αναγγελθεί, που διακήρυξε ο Χριστός στην επίγεια ζωή Του. Το Άγιον Πνεύμα επίσης μας βοηθά να κατανοούμε και τον χριστιανικό χαρακτήρα της Παλαιάς Διαθήκης, μας αποκαλύπτει πώς όλες οι Γραφές μιλούσαν ήδη για τον Χριστό. Όλη μας λοιπόν η χριστιανική ζωή βασίζεται σ’ αυτή την πίστη, στην αφοσίωση της καρδιάς και της διάνοιάς μας στις θεμελιώδεις αυτές αλήθειες. Επειδή ούτε η διάνοιά μας ούτε ο συναισθηματικός μας κόσμος από μόνα τους μπορούν να φθάσουν σ’ αυτές, είναι αδύνατον να τις ανακαλύψει μόνος του ο άνθρωπος όσο σοφός κι αν είναι, όσο βαθιά κι αν συλλογιστεί. Χρειάστηκε να παρέμβει ο Θεός στην ιστορία. Εκείνος να μας μιλήσει, πρώτα διά των προφητών και στη συνέχεια διά του Υιού Του, ώστε να γνωρίσουμε αυτές τις αλήθειες, για να μάθουμε ότι ο Θεός είναι Ένας ως προς την φύση και Τρείς ως προς τα πρόσωπα. Ότι ο Υιός του Θεού σαρκώθηκε για τη σωτηρία μας και μας κάλεσε να γίνουμε και εμείς εξ υιοθεσίας υιοί Θεού, να θεωθούμε, να μετάσχουμε κι εμείς στη θεία ζωή Του.
Ο άγιος Σιλουανός έλεγε: «Η ταπεινοφροσύνη είναι το φως μέσα στο οποίο βλέπουμε το Φως». Δηλαδή, στον βαθμό που η καρδιά μας είναι ταπεινή, που έχουμε απογυμνωθεί από κάθε προσκόλληση στη δική μας κρίση, στις ίδέες μας, στη γνώμη μας, είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε τον λόγο του Θεού. Μόνο υπό την προϋπόθεση αυτή μπορεί η πίστη να ανθίσει στην καρδιά μας.
Διαφορετικά, η πίστη θα αντικατασταθεί από ένα σύνολο θρησκευτικών εννοιών, λιγότερο ή περισσότερο υποκειμενικών, που δεν θα έχουν καμία σχέση, παρά φαινομενικά, με αυτό που είναι αληθινά η πίστη στο λόγο του Θεού, με αυτό που είναι η θεία αποκάλυψη. Μόνο με ταπεινή καρδιά μπορούμε να εισέλθουμε στο μυστήριο του λόγου του Θεού, αλλιώς πιστεύουμε στη λογική μας και στις ιδέες μας, όχι στον Θεό.
09-06-2024
Απ’ την πίστη που ακούει στην πίστη που βλέπει
Κυριακή του Τυφλού 2024
Με την Κυριακή αυτή του εκ γενετής Τυφλού, συνεχίζεται συνεχίζεται η σειρά των κατηχήσεων περί της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος, περί πίστεως και περί Βαπτίσματος, την οποία η Εκκλησία μας προσφέρει από την Κυριακή του Πάσχα, μέσω των ευαγγελικών περικοπών από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.
Η θεραπεία του εκ γενετής Τυφλού (Ιω. θ΄1-38) και όλες οι θεραπείες και οι αναστάσεις που επιτέλεσε ο Κύριος κατά την επίγεια ζωή Του, αποτελούσαν σημεία και πράξεις προφητικές. Οι Πατέρες της Εκκλησίας έβλεπαν πάντοτε στις θεραπείες των τυφλών, που πραγματοποίησε ο Κύριος, τον τύπο και την αναγγελίας της πνευματικής θεραπείας, της δωρεάς μιας νέας όρασης, ενός νέου βλέμματος, του βλέμματος της πίστεως, που μας χαρίζει ο Κύριος διά της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Η Χάρις αυτή μας δίνεται με το Βάπτισμα. Η κολυμβήθρα του Σιλωάμ προτυπώνει την κολυμβήθρα του Βαπτίσματος και ταυτόχρονα, ο Κύριος φανερώνει καθαρά, στο ευαγγελικό αυτό περιστατικό, ότι, με την εντολή που δίνει στον τυφλό να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ, είναι Αυτός που τον θεραπεύει. Τον θεραπεύει ο ίδιος ο Χριστός. Αυτός είναι η κολυμβήθρα του Σιλωάμ, και διά του ύδατος φανερώνεται η δύναμή Του να θεραπεύει πνευματικά.
Για να βαπτιστεί κάποιος, πρέπει ήδη να πιστεύει, αλλά το Βάπτισμα ισχυροποιεί την πίστη. Η Χάρις της πίστεως προηγείται της Χάριτος του Βαπτίσματος. Δεν μπορείς να προχωρήσεις στο Βάπτισμα, αν δεν έχεις πρώτα πιστέψει στο κήρυγμα και την μαρτυρία των Αποστόλων, όπως μας την έχει μεταφέρει η Εκκλησία. Αυτό φαίνεται συνεχώς στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα, με την μεταστροφή του δεσμοφύλακα του Παύλου και όλης της οικογένειάς του, που ζητούν να βαπτιστούν, αφού έχουν ακούσει τη διδασκαλία του Παύλου. Ακούγοντας το μήνυμα των Αποστόλων, μπορούμε να το δεχτούμε και να πιστέψουμε, φυσικά με τη βοήθεια της εσωτερικής Χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
Αν όμως μείνουμε ως εδώ, η πίστη παραμένει για μας κατά κάποιο τρόπο άπρακτος λόγος. Πιστεύουμε σε λέξεις, πιστεύουμε σε λόγους, σε ιδές∙ δεν έχουμε ακόμη, αν θέλετε, εσωτερική εμπειρία των πραγματικοτήτων αυτών της πίστεως. Με τη θεραπεία όμως αυτού του τυφλού και των άλλων που μας διηγείται το Ευαγγέλιο, κυρίως εκείνων των δύο της Ιεριχώ, που έγινε σε μια στιγμή που οι Απόστολοι δεν κατάφερναν να καταλάβουν και να δεχτούν τα περί του Πάθους και της Αναστάσεως, ο Κύριος μας ανήγγειλε ότι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος, την οποία οι μαθητές Του θα λάβουν στο Βάπτισμα, είναι Χάρις που μας εξασφαλίζει ένα νέο βλέμμα.
Είναι Χάρις που μας δίνει νέα όραση, που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε όχι λογικά και διανοητικά τα μυστήρια της πίστεως, αλλά μας πείθει εσωτερικά για την αλήθεια του λόγου της Εκκλησίας, μας δίνει τη βαθιά πεποίθηση με την οποία μπορούμε, κατά κάποιον τρόπο, να δούμε. Σε ένα πού σημαντικό απόσπασμα των Ασκητικών Λόγων του, ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέει ότι η πίστη αρχίζει με την ακρόαση, πιστεύουμε επειδή ακούσαμε μία πιστευτή μαρτυρία. Το ότι μας φάνηκε πιστευτή και πάλι οφείλεται στο Άγιον Πνεύμα που φώτιζε την καρδιά μας. Αλλά στον βαθμό που προοδεύουμε στην πίστη και στην αγάπη, η πίστη αυτή που «άκουγε» λέξεις και λόγια, γίνεται αυτό που ο άγιος Ισαάκ ονομάζει πίστη που βλέπει. Δηλαδή εγκαινιάζεται στην καρδιά μας νέα όραση, που μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε τις πραγματικότητες της πίστεως με μια θέρμη, θα έλεγα, μια αμεσότητα συγκρίσιμη με εκείνη που έχει η φυσική όρασή μας, όταν βλέπει τα πράγματα που την περιβάλλουν. Όταν βλέπουμε κάτι με τα σωματικά μας μάτια, το αντιλαμβανόμαστε κατά τρόπο συμπαγή, άμεσο, ζωντανό. Είναι πολύ διαφορετικό να γνωρίζουμε μια αλήθεια μέσω ιδεών και εννοιών.
Έ, λοιπόν, αν αφήσουμε να ξεδιπλωθεί μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος, αν συναινούμε σ’ αυτήν και συνεργαζόμαστε πραγματικά μαζί της, αποκτούμε εσωτερική αίσθηση όλων των αληθειών του Χριστιανισμού. Γίνονται κάτι άλλο, πέρα απ’ τις λέξεις και τις φράσεις. Ξυπνούν πράγματι μια βαθιά ηχώ στην καρδιά μας. αυτό είναι η πίστη που βλέπει, για την οποία μας μιλά ο άγιος Ισαάκ.
Στο απόσπασμα αυτό των Ασκητικών Λόγων, ο άγιος Ισαάκ διευκρινίζει αμέσως ότι, για να περάσουμε από την πίστη που ακούει στην πίστη που βλέπει, για να ωριμάσει μέσα μας η εσωτερική αυτή αίσθηση των αληθειών της πίστεως, η ουσιώδης προϋπόθεση είναι να προχωρούμε στην όλη πνευματική ζωή. Επιμένει ιδιαιτέρως στη μετάνοια. Στον βαθμό που μετανοούμε βαθιά για τα σφάλματά μας, με ζωηρή τη συναίσθηση της πνευματικής μας πτωχείας ενώπιον του Κυρίου, η πίστη ξυπνά πλήρως μέσα μας. σε άλλα κεφάλαια, ο άγιος Ισαάκ επιμένει στη σημασία της ταπεινοφροσύνης. Η μετάνοιά μας πρέπει να ανθίζει σε ταπεινοφροσύνη, βαθιά ταπεινοφροσύνη. Είναι το ίδιο που μας διδάσκει και ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Μας λέει ότι η ταπεινοφροσύνη είναι το μάτι με το οποίο μπορούμε να δούμε το θείο Φως.
Αν η πίστη μας είναι εύθραυστη, αν κάποιες φορές κλονίζεται και παραπαίει – όταν δεν πρόκειται για δοκιμασία που επιτρέπει ο Θεός, για να καθαρίσει την καρδιά και την πίστη μας – η βαθύτερη ρίζα της ευθραυστότητας αυτής είναι χωρίς αμφιβολία ο εγωισμός, η εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και στις κρίσεις μας, η προσκόλληση στις ιδέες μας, στις βεβαιότητες που διατηρούμε σε όλα τα πεδία, ακόμη και στις πιο απλές περιπτώσεις στην καθημερινή μας ζωή. Αν αφήσουμε τον εγωισμό αυτό να μεγαλώσει μέσα μας, αναπόφευκτα η πίστη μας θα υποφέρει. Αν ο κόσμος μας έχει χάσει την πίστη, αν δεν υπάρχει πια αίσθηση της πνευματικής πραγματικότητας, αυτό οφείλεται ασφαλώς στο ότι καλλιεργεί τον εγωισμό με όλες τις μορφές του, χωρίς να τον κατονομάζει.
Και αντιθέτως, στον βαθμό που στις διάφορες περιστάσεις της ζωής μας προσπαθούμε να παραιτούμαστε από κάθε αυτάρκεια, κάθε εγωισμό, κάθε λανθασμένη αυτοπεποίθηση, ε τότε, θα είμαστε όλο και πιο δεκτικοί στη Χάρη αυτής της πίστεως που το Άγιον Πνεύμα εναπέθεσε μέσα μας με το Βάπτισμα, αλλά με τη μορφή μικρού σπόρου που πρέπει να μεγαλώσει, και ο οποίος δεν θα μεγαλώσει, παρά μόνο αν συνεργαζόμαστε μαζί του αγωνιζόμενοι για να γίνουμε πιο ταπεινοί, πιο σιωπηλοί εσωτερικά, πιο δεκτικοί στο φως που το Άγιον Πνεύμα διεγείρει μέσα μας.
Την Κυριακή αυτή του εκ γενετής Τυφλού, ας ζητήσουμε από τον Κύριο, όπως οι Απόστολοι, να μας προσθέσει πίστη. Έχουμε πίστη, αλλά πρέπει να αυξηθεί, να γίνεται όλο και περισσότερο πίστη που βλέπει, βλέμμα εσωτερικό που θα καθοδηγεί τη ζωή μας και θα μας γεμίζει χαρά. Διότι, στον βαθμό που έχουμε βεβαιότητα για την Ανάσταση του Κυρίου, στον βαθμό που είμαστε βαθύτατα πεπεισμένοι για την αλήθεια αυτού του μυστηρίου που βρίσκεται στον πυρήνα της χριστιανικής μας πίστεως, ε τότε, η χαρά του Κυρίου, η χαρά που μας έδωσε – «ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν∙ ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν.» (Ιω. ιδ’ 27) – θα ακτινοβολεί μέσα μας. είθε η χαρά του Πατρός και του ηγαπημένου Υιού και του Αγίου Πνεύματος να αυξάνει όλο και περισσότερο μέσα μας. Δόξα τη Αγία Τριάδι εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
02-06-2024
Κυριακή της Σαμαρείτιδος
Αν η Εκκλησία έχει ορίσει να διαβάζεται η περικοπή της Σαμαρείτιδας κατά την Ε΄ Κυριακή του Πάσχα, αναμφίβολα το κάνει επειδή η αναφορά για το ύδωρ το ζων που βρίσκουμε εκεί παραπέμπει τόσο στο Βάπτισμα, το οποίο παραδοσιακά ετελείτο τη νύκτα του Πάσχα, όσο και στη δωρεά του Αγίου Πνεύματος που χαρίστηκε στην Εκκλησία την ημέρα της Πεντηκοστής. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή και η Πασχαλινή περίοδος περιστρέφονται έτσι γύρω από το Μυστήριο του Βαπτίσματος: το Βάπτισμα των κατηχουμένων το Πάσχα αλλά και το δικό μας Βάπτισμα, το οποίο η περίοδος αυτή μας υπενθυμίζει, για να ξαναζήσουμε ακόμη εντονότερα το Μυστήριο. Διότι το Βάπτισμα είναι, κατά κάποιον τρόπο, ολόκληρος ο νόμος της χριστιανικής μας ζωής.
Η χριστιανική μας ζωή οφείλει να είναι ακριβώς μια μακρά περίοδος πιστότητας στο Βάπτισμά μας, ένα συνεχές έργο καθάρσεως και αγιασμού που εκπληρώνεται με την ενεργοποίηση της ελεύθερης βούλησής μας, όταν δηλαδή συναινούμε στην αρχική Χάρη του Βαπτίσματος, στη δωρεά του Αγίου Πνεύματος που μας επιδαψιλεύτηκε με το ζων ύδωρ του Βαπτίσματος αλλά και με τα άλλα Μυστήρια στη διάρκεια της ζωής μας. Σ’ αυτή τη χάρη του Βαπτίσματος, στο βαπτισματικό δώρο του Αγίου Πνεύματος, αναφέρεται και ο Κύριος όταν μιλά για το ζων ύδωρ που ήρθε να δώσει στους ανθρώπους. Το Βάπτισμα «εν Πνεύματι» που ανήγγειλε ο άγιος Πρόδρομος δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το Μυστήριο του Βαπτίσματος με το ύδωρ το ζων, όπως τελείται μέσα στην αγία μας Εκκλησία.
Το νερό είναι αυτό που σβήνει τη δίψα του ανθρώπου. Υπάρχει όμως στην καρδιά του ανθρώπου δίψα που δεν αναζητά υλικό νερό, δεν αναζητά οποιαδήποτε υλικά αγαθά, ούτε γήινη ευτυχία και ευημερία. Στην καρδιά του κάθε ανθρώπου υπάρχει μια άλλη δίψα, που δεν μπορεί να ξεδιψάσει παρά μόνο με την κοινωνία με τον Θεό, που δεν σβήνει παρά με το δώρο των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος, οι οποίες, αν τις δεχτούμε με όλη την δύναμη της καρδιάς μας, μας κάνουν πράγματι να μετέχουμε στην αιώνια ζωή. Αυτή τη δίψα έρχεται να σβήσει ο Χριστός, και όχι την απλή σωματική δίψα που αυθόρμητα είχε στο νου της η Σαμαρείτιδα.
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο πρέπει να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ακόμη περισσότερο την εσωτερική αυτή δίψα μας. έχουμε δίψα ευτυχίας που δεν ανακουφίζεται παρά μόνο με τη δωρεά του Θεού. Πρέπει πάντα να επαναφέρουμε στη σκέψη μας τον λόγο του αγίου Αυγουστίνου: «μας έπλασες για τον Εαυτό Σου και η ψυχή μας δεν αναπαύεται μέχρις ότου αναπαυθεί σε Σένα». Όσο δεν πίνει από το ζων ύδωρ, που μόνο ο Χριστός μπορεί να δώσει, η καρδιά μας θα παραμένει διψασμένη.
Ο κίνδυνος που διατρέχουμε εδώ στη γη είναι να ξεχάσουμε ποιο είναι το πραγματικό νόημα της ζωής μας, να δώσουμε αξία σε ένα πλήθος πραγμάτων, που ασφαλώς μπορεί να έχουν τη σημασία τους, σημασία αποκλειστικά γήινη, και να αφήσουμε έτσι να σιγοκαίει μέσα μας η δίψα αυτή. Και όταν τη συνειδητοποιούμε, νοιώθουμε μεγάλη θλίψη για όσα μας περιβάλλουν, επειδή δεν έχουμε δώσει προσοχή στη δίψα αυτή, που όμως μας ταλαιπωρεί∙ δεν έχουμε ακόμη υποδεχθεί ούτε έχουμε αφήσει να καρποφορήσει το Άγιο Πνεύμα που πήραμε στο Βάπτισμά μας – το μόνο που θα μπορούσε να τη σβήσει.
Δεν χρειαζόμαστε λοιπόν μόνο τα επίγεια αγαθά, την επίγεια καλοπέραση. Έχουμε ανάγκη από αυτή την επικοινωνία με τον Θεό, η οποία δεν θα τελειώσει μαζί με την εδώ ζωή μας, αλλά θα αναβλύσει αιώνια ζωή, τη ζωή για την οποία έχουμε πλαστεί, όπως είπε ο Χριστός στη Σαμαρείτιδα.
19-05-2024
Κυριακή των Μυροφόρων
21-04-2024
Ε΄ Κυριακή Νηστειών
Το Μυστήριο της Μετανοίας
Την περασμένη Κυριακή η Εκκλησία μας εόρτασε τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος. Τούτη την Πέμπτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, μας προβάλλει την οσία Μαρία την Αιγυπτία ως πρότυπο και ως διδάσκαλο της μετανοίας.
Η οσία Μαρία η Αιγυπτία παρουσιάζεται μέσα σε όλη την εκκλησιαστική παράδοση ως το κατ’ εξοχήν παράδειγμα μετανοίας: είχε κατ’ αρχήν ζήσει στην Αίγυπτο ζωή αμαρτωλή∙ στη συνέχεια, μέσα σε συνθήκες που γνωρίζουμε, μετανόησε στην Ιερουσαλήμ. Όταν αισθάνθηκε να απωθείται από τις πύλες του ναού της βασιλικής της Αναστάσεως, μεταστράφηκε∙ μετά δε τη μεταστροφή της και την επιθυμία της να αλλάξει ζωή, αποσύρθηκε στην έρημο. Έζησε πολλά χρόνια με νηστεία και πολλή αυστηρότητα, μέχρις ότου ένας μοναχός της ερήμου της Ιουδαίας, ο άγιος Ζωσιμάς, ήρθε με θεία αποκάλυψη να της φέρει τη Θεία Κοινωνία, επισφραγίζοντας έτσι την πλήρη συμφιλίωσή της με τον Θεό, λίγο καιρό πριν από τον θάνατό της.
Νομίζω ότι η διήγηση αυτή περιέχει εξαιρετικά σημαντική διδασκαλία, την οποία συχνά ξεχνάμε: αφορά τη μετάνοια και τη συμφιλίωση με τον Θεό εντός της Εκκλησίας.
Σήμερα συνηθίζουμε να εξομολογούμαστε σχετικά τακτικά, νομίζουμε όμως, ότι κάθε φορά που έχουμε διαπράξει ένα σφάλμα, απλώς πρέπει να εξομολογηθούμε στον ιερέα για να λάβουμε την άφεση και αμέσως μετά να κοινωνήσουμε χωρίς πρόβλημα. Έχει σημασία να θυμόμαστε ποια ήταν η πρακτική της αρχαίας Εκκλησίας, της Εκκλησίας των Πατέρων, πρακτική η οποία μνημονεύεται ακόμη από τους Κανόνες της Εκκλησίας. Στην αρχαία Εκκλησία διέκριναν δύο είδη αμαρτημάτων:
Υπάρχουν πρώτα οι αμαρτίες εξ υφαρπαγής και αδυναμίας που μας ξεφεύγουν όλη την ημέρα∙ όπως λέει η Γραφή: «επτάκις γαρ πεσείται δίκαιος» (Παροιμ. Κδ΄6). Είναι πολλά αυτά που μας ξεφεύγουν∙ πάντοτε μέσα στις πράξεις μας, και εφ’ όσον η καρδιά μας δεν έχει βαθιά καθαρθεί, υπάρχει συχνά φιλαυτία, υπάρχει αναζήτηση του εαυτού μας. Για τα σφάλματα αυτά η αρχαία Εκκλησία έκρινε ότι αρκούσε να ζητήσει ο πιστός συγνώμη από τον Θεό και ο Θεός τον συγχωρούσε. Σιγά σιγά καθιερώθηκε η συνήθεια να εξομολογούνται στον ιερέα ακόμη και αυτού του είδους τα σφάλματα, και ήταν μία καλή συνήθεια, διότι επιτρέπει να γνωρίζουμε αν τα λάθη που καταλογίζουμε στον εαυτό μας είναι όντως σχετικά ελαφρά ή αυταπατούμαστε, καθώς και αν αποτελούν σημείο απομάκρυνσής μας από τον Θεό και ρήξεως με τη Χριστιανική κοινότητα. Μερικές φορές έχουμε ψευδαισθήσεις για τον εαυτό μας. Σε κάθε περίπτωση, ο πνευματικός μπορεί να μας συμβουλέψει, ως πνευματικός ιατρός που δίνει τα κατάλληλα για την κατάστασή μας φάρμακα, ώστε να μας βοηθήσει να προοδεύσουμε πνευματικά.
Στην αρχαία Εκκλησία όμως, έδιναν πολλή μεγάλη σημασία στη διάκριση αυτή μεταξύ των σφαλμάτων που προαναφέραμε και των πραγματικά σοβαρών αμαρτιών, που ο άνθρωπος διαπράττει εκούσια και σκόπιμα. Όταν δηλαδή, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, παραβαίνουμε συνειδητά και επίτηδες τον νόμο του Θεού, τον λόγο Του ή τον λόγο του πνευματικού μας πατέρα ή της Εκκλησίας σε σοβαρά ζητήματα. Γι’ αυτά λοιπόν τα αμαρτήματα η Εκκλησία είχε καθιερώσει την τάξη των μετανοούντων, δηλαδή εκείνων που ήταν ένοχοι όντως σοβαρών αμαρτημάτων, στα οποία είχαν εμπλακεί με τη θέλησή τους, πράγμα που σήμαινε ότι προέκριναν το δικό τους θέλημα έναντι του θελήματος του Θεού. Αυτοί εντάσσονταν στις τάξεις των μετανοούντων, σε ένα πλαίσιο εκκλησιαστικών επιτιμίων. Εκείνος που είχε διαπράξει τέτοιο αμάρτημα πήγαινε και το εξέθετε στον επίσκοπο ή σε πνευματικό εντεταλμένο από τον επίσκοπο, αυτοί όμως δεν έδιναν αμέσως την άφεση∙ αντιθέτως, ζητούσαν από τον πιστό να νηστέψει για ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο διάστημα, ζώντας αυστηρή, σχεδόν μοναστική ζωή. Αυτό δε, μπορούσε να κρατήσει ακόμη και χρόνια, όταν το σφάλμα ήταν πραγματικά σοβαρό. Μπορούσε να περάσει ακόμη και τρία έως και επτά χρόνια χωρίς Θεία Κοινωνία.
Δεν ήταν όμως επειδή μπορούν τα έργα μας να αντισταθμίσουν την αμαρτία μας. Αλλά για να μας συγχωρήσει ο Θεός, οφείλουμε εμείς να αναγνωρίσουμε την αμαρτωλότητά μας και να κάνουμε ό,τι εξαρτάται από μας, να καταβάλουμε προσπάθεια μεταστροφής και αληθινής, βαθιάς αλλαγής βίου. Μόνο τότε η πάντοτε προσφερόμενη από το Θεό άφεση μπορεί πράγματι να φθάσει σ’ εμάς. Ούτε η νηστεία μας ούτε τα καλά μας έργα έχουν από μόνα τους αξία ενώπιον του Θεού, αλλά είναι απλώς ένα μέσον, ώστε ο Χριστός να κάνει μέσα μας ενεργό το μυστήριο του Σταυρού Του, χωρίς το οποίο δεν υπάρχει άφεση ούτε απολύτρωση.
Εδώ έγκειται ο λόγος της μακράς αυτής περιόδου μετανοίας που επιβαλλόταν στους αμαρτήσαντες χριστιανούς και την οποία η οσία Μαρία η Αιγυπτία επέβαλε στον εαυτό της στην έρημο. Και μόνο στο τέλος της μακράς αυτής περιόδου μετανοίας και μετοχής στον Σταυρό του Χριστού, αφού δηλαδή ο άνθρωπος είχε αληθινά και με όλο του το είναι φανερώσει – με νηστεία, με δάκρυα, με μετάνοια – ότι αναγνωρίζει τον εαυτό του ως αμαρτωλό, ότι έχει τη διάθεση να προσπαθήσει να βγει από την αμαρτία, και να ζητήσει επίμονα το έλεος του Θεού, μόνο τότε θα μπορούσε να συμφιλιωθεί με την Εκκλησία και να προσέλθει και πάλι στην Ευχαριστία. Αυτή την έννοια έχει και η στέρηση της Θείας Κοινωνίας που επιβάλλει ο πνευματικός και σήμερα στον εξομολογούμενο ο οποίος προσέρχεται μετανοημένος για κάποια αμαρτία. Δεν πρόκειται για ποινή ούτε για τιμωρία, αλλά είναι το μόνο μέσον το οποίο φανερώνει ότι από το βάθος της καρδιάς μας αναγνωρίζουμε ότι σφάλαμε ενώπιον του Θεού.
Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το ξαναβάλουμε στη ζωή μας. Οι Πατέρες και οι μεταγενέστεροι θεολόγοι επέμεναν ανέκαθεν ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην άφεση των αμαρτιών που παρέχεται διά του Βαπτίσματος και στη άφεση που συνδέεται με το μυστήριο της μετανοίας, το «μυστήριο» της συμφιλιώσεως. Και πάντοτε λένε ότι η πρώτη άφεση, εκείνη που δίδεται με το Βάπτισμα, είναι κάτι άμεσο και πραγματώνεται χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρους μας. Υπάρχει βέβαια η προσπάθεια προκειμένου να ζητήσει κάποιος να εισέλθει στην Εκκλησία, αλλά πέραν αυτού δεν απαιτείται κάτι περισσότερο.
Αντιθέτως, αυτό που οι Πατέρες ονόμαζαν «δεύτερο βάπτισμα», δεύτερη σανίδα σωτηρίας μέσα στην Εκκλησία, αν κάποιος διέπραττε σοβαρά αμαρτήματα μετά το βάπτισμα, το μυστήριο δηλαδή της μετανοίας, δεν είναι μία απλή τελετή, δεν είναι μία χειρονομία της Εκκλησία ή του πνευματικού, αλλά κάτι που μας κοστίζει, κάτι πραγματικά «δαπανηρό» που απαιτεί κόπο και προσπάθεια εκ μέρους εκείνου που μετανοεί. Αν λοιπόν πρόκειται για σφάλματα σοβαρά, απαιτείται επίμονη προσπάθεια, γι’ αυτό και είναι φυσικό να μας ζητηθεί να μην κοινωνήσουμε για ένα ορισμένο διάστημα, μεγαλύτερο ή μικρότερο. Στο μυστήριο του Σταυρού του Χριστού πρέπει να μπούμε με προσωπική μας προσπάθεια , με νηστεία και πραγματική μετάνοια, με την άσκησή μας και με δάκρυα εκ βάθους καρδίας, και αυτό χρειάζεται χρόνο. Έτσι θα μπορέσουμε να λάβουμε την άφεση, καθώς ο Σταυρός αυτός στον οποίο μετέχουμε θα γίνει μέσα μας Ανάσταση. Αυτό είναι νομίζω το μεγάλο μάθημα από τη ζωή της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, όπως και όλης της πρακτικής της αρχαίας Εκκλησίας.
Ο αγώνας και η μετάνοια έχουν τη θέση τους σε όλη τη χριστιανική ζωή. Όταν όμως μιλάμε για το μυστήριο της Μετανοίας (της Εξομολογήσεως) νομίζω ότι είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε το «κόστος»∙ ότι δηλαδή η μετάνοια δεν είναι δυνατή χωρίς την εκ μέρους μας προσπάθεια, χωρίς άσκηση και αποχή από τη Θεία Κοινωνία, με τα οποία παραδεχόμαστε την αμαρτωλότητά μας και ότι από δική μας υπαιτιότητα έχουμε χωριστεί από τον Θεό. Ναι, από δική μας υπαιτιότητα. Πάντοτε έχουμε την τάση, και μάλιστα στην εποχή μας περισσότερο από οποτεδήποτε άλλοτε, εξ αιτίας και όλων των θεωριών της σύγχρονης ψυχολογίας, να αναζητούμε δικαιολογίες. Κατά τον έναν ή τον άλλον τρόπο λέμε όπως ο Αδάμ: «Ναι, βέβαια, παρέβηκα την εντολή σου, αλλά η γυναίκα που μου έδωσες με παρέσυρε»… «Ναι, έχω αυτό το ελάττωμα, αλλά επειδή έχω ένα τραύμα από την παιδική μου ηλικία, στερήθηκα την αγάπη από τους γονείς μου, εν τέλει δεν είμαι πραγματικά ένοχος». Απεκδυόμαστε κατά κάποιον τρόπο την ευθύνη μας, δεν την αναλαμβάνουμε πραγματικά, συνεπώς πνευματική θεραπεία δεν μπορεί να υπάρξει.
Μόνο στον βαθμό που μπαίνουμε πραγματικά στο μυστήριο του Σταυρού και αναγνωρίζουμε ότι είμαστε αμαρτωλοί, μόνο τότε μπορεί να έρθει η ίαση. Νομίζω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό να νοιώθουμε ότι όλα είναι δυνατά, ότι η συγχώρεση του Θεού είναι πάντοτε διαθέσιμη, αλλά μπορούμε να την αποκτήσουμε μόνο με πραγματική συναίσθηση ότι αμαρτήσαμε, ότι διωχθήκαμε από τον Παράδεισο, ότι χωριστήκαμε από τον Θεό και από την κοινωνία με τους αδερφούς μας, με τους οποίους οφείλουμε να είμαστε ένα σώμα. Είμαστε μέλη Χριστού και αποκοπήκαμε από Αυτόν από δικά μας σφάλματα, εξ αιτίας της κακής χρήσης της ελευθερίας μας. Όταν αυτό το αναγνωρίζουμε ολόψυχα, με οδύνη και θλίψη έναντι του Θεού, και ταυτόχρονα Του ζητούμε να μας συγχωρήσει με απόλυτη εμπιστοσύνη στο έλεός Του, τότε μας δίνεται η πνευματική θεραπεία, είναι αυτή στη διάθεσή μας. Και τη δεχόμαστε, θα έλεγα, σχεδόν αυτομάτως, με την προϋπόθεση αυτού του αγώνα, αυτής της εισόδου μας στο μυστήριο του Σταυρού. Και αν παραμονές του Πάσχα μας καλεί η Εκκλησία να στοχαστούμε πάνω στο παράδειγμα της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, το κάνει για να μας εξηγήσει το νόημα ου αγώνα που επιτελούμε στη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Κατ’ αυτήν είμαστε κατά κάποιον τρόπο όλοι δημοσίως μετανοούντες αμαρτωλοί και λίγες μέρες πριν από το Πάσχα είναι χρήσιμο να φανερωθεί ότι στο τέλος του τεσσαρακονθήμερου αγώνα μπορούμε να νοιώθουμε πλήρως συμφιλιωμένοι με τον Πατέρα μας, ο Οποίος μας περιμένει όπως περίμενε εκείνο το άσωτο παιδί Του, την οσία Μαρία την Αιγυπτία∙ μας περιμένει να λάβουμε τα Τίμια Δώρα τη Μεγάλη Πέμπτη, και την Κυριακή του Πάσχα να εισέλθουμε στο σπίτι του Πατέρα, φωτισμένοι από το φως της Αναστάσεως. Αυτώ η δόξα συν τω Υιώ Αυτού τω αγαπητώ και τω Παναγίω Πνεύματι, εις τους αιώνας των αιώνων.
Αμήν.
14-04-2024
Κυριακή Δ΄ Ιωάννου της Κλίμακος
Όσιε Πάτερ,
της φωνής του Ευαγγελίου ακούσας,
τον κόσμον κατέλιπες,
τον πλούτον και την δόξαν εις ουδέν λογισάμενος·
όθεν πάσιν εβόας·
Αγαπήσατε τον Θεόν και ευρήσετε χάριν αιώνιον·
Μηδέν προτιμήσητε της αγάπης αυτού,
ίνα όταν έλθη εν τη δόξη αυτού,
ευρήσετε ανάπαυσιν μετά πάντων των αγίων·
ων ταις ικεσίαις Χριστέ φύλαξον,
και σώσον τας ψυχάς ημών.
Τον επί γης άγγελον, και εν ουρανοίς άνθρωπον Θεού,
Του κόσμου την ευκοσμίαν, την τρυφήν των αγαθών και των αρετών
των ασκητών το καύχημα, Ιωάννην τιμήσωμεν.
Πεφυτευμένος γαρ εν τω οίκω του Θεού, εξήνθησεν δικαίως.
Και ωσεί κέδρος εν ερήμω, επλήθυνε τα ποίμνια Χριστού,
των λογικών προβάτων, εν οσιότητι και δικαιοσύνη.
Δεύτε εργασώμεθα εν τω μυστικώ αμπελώνι
καρπούς μετανοίας εν τούτω ποιούμενοι
ουκ εν βρώμασι και πόμασι κοπιώντες,
αλλ’ εν προσευχαίς και νηστείαις τας αρετάς κατωρθούντες·
τούτοις αρεσκόμενος ο Κύριος του έργου, δηνάριον παρέχει,
δι’ ου ψυχάς λυτρούται χρέους αμαρτίας,
ο μόνος πολυέλαιος.
Δοξαστικά του Αγίου από την υμνολογία της εορτής.
07-04-2024
Γ΄Κυριακή Νηστειών
Σταυρός ο φύλαξ πάσης της Οικουμένης
Σταυρός η ωραιότης της Εκκλησίας
Σταυρός βασιλέων το κραταίωμα
Σταυρός πιστών το στήριγμα
Σταυρός αγγέλων η δόξα
Και των δαιμόνων το τραύμα
Το Ευαγγέλιο που διαβάσαμε τελείωνε με τα εξής μυστηριώδη λόγια του Κυρίου: «εισί τινές των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσονται θανάτου έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει». Όταν ο Κύριος έλεγε τα λόγια αυτά στους αποστόλους, εννοούσε ασφαλώς ότι κάποιοι από το ακροατήριο θα ζούσαν ακόμη όταν η Εκκλησία θα απλωνόταν μετά την Πεντηκοστή, όταν η Βασιλεία του Θεού θα εκτεινόταν στη γη με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, δια της θεμελιώσεως και αυξήσεως της Εκκλησίας.
Πιστεύω όμως, ότι ο λόγος αυτός μπορεί να έχει και βαθύτερη έννοια. Η Ανάσταση αυτή, για την οποία έχουμε λάβει υπόσχεση, η Ανάσταση την οποία προσδοκούμε, είναι ήδη πράγματι παρούσα στην καρδιά μας. Και στον βαθμό ακριβώς που βάζουμε τον Σταυρό στη ζωή μας, που προσπαθούμε να Τον σηκώνουμε, να αποδεχόμαστε κάθε δοκιμασία εν ονόματι της αγάπης του Πατρός, με απόλυτη εγκατάλειψη στο θέλημά Του και με αγάπη στους αδελφούς μας, χρησιμοποιώντας την για να πλατύνουμε την καρδιά μας, για να συγχωρούμε κάθε προσβολή που μας έγινε, έ…… τότε, αν στραφούμε βαθιά στην καρδιά μας, θα ανακαλύψουμε ήδη τη χαρά της Αναστάσεως.
Πιστεύω ότι η μεγαλύτερη χαρά, η μεγαλύτερη ευτυχία που μπορεί ο άνθρωπος να βρει στη γη, ίσως όχι η αμεσότερα αισθητή, αλλά η σταθερότερη και διαρκέστερη, είναι η ανακάλυψη της αναστάσιμης χαράς μέσα του, αχώριστη μεν από τον Σταυρό, αυτή όμως που δίνει στον Σταυρό όλο το νόημά Του, που δείχνει ότι κάθε Σταυρός στη ζωή μας φωτίζεται από το φως της Αναστάσεως. Πράγματι, ο Σταυρός είναι πάντοτε ένδοξος και φωτεινός, αν ξέρουμε να τον βλέπουμε με τα μάτια της πίστεως. Έτσι η ζωή μας θα είναι πάντοτε ζωή αναστάσιμη, που δεν θα βρίσκει αδιέξοδο στον πόνο και στον θάνατο, αλλά, μέσα από αυτά, θα μεταμορφώνεται πάντα από την ενδόμυχη αυτή βεβαιότητα της Αναστάσεως.
31-03-2024
Β΄. Κυριακή Νηστειών
Τα δύο κείμενα, με τα οποία ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς παρουσιάζει την πορεία της πνευματικής καθάρσεως και τελειώσεως του ανθρώπου, απευθύνονται αντίστοιχα σε μία μοναχή και σε δύο λαϊκούς. Το πρώτο απευθύνεται στη λόγια και ενάρετη μοναχή Ξένη, ενώ το δεύτερο στους φιλοσόφους Ιωάννη και Θεόδωρο, και ιδιαίτερα στον δεύτερο, ο οποίος σκεφτόταν να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή, αλλά τελικά έμεινε στον κόσμο και είχε ήδη συνάψει ή ετοιμαζόταν να συνάψει γάμο. Η πορεία που προβάλλεται και στους δύο παραλήπτες των κειμένων είναι η ίδια. Και οι βασικές θέσεις του αγίου, που επαναλαμβάνονται και σε άλλα έργα του, παρουσιάζονται αυτολεξεί και στα δύο κείμενα.
Η πνευματική κάθαρση και τελείωση δεν είναι έργο μόνο των μοναχών αλλά και των κοσμικών Χριστιανών· είναι έργο ολόκληρου του εκκλησιαστικού πληρώματος. Όλοι οι Χριστιανοί έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις ενώπιον του Θεού και καλούνται να τηρήσουν τις ίδιες εντολές. «Σφόδρα απατάς σαυτόν και σφάλλεις, ει άλλα μεν οίει τον βιωτικόν (κοσμικόν), έτερα δε απαιτείσθαι τον μοναχόν», λέει ο ιερός Χρυσόστομος· και προσθέτει: «Το γαρ αυτό πάντας ανθρώπους αναβήναι δη και το πάσαν ανατρέψαι την οικουμένην τούτο εστιν, ότι μείζονος οιόμεθα ακριβείας τω μονάζοντι μόνω, τοις δε λοιποίς εξείναι ραθύμως ζην».
Στην πράξη όμως, ήδη από την εποχή του ιερού Χρυσοστόμου, οι κοσμικοί Χριστιανοί αρκούνται συνήθως σε κάποια συμβατική χριστιανική ζωή και θεωρούσαν την ακριβή τήρηση των ευαγγελικών εντολών ως υποχρέωση των μοναχών. Η αντίληψη αυτή επικράτησε ευρύτερα με την καθιέρωση του νηπιοβαπτισμού και την περαιτέρω εκκοσμίκευση της ζωής των Χριστιανών. Παράλληλα βέβαια και ο ιδιαίτερος ζήλος των μοναχών να προσφέρουν εξολοκλήρου τον εαυτό τους στον Χριστό και να επινοήσουν τρόπους ζωής, που είναι αδύνατοι μέσα στον κόσμο, διεύρυνε την απόστασή τους από τους κοσμικούς. Έτσι η συμβατικότητα της ηθικής των κοσμικών Χριστιανών από τη μία πλευρά και η ριζοσπαστικότητα της ηθικής των μοναχών από την άλλη δημιούργησαν μία διαλεκτική διαφοροποίηση, που μπορεί να εκληφθεί και ως διαλεκτική αντίθεση.
Μέσα στη διαχρονική προοπτική της Ορθόδοξης Εκκλησίας η κοσμική και η μοναστική κοινωνία δεν βρέθηκαν σε διαλεκτική αντίθεση αλλά σε αρμονική σύνθεση. Το μοναστικό κοινόβιο δεν θεωρήθηκε ξένο και απόκοσμο, αλλά προβλήθηκε ως ιδεώδες της κοσμικής κοινωνίας. Αντίστοιχα και το κοινοβιακό πνεύμα δεν περιορίστηκε στο μοναστικό κοινόβιο, αλλά ενέπνευσε και τη συλλογική συνείδηση των ορθοδόξων Χριστιανών. Αυτό είναι και το πνεύμα, μέσα στο οποίο μπορεί να τελειωθεί ο άνθρωπος ως πρόσωπο και ως κοινωνία κατά το πρότυπο του Τριαδικού Θεού.
Από το βιβλίο του καθηγητή Γ. Μαντζαρίδη, Οδοιπορικό Θεολογικής Ανθρωπολογίας
23-03-2024
Ευαγγελισμός της Θεοτόκου 2024
Δέσποινα του κόσμου αγαθή,
Εσύ γνωρίζεις ότι δεν έχομε
Παρρησία οι αμαρτωλοί εμπρός
Σου στο Θεό που γέννησες, αλλά με το
Δικό σου θάρρος οι δούλοι σου,
Πέφτομε στα πόδια του Κυρίου με
Τη μεσιτεία σου, επειδή έχεις παρρησία
προς τον Υιό σου και Θεό
μας.
Σ’ Αυτόν λοιπόν πιστεύοντας
κι εγώ ο ανάξιος, σε παρακαλώ
Δέσποινα, να μου χαρίσει ο
Κύριος την αίσθηση των χαρισμάτων,
των δικών σου και των
λοιπών Αγίων, και πως παρουσιάσατε
τόσες αρετές. Εσένα
βέβαια, και μόνο το ότι ο Υιός
του Θεού γεννήθηκε από σένα, σε
μαρτύρησε ότι είσαι ανώτερη απ’
όλα
τα όντα. Γιατί εσένα βρήκε
κατάλυμα άξιο να κατοικήσει
Εκείνος που γνωρίζει τα πάντα
Και πριν να γίνουν, ως ποιητής
Όλων, και κανείς δεν μπορεί να
Εξετάζει όσα αφορούν σε σένα,
επειδή υπερβαίνουν τη φύση, το
νου και τη σκέψη. Σε ομολογούμε
Θεοτόκο στην κυριολεξία, Αγνή
Παρθένε, εμείς που μέσω σου βρήκαμε
τη σωτηρία, και σε
δοξολογούμε μαζί με τις χορείες
των αγγέλων. Γιατί, ενώ είναι
αδύνατο στους ανθρώπους να
δουν το Θεό, τον Οποίο δεν
τολμούν να ατενίσουν ούτε τα
τάγματα των αγγέλων, εν τούτοις,
Πάναγνη, μέσω σου παρουσιάστηκε
στους ανθρώπους ο Λόγος
σαρκωμένος. Δοξολογώντας
Αυτόν, σε μακαρίζομε μαζί με τους
Αποστόλους και όλους τους
Αγίους, ώστε να ελεηθούν οι
Ψυχές μας, που ορθόδοξοι σε ομολογούμε
Θεοτόκο και σε μακαρίζομε,
εσένα την αειμακάριστη,
όπως προείπες Δέσποινα.
Πράγματι, όλες οι γενεές θα σε
Μακαρίζομε τη μόνη Θεοτόκο,
Που είσαι «τιμιωτέρα των
Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως
των Σεραφείμ…»
(Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός, Φιλοκαλία,τ. Γ΄)
17-03-2024
Κυριακή της Τυρινής
Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα που διαβάσαμε σήμερα, ο Κύριος μας συνιστά κατ’ αρχάς να συγχωρούμε, να ξεχνάμε τις προσβολές, να μην μνησικακούμε προς οποιονδήποτε μας έφταιξε, ή να νομίζουμε ότι μας έφταιξε, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Εξ άλλου ο Κύριος, αλλού μέσα στο Ευαγγέλιο, μας λέει ότι προτού προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο, πρέπει πρώτα να συμφιλιωθείς με τον αδελφό σου. Και προτού εισέλθουμε στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, που είναι και αυτή μία προσφορά προς τον Θεό, πρέπει να επιμείνουμε στην αναγκαιότητα αυτή της συγγνώμης, στη μεγάλη σημασία του να συγχωρούμε ως Χριστιανοί αυτούς που μας αδικούν. Ασφαλώς αυτό δεν μας ζητείται μία φορά το χρόνο. Κάθε βράδυ, στο τέλος της ακολουθίας του Αποδείπνου, έχουμε την απλοποιημένη εκδοχή της ακολουθίας της Συγγνώμης, την οποία τελούμε με επισημότερο τρόπο κατά τη σημερινή Κυριακή.
Κάθε μέρα, λοιπόν, πρέπει να συγχωρούμε όσους μας έθιξαν, για να συγχωρήσει και εμάς ο Κύριος. Κάθε φορά που απαγγέλουμε το «Πάτερ ημών», λέμε: «Άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Πράγματι, η συγγνώμη είναι μία από τις βασικές προϋποθέσεις για να μπούμε στη Σαρακοστή κατά τρόπο καρποφόρο για τις ψυχές μας. Και αυτό απαιτεί έλεγχο της συνειδήσεώς μας, για να γνωρίζουμε, αν και στην παραμικρή γωνίτσα της υπάρχουν κατάλοιπα πικρίας. Για τον έναν ή για τον άλλον που με κάποιο τρόπο μας έχεις πληγώσει ή δυσαρεστήσει. Πρέπει, λοιπόν, να διεισδύσουμε στην καρδιά μας, για να βρούμε και να ερευνήσουμε κάθε ίχνος μνησικακίας, κάθε απροθυμία συγγνώμης που μπορεί να κρύβεται εκεί.
Στη συνέχεια ο Κύριος μας μιλά για τη νηστεία. Εκ πρώτης όψεως η νηστεία μπορεί να φαίνεται ως το ουσιώδες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Όχι, δεν είναι το ουσιώδες. Διότι η νηστεία δεν έχει άλλο ρόλο, όπως έλεγε ένας από τους Πατέρες της ερήμου, παρά να ταπεινώσει την ψυχή μας. Μια κάποια σωματική αποδυνάμωση είναι ένας τρόπος να ταπεινωθεί ολόκληρο το είναι μας, να συνειδητοποιήσουμε λίγο περισσότερο ότι δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στις δυνάμεις μας, αλλά, παραιτούμενοι από το εγώ μας, να αναθέσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού, με επίγνωση της πτωχείας μας, της αδυναμίας μας και της αμαρτωλότητάς μας.
Και η νηστεία αυτόν το ρόλο έχει ακριβώς, να μας κάνει να νιώσουμε την πτωχεία. Γι’ αυτό και οι Πατέρες μας λένε πάντα ότι, αν είμαστε ασθενείς, αν είμαστε αδύναμοι, η νηστεία δεν είναι πλέον απαραίτητη, διότι υπάρχουν άλλα πράγματα που μας κρατούν σ’ αυτή την ταπεινοφροσύνη. Έτσι είναι. Όταν ξεχειλίζουμε από υγεία και δύναμη, είναι σχεδόν αναπόφευκτο να αναπτύσσεται μέσα μας εγωισμός. Αντίθετα όμως, όταν, είτε λόγω νηστείας είτε λόγω ασθενείας είτε λόγω αδυναμίας των σωματικών μας δυνάμεων από τα γεράματα, δεν μπορούμε πια να βασιζόμαστε στον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο, τότε είναι ευκολότερο να είμαστε ταπεινοί, να βρισκόμαστε στην κατάσταση εκείνη που, όπως έλεγαν οι Πατέρες, δεν είναι ένα έδεσμα του γεύματος, αλλά ένα άρτυμα που νοστιμίζει όλα τα φαγητά.
Δηλαδή χωρίς ταπεινοφροσύνη, κανένα από τα πνευματικά μας έργα δεν έχει αξία. Η βαθιά ταπείνωση είναι αυτή που τους δίνει την αλήθεια τους και τη δύναμή τους. Σχετικά με τη νηστεία, ο Κύριος μας λέει ότι δεν πρέπει να νηστεύουμε επιδεικτικά αλλά μυστικά. Και αυτό ισχύει για όλη μας την πνευματική ζωή. Να μη μας ενδιαφέρει το βλέμμα των άλλων αλλά να ζούμε μόνο κάτω από το βλέμμα του Θεού. Και εδώ χρειάζεται πάλι ένας έλεγχος της συνειδήσεως. Έχουμε άραγε στην πνευματική και την καθημερινή μας ζωή τη μέριμνα να βρισκόμαστε μόνο κάτω από το βλέμμα του Θεού ή νιώθουμε υποτελείς και κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο εξαρτημένοι από το βλέμμα των άλλων;
Και ακόμη, αν ο Κύριος μας προτρέπει να έχουμε χαρούμενο πρόσωπο όταν νηστεύουμε, το κάνει επειδή κάπου αλλού λέει στη Γραφή: «ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός». Τη νηστεία μας και την προσπάθειά μας κατά τη Σαρακοστή δεν πρέπει να τα νιώθουμε ως βάρος, ως φορτίο δυσβάστακτο. Αντιθέτως, πρέπει να έχουμε πνευματικό ενθουσιασμό, επειδή μπαίνουμε -πολύ μου αρέσει αυτή η φράση- στο έαρ των ψυχών μας, που είναι η Σαρακοστή. Και πρέπει να έχουμε ανοιξιάτικη χαρά και να κάνουμε τη νηστεία μας με πνευματική ευδιαθεσία. Τότε μόνον η νηστεία μας θα είναι ευάρεστη στον Θεό, αν την κάνουμε χωρίς να επιδιώκουμε να μας λυπηθούν ή να μας θαυμάζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Από το βιβλίο του π. Πλακίδα, Μυστική Άνοδος.
10-03-2024
Κυριακή της Απόκρεω
Μία εβδομάδα προτού μπούμε στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η Εκκλησία μας βάζει να ξαναδιαβάσουμε την περικοπή εκείνη του Ευαγγελίου, όπου ο Κύριός μας περιγράφει την επάνοδό του στη γη κατά τα έσχατα και την τελική Κρίση. Πρόκειται για ένα κείμενο εξαιρετικής σημασίας το οποίο η Εκκλησία ξαναθέτει ενώπιόν μας κατά την πολύ σημαντική αυτή περίοδο του λειτουργικού έτους. Ένα κείμενο που, πρωτίστως, μας θυμίζει ότι δεν δημιουργηθήκαμε από τον Θεό απλώς για να ζήσουμε πάνω στη γη κάποιες εβδομάδες, κάποιους μήνες, κάποια χρόνια άλλοι, πενήντα χρόνια ή ακόμη και σχεδόν ένα αιώνα μερικοί, ή πιο μακρόβιοι….και στη συνέχεια πλέον τίποτε, το μηδέν.
Η επίγεια ζωή μας είναι χρονικά περιορισμένη, αλλά δεν είναι μόνον αυτή. Δημιουργηθήκαμε για μια ζωή χωρίς τέλος. Η προσωπική μας ύπαρξη δεν τελειώνει με τον επίγειο θάνατό μας, κάθε άλλο. Πλαστήκαμε για την αιωνιότητα: Ο Θεός μας έπλασε για την αιώνια μακαριότητα μαζί Του, μακαριότητα με όλους τους αδελφούς μας. Για μία ζωή οικειότητας και αγάπης με τον ουράνιο Πατέρα μας, ζωή αδελφική, φωτεινή, μαζί με όλους τους αδελφούς μας, τους αγγέλους και τους αγίους. Αυτός είναι ο προορισμός μας. Η επίγεια ζωή μας δεν είναι παρά χρόνος δοκιμής, που ο Κύριος μας οικονομεί, για να μας προετοιμάσει για την αιώνια ζωή.
Παράλληλα, όμως, το ευαγγελικό αυτό κείμενο μας θέτει ενώπιον φοβερού δειλήμματος: θα είμαστε μεταξύ εκείνων που θα έχουν αποδεχτεί αυτή την κλήση ή μεταξύ εκείνων που θα έχουν προτιμήσει να εναποθέσουν όλες τις ελπίδες τους στα αγαθά αυτής της γης, εκείνων που μόνη τους έγνοια θα είναι να εξασφαλίσουν μία όσο γίνεται πιο ευτυχισμένη και άνετη επίγεια ζωή … να επιτύχουν μια καριέρα, να εξασφαλίσουν μια άνετη σύνταξη; Αν όλα τα ιδανικά μας περιορίζονταν στο «εδώ και τώρα», προφανώς δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα απολαύσουμε την αιώνια αυτή μακαριότητα, αλλά διακινδυνεύουμε να είμαστε μεταξύ εκείνων που θα καταδικαστούν αιώνια. Θα καταδικαστούν δε όχι με μία εξωτερική, αυθαίρετη απόφαση του Θεού, αλλά από τις δικές τους επιλογές· θα καταδικαστούν να ζήσουν αιωνίως μέσα στο κενό - που τότε θα αποκαλυφθεί στην πληρότητά του - των πραγματικοτήτων που οι ίδιοι επέλεξαν.
Πράγματι, η εναλλακτική αυτή είναι υπαρκτή. Υπάρχει ίσως μία τάση σήμερα, να παραβλέπουμε τη διδασκαλία αυτή του Χριστού. Εύκολα λέμε στον εαυτό μας: Όλοι θα σωθούν και όλα θα πάνε καλά και θα ζήσουμε σε ένα τέλειο κόσμο». Αυτή δεν είναι η διδασκαλία του Ευαγγελίου ούτε των αγίων, που γνώριζαν πόσο η ζωή μας ισορροπεί ανάμεσα σε δύο πιθανότητες και πόσο πρέπει να μεριμνούμε να ανταποκριθούμε στην κλήση του Κυρίου, να θυσιάσουμε όλα τ’ άλλα χάριν αυτής. Διότι είναι το μόνο σημαντικό, το μόνο που πρέπει να μετρά πραγματικά για μας.
Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε τη μεγάλη αλήθεια ότι η επίγεια ζωή μας, όση κι αν είναι η διάρκειά της, πάντως είναι σύντομη. Είναι ο χρόνος που μας δόθηκε από τον Κύριο, για να μπορέσουμε ελεύθερα να διαλέξουμε. Ο Χριστός δεν θέλει να αγαπάται από σκλάβους. Αυτό δεν θα ήταν αγάπη, θα ήταν φόβος και δουλοπρέπεια. Ο Χριστός θέλει η αιώνια αυτή ζωή αγάπης μαζί του και με τους αδελφούς να είναι ο καρπός που απέδωσε μέσα μας η Χάρι του, αλλά να είναι και ο καρπός της ελευθερίας μας, της ελεύθερης επιλογής μας. Και όλη η έννοια της επίγειας ζωής μας και των δοκιμασιών που βιώνουμε εδώ, αυτή είναι: Να επιλέξουμε ελεύθερα να αγαπήσουμε τον Κύριο και τους αδελφούς μας. Το δε σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα μας λέει πως θα πραγματοποιήσουμε ακριβώς αυτό.
Αρχικά ίσως μας φανεί παράξενο ότι στη διδασκαλία αυτή του Χριστού το θεμελιώδες κριτήριο της τελικής Κρίσεως θα είναι η αγάπη προς τους αδελφούς μας. Δεν μιλάει άμεσα για αγάπη προς τον Θεό, όσο και αν είναι και αυτή θεμέλιο και βάση των πάντων. Γιατί; Διότι σαφώς η αγάπη προς τον Θεό υλοποιείται με την αγάπη προς τους αδελφούς. Αγαπώ τον Θεό δεν σημαίνει αγαπώ ένα πρόσωπο που βρίσκεται μακριά, έξω από το σύμπαν μας, ξένο κατά κάποιο τρόπο. Αγαπώ τον Θεό σημαίνει αγαπώ την παρουσία αυτή του Θεού που αποκαλύπτεται στα βάθη της καρδιάς μου δια της αγάπης προς τους αδελφούς μου.
Ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας λέει: «Ο Θεός αγάπη εστί». Αυτή αφορά στο είναι του Θεού. Και στο βαθμό που η αγάπη, η πραγματική αγάπη, μας αποσπά από τον εγωισμό μας, από την τάση που έχουμε να περιστρέφονται όλα γύρω μας, να θεωρούμε τον εαυτό μας κέντρο του κόσμου, και μας κάνει να αγαπούμε, να σεβόμαστε, να διακονούμε, να μη κρίνουμε τους άλλους, αυτή η αγάπη είναι η παρουσία του Θεού μέσα μας. Στο βαθμό που ζούμε έτσι, στο βαθμό που επιλέγουμε, ... Τότε στον βαθμό αυτό είναι που αγαπούμε τον Θεό. Η αγάπη προς τον Θεό είναι αχώριστη από την αγάπη προς τους αδελφούς.
Είναι πράγματι επαναστατικό αυτό που μας ζητάει ο Χριστός, μία επανάσταση όπου το βαρυτικό κέντρο από την ύπαρξή μας, τον εαυτό μας, το εγώ μας μετατίθεται στον Χριστό που αναγνωρίζουμε στο πρόσωπο των άλλων. Αυτό μας ζητάει το Ευαγγέλιο.
Μακάρι αυτή η Μεγάλη Τεσσαρακοστή να μας οδηγήσει προς την εορτή του Πάσχα, που θα είναι για μας σαν μία πρόγευση της τελευταίας εκείνης Ημέρας, όταν ο Χριστός θα είναι «τα πάντα εν πάσι».
Από το βιβλίο του π. Πλακίδα Μυστική άνοδος.
03-03-2024
Κυριακή του Ασώτου
Αφιερώνοντας μία Κυριακή στη μελέτη της παραβολής του ασώτου, στην καρδιά αυτής της περιόδου που μας προετοιμάζει για την είσοδο στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η λειτουργική παράδοση της Εκκλησίας θέλησε να βάλει ενώπιόν μας την εικόνα του απείρου ελέους του Θεού. Και για άλλη μία φορά, φέτος, μας προσκαλεί να νιώσουμε χειροπιαστά το μυστήριο της πίστεώς μας, δίνοντας ζωή και θέρμη στις κάπως στεγνές και αόριστες θεολογικές διατυπώσεις που την εκφράζουν.
Για να γυρίσουμε στον Πατέρα, για να πραγματοποιήσουμε όλη αυτή την πορεία της μετανοίας, πρέπει να ξαναγίνουμε παιδιά, να συμμορφωθούμε με την αιώνια παιδικότητα του Λόγου. Η πνευματική παιδικότητα και η αληθινή μετάνοια συνδέονται στενά μεταξύ τους.
Ας τη σκεφθούμε αυτή την ευαγγελική διήγηση, την παραβολή του ασώτου υιού. Θα μας δώσει αληθινή αίσθηση του πως πρέπει να είναι η χριστιανική ζωή. Όσο στη χριστιανική ζωή βλέπουμε μόνο την εκπλήρωση κάποιου αριθμού εντολών, τον σεβασμό κάποιων απαγορεύσεων, όσο θεωρούμε τον Θεό φοβερό Κύριο, θα μοιάζουμε με τον αμελή εκείνον υπηρέτη που κατηγορούσε τον Κύριό του, στην παραβολή των ταλάντων, εκείνον που αρκέστηκε στο να θάψει το τάλαντο που πήρε από αυτόν, και του το επέστρεψε λέγοντας: «Ξέρω ότι είσαι σκληρό και απαιτητικό αφεντικό, γι’ αυτό και έθαψα το τάλαντο που μου είχες εμπιστευθεί και στο επιστρέφω όπως μου το έδωσες». Και εξαιτίας αυτού καταδικάστηκε, επειδή δεν πίστεψε στο έλεος , στην χωρίς όρια αγάπη του Πατρός, και το μόνο που σκέφτηκε ήταν να είναι τυπικά εντάξει με τον κύριο αυτό, τον οποίο έκρινε σκληρό και άδικο.
Ας έχουμε βεβαιότητα για το έλεος του Θεού, για το άπειρο αυτό έλεος, για το οποίο ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος έλεγε ότι μέσα του μπορούν να ριχτούν όλες οι αμαρτίες μας, όλες οι αμαρτίες του κόσμου, και να εξαφανιστούν όπως μία χούφτα άμμου στον ωκεανό. Μόνον αν αυτό το συνειδητοποιήσουμε, θα αποκτήσει σημασία που θα καταβάλουμε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ασφαλώς την περίοδο αυτή πρέπει να νηστέψουμε, να προσευχηθούμε εντατικότερα από όσο συνήθως, με τις μακρές ακολουθίες· πρέπει να κλέψουμε από τον ύπνο μας, για να επιμηκύνουμε τη νυκτερινή προσευχή μας. Πρέπει να κάνουμε ελεημοσύνη, αποτελεσματική προσφορά αγάπης προς τον πλησίον. Αλλά όλα αυτά δεν έχουν νόημα, παρά μόνον αν τα βλέπουμε όχι απλώς ως μία εξωτερική υποχρέωση, αλλά ως τον τρόπο με τον οποίο θα βιώσουμε στη ζωή μας την επιστροφή στον Πατέρα, στο άπειρο έλεος, από το οποίο μόνον η αγάπη προς το εγώ, η φιλαυτία, μπορεί να μας χωρίσει. Ο Θεός δεν είναι αυστηρός προς τον αμαρτωλό. Αλλά στον βαθμό που ο αμαρτωλός παραμένει προσκολλημένος στον παλαιό εαυτό του, στον βαθμό που δεν συναινεί να ρίξει το τείχος που τον χωρίζει από τον Θεό, και που είναι η πρόσδεση στο θέλημά του, έ…τότε ο Θεός γίνεται μακρινός, ακόμη και απρόσιτος γι’ αυτόν.
Μακάρι η παραβολή αυτή να μας δώσει και την αίσθηση του απείρου ελέους του Θεού. Αυτό είναι ο πυρήνας του Χριστιανισμού, αυτό βρίσκεται στην καρδιά της Χριστιανικής ζωής, αυτό αποδίδει τη βαθύτερη αίσθηση όλων των μυστηρίων της πίστεώς μας. Και τότε θα εισέλθουμε στη χαρά, την χαρά του Ασώτου, στη χαρά αυτής της αιώνιας γιορτής και της απείρως γλυκιάς συνάντησης με τον ουράνιο Πατέρα μας.
Από το βιβλίο του π. Πλακίδα, Μυστική Άνοδος
25-02-2024
Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου
Με την εβδομάδα αυτή μπαίνουμε στην περίοδο της προπαρασκευής για τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή· διάστημα που θα διαρκέσει κάποιες εβδομάδες προτού αρχίσει η περίοδος της νηστείας.
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή μας οδηγεί κάθε χρόνο στην εορτή του Πάσχα. Κάθε χρόνο διανύουμε την προνομιακή αυτή περίοδο, η οποία μας θυμίζει τόσο την πορεία του λαού του Θεού της Παλαιάς Διαθήκης επί σαράντα χρόνια δια μέσου της ερήμου προς τη γη της Επαγγελίας, όσο και τις σαράντα μέρες κατά τις οποίες ο Χριστός νήστεψε στην έρημο, θέλοντας να ανανεώσει κατά κάποιον τρόπο στο πρόσωπό του την πορεία αυτή του Ισραήλ· όχι πιά επί σαράντα χρόνια, αλλά για σαράντα συμβολικές ημέρες. Να την ανανεώσει Εκείνος, ο οποίος ολοκληρώνει στο πρόσωπό Του όλο το μυστήριο της Παλαιάς Διαθήκης, όλο το μυστήριο του Ισραήλ. Ο συμβολικός αριθμός 40 περιλαμβάνει μία περίοδο προετοιμασίας, κατά την οποία η ψυχή προδιατίθεται να δεχθεί το πλήρωμα της θείας χάριτος. Έτσι θα οδηγηθούμε προς την είσοδο στη Γη της Επαγγελίας, δηλαδή στην Ανάσταση μαζί με τον Χριστό.
Ακολουθούμε επομένως κάθε χρόνο το ίδιο οδοιπορικό και θα έπρεπε κάθε φορά να προοδεύουμε. Είναι το οδοιπορικό κάθε χριστιανού, που ξεκινά με το βάπτισμά μας, και θα ήταν ευχής έργο κάθε φορά να εμβαθύνουμε, κάθε χρόνο να σημειώνουμε πραγματική πρόοδο, να διεισδύουμε όλο και περισσότερο στο μυστήριο του θανάτου και της Αναστάσεως εν Χριστώ, ώστε με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος να ζούμε στο πλήρωμά της τη θέωση αυτή, την εν Χριστώ υιοθεσία παρά του Πατρός, ή μάλλον να ζει Εκείνος όλο και περισσότερο μέσα μας. Γι’ αυτό και έχει μεγάλη σημασία να παρακολουθούμε την περίοδο αυτή, που μας προετοιμάζει για το Πάσχα, μέσα στη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Κάθε χρόνο, μας χαρίζει να εισδύουμε όλο και βαθύτερα στο θαύμα αυτό που είναι η χριστιανική ζωή. Ένας μεγάλος λειτουργιολόγος έλεγε ότι η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι περίοδος μοναστικής ζωής την οποία η Εκκλησία εντάσσει όλους τους πιστούς. Διότι η μοναστική ζωή, κατά βάθος, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα προνομιακό μέσον για να ζήσουμε στην πληρότητά του αυτό που είναι η ζωή κάθε χριστιανού, αυτό που κάθε χριστιανός πρέπει να βιώνει όσο διαρκεί η ζωή του. Κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή όμως η Εκκλησία διευκολύνει προς τούτο κάθε χριστιανό, προσφέροντάς του μία περίοδο νηστείας, εντονώτερης προσευχής, θα έλεγα δε και μεγαλύτερου χωρισμού από τον κόσμο (λιγότερη τηλεόραση, λιγότερο διαδίκτυο…..)
Βεβαίως, η θεμελιώδης πρακτική της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι η νηστεία. Το σημερινό όμως ευαγγελικό ανάγνωσμα μας θυμίζει ότι ακόμα σημαντικότερη από τη νηστεία είναι η ταπεινοφροσύνη της καρδιάς. Η νηστεία μας δεν έχει αξία παρά μόνον αν αποτελεί τη σωματική έκφραση της βαθειάς ταπείνωσης του είναι μας. Στην Αίγυπτο τον τέταρτο αιώνα, ένας νεαρός μοναχός ρώτησε έναν γέροντα της ερήμου: «σε τι χρησιμεύουν οι νηστείες μας;» και ο γέροντας του απάντησε: «ταπεινώνουν την ψυχή μας».
Η νηστεία της Σαρακοστής, που θα αρχίσουμε σε λίγες εβδομάδες, έχει λοιπόν ως σκοπό να μας βοηθήσει να διεισδύσουμε περαιτέρω, μαζί με το ίδιο το σώμα μας, στη βαθειά αυτή ταπείνωση, στην ταπείνωση της ψυχής, η οποία αποτελεί τη θεμελιώδη στάση που μας ζητείται και που μας επιτρέπει να υποδεχτούμε πλήρως τη δωρεά του Θεού. Η νηστεία ολοκληρώνεται πάντοτε με την προσευχή, και η Τεσσαρακοστή είναι μία περίοδος κατά την οποία η προσευχή μας πρέπει να γίνεται εντονότερη.
18-02-2024
Η Δημιουργία
Ο Χριστός είναι το μέτρο όλων των πραγμάτων, προσκαίρων και αιωνίων, Θείων και ανθρωπίνων. Για τον λόγο αυτό όλα, όσα προτίθεμαι να γράψω εδώ, θα προέρχονται από τη θεώρηση του Χριστού ως Θεανθρώπου. Η χριστιανική ανθρωπολογία μας δεν πρέπει να έχει αφηρημένο χαρακτήρα, αλλά να προσφέρει απαραιτήτως θεμέλιο για όλη την εν Θεώ ζωή μας. Δεν θα δίσταζα να ονομάσω την ανθρωπολογία αυτή ασκητική. Η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο είναι πολυδιάστατη. Μία από τις διαστάσεις της είναι η δημιουργική δύναμη, που εκδηλώνεται σε ποικίλες περιοχές: σε κουλτούρες όλων των ειδών, δηλαδή πολιτισμούς, τέχνες, επιστήμες. Στον πρωτόπλαστο δόθηκε η εντολή, με την είσοδό του στον φυσικό κόσμο, να εργάζεται σε αυτόν και να τον φυλάσσει (Γέν.2, 15). Ο φυσικός κόσμος είναι πλασμένος με τέτοιον τρόπο, ώστε ο άνθρωπος βρίσκεται στην ανάγκη να λύνει δημιουργικά τα προβλήματα που αδιάκοπα αναφύονται μπροστά του. Ωστόσο αυτά που απαριθμώ δεν εξαντλούν τον όλο άνθρωπο.
Παράλληλα με την παραγωγή εκείνων που χρειάζεται ο άνθρωπος για τη συντήρηση της ζωής του επάνω στη γη, ανέρχεται από τις ατελείς μορφές στις τελειότερες, τις πνευματικές, που υπερβαίνουν όλα τα ορατά και τα πρόσκαιρα. Στο επίπεδο των προσκαίρων, η δημιουργική ικανότητα κατευθύνεται προς τα κάτω, προς τη γη, για να οργανώσει τα ακατέργαστα δεδομένα της φύσεως, που αντιστοιχούν στις απαιτήσεις των αναγκών του ανθρώπου. Στην περίπτωση αυτή ο σκοπός κατορθώνεται στα όρια των φυσικών ικανοτήτων του ανθρώπου. Στη δεύτερη περίπτωση η δημιουργία κατευθύνεται προς τον ανώτερο κόσμο, όπου τα φυσικά χαρίσματα του ανθρώπου δεν επαρκούν.
Ως πρόσωπο ο άνθρωπος διαθέτει ελεύθερη βούληση που εκφράζεται, όχι με την εκ του μηδενός δημιουργία κάποιου εντελώς νέου πράγματος που δεν υπήρξε, αλλά ως συμφωνία με τη θέληση του Θεού, του αληθινά δημιουργού, ή ως διαφωνία προς το θέλημά Του (που αποκλίνει από το θέλημά Του ή και το απορρίπτει). Μόνο εκείνη η δημιουργία που συμπίπτει με το θέλημα του ουρανίου Πατρός παράγει καρπούς που μπορούν να περάσουν στην αιωνιότητα· ότιδήποτε άλλο καταλήγει στο μη όν: «Πάσα φυτεία ην ουκ εφύτευσεν ο Πατήρ Μου ο Ουράνιος εκριζωθήσεται»(Ματθ.15,13). «Εγώ ειμί η άμπελος, υμείς τα κλήματα. Ο μένων εν Εμοί καγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν, ότι χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν. Εάν μή τις μείνει εν Εμοί, εβλήθη έξω ως το κλήμα και εξηράνθη, και συνάγουσιν αυτά και εις πυρ βάλλουσι, και καίεται» (Ιωάν. 15,5-6).
Για να γίνει ο άνθρωπος συνεργός του Θεού στη δημιουργία του κόσμου, πρέπει αδιάκοπα να αγωνίζεται για την κατά το δυνατόν καλύτερη γνώση του Ιδίου του Θεού. Η πορεία αυτή της αναβάσεως στη γνώση του Θεού είναι επίσης δημιουργική πράξη, ιδιαίτερης όμως τάξεως· σκοπός της είναι η συμμετοχή στην αιώνια δημιουργική πράξη του Πατέρα, η απόκτηση της έσχατης τελειότητος με την παραμονή στο ρεύμα της Θείας Αιωνιότητος, όπου πρώτος εισήλθε ο Χριστός - Άνθρωπος. Ο χριστιανός στη δημιουργική αναζήτησή του εγκαταλείπει όλα όσα φέρουν σχετικό και παροδικό χαρακτήρα, για να παραμείνει στα μη παρερχόμενα. Στα όρια της γης η τελειότητα δεν είναι εντελώς πλήρης. Και όμως την αποκαλούμε τελειότητα. Μιμούμενοι τον Χριστό που είπε: «Εγώ απ’ εμαυτού ποιώ ουδέν, αλλά καθώς εδίδαξέ με ο Πατήρ μου, ταύτα λαλώ» (Ιωάν. 8,28), και εμείς πρέπει να αγωνιζόμαστε για το ίδιο, σύμφωνα με την παρατήρηση του Γέροντα Σιλουανού:«Οι τέλειοι δεν λένε τίποτε αφ’ εαυτου τους… Λένε μόνον ό,τι τους δίνει το Πνεύμα».
Αυτή λοιπόν είναι η αληθινή δημιουργία, η ανώτερη από όλα εκείνα που είναι εφικτά για τον άνθρωπο. Όχι παθητικά, αλλά με δημιουργικό αγώνα βαδίζει ο άνθρωπος προς αυτό τον άγιο σκοπό, χωρίς ποτέ να λησμονεί ότι δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να δημιουργήσει για τον εαυτό του θεό «κατ’ εικόνα του», κάτι που πολλοί φιλόσοφοι ή και θεολόγοι κάνουν.
Η οδός προς την τελειότητα έχει ως εξής: Το πνεύμα του ανθρώπου αποχωρεί από την αναρίθμητη ποικιλομορφία των φαινομένων του φυσικού κόσμου, και με όλη τη δύναμή του στρέφεται προς τον Θεό. Και αυτό είναι το όριο του ανθρώπου επάνω στη γη. Όταν όμως, μετά την έξοδό της η ψυχή ανεβαίνει προς τον Θεό για αιώνια σε Αυτόν και με Αυτόν διαμονή, τότε μέσα στο «Είναι» αυτό έρχεται η γνώση και η είσοδός μας στην Πράξη δημιουργίας από τον Θεό όλων των υπαρκτών. Αρραβώνα της καταστάσεως αυτής αποτελεί το χάρισμα της θαυματουργίας. Κατά τον λόγο του αγίου Γρηγορίου του θεολόγου: « Ο Θεός σκέφτεται τον κόσμο και ο κόσμος υπάρχει». Και οι άγιοι τελούν τα θαύματα όχι με φυσική επενέργεια επάνω στη φύση, αλλά στην προσευχή τους προς τον Θεό «σκέφτονται το ποθούμενο και αυτό πραγματοποιείται».
Από το βιβλίο του Αγίου Σωφρονίου, Το μυστικό της Χριστιανικής Ζωής, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας.
21-01-2024
Των Τριών Ιεραρχών
Αν εξετάζαμε σε βάθος και πλάτος το σύνολο της διδασκαλίας των τριών μεγάλων ανδρών, θα μπορούσαμε να συλλέξουμε όλα εκείνα τα στοιχεία που συνθέτουν την προσωπικότητα του δασκάλου, του ποιμένα, του ηγέτη.
Έτσι προχωρούν οι τρεις Ιεράρχες και ολοκληρώνουν τη διδασκαλία της Εκκλησίας ότι ο άνθρωπος δεν είναι άτομο, αλλά πρόσωπο.
Διασπούν τα σχήματα της εποχής τους, ρηξικέλευθοι και πρωτοπόροι αυτοί, και δεν παραδέχονται ότι η παιδευτική σχέση μπορεί να ολοκληρωθεί με τον φόβο από μέρους του μαθητή ή με την αυθεντία από το μέρος του δασκάλου.
Δεν μπορούν να φανταστούν το δάσκαλο σαν άψυχη ψυχρή κολώνα στημένη στην έδρα του. Κατεβαίνουν, γίνονται συνοδοιπόροι, επικοινωνούν, συμπορεύονται μέσα σε μία κοινωνία αγάπης και αμοιβαιότητας.
Συναντώνται ως πρόσωπα με τα πρόσωπα των μαθητών τους, γιατί γνωρίζουν καλά ότι μόνον η κοινωνία των προσώπων και η αμοιβαιότητα των αισθημάτων είναι εκείνη που θα κατορθώσει στο χώρο της παιδείας ό,τι ωραίο και ό,τι μεγάλο προσπάθησε να επιτύχει η παιδευτική αγωγή στο πέρασμα τόσων αιώνων.
Αυτή η πραγματικότητα και αυτό το γεγονός παρουσιάζουν με τα εντονότερα χρώματα το μέγεθος της ευθύνης και το μεγαλείο της αποστολής του δασκάλου. Και τούτο, γιατί δεν είναι μία αποστολή απροϋπόθετη, αποστολή που αντέχει σε προχειρότητες και παίγνια.
Η προσωπικότητα του δασκάλου είναι η πεμπτουσία της παιδευτικής σχέσης και της παιδευτικής ενέργειας. Γι’ αυτό λοιπόν ο δάσκαλος είναι ανάγκη να είναι το κατ’ εξοχήν πρόσωπο, να είναι ολοκληρωμένη προσωπικότητα, γιατί μόνο έτσι θα μπορεί να διαπλάσει γνήσια πρόσωπα. Σε κάθε άλλη περίπτωση η παιδευτική σχέση θα χωλαίνει, η παιδευτική ενέργεια θα υστερεί και το παιδευτικό αποτέλεσμα θα βαρύνει τους τρυφερούς ώμους της νεότητας.
Είναι ανάγκη να μη λησμονούμε ποτέ ότι με γνώσεις και μόνο με γνώσεις, χωρίς πνευματική αναγέννηση, χωρίς κάθαρση ψυχική, χωρίς ηθική ετοιμότητα, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί η ποθούμενη ολοκλήρωση, που θα μπορέσει να αναγεννήσει και την παιδεία στον τόπο μας και τις ψυχές των νέων.
Αυτά ήταν τα ιδανικά των τριών Ιεραρχών, που κατόρθωσαν με ένα μοναδικό στην ιστορία τρόπο να ξεπεράσουν την εποχή τους.
Και όλα αυτά:
- Η ακλόνητη και θερμή τους πίστη στον Χριστό,
- η απαράμιλλη ποιμαντική και φιλανθρωπική τους δράση,
- η αφοβία τους μπροστά στις απειλές και τους κινδύνους, το πρωτοποριακό και καθαρό τους πνεύμα,
- η βαθειά γνώση της Γραφής και της εκκλησιαστικής γραμματείας,
- η ουσιαστική κατοχή της ελληνικής φιλολογίας και φιλοσοφίας,
- η λογοτεχνική διαμόρφωση των διανοημάτων τους,
- η αγάπη τους προς τη δημιουργία και τον άνθρωπο,
- η εντελής κατανόηση των κοινωνικών προβλημάτων και των ανθρωπίνων συναισθημάτων,
- η αντίδραση κατά της διαφθοράς,
- η ακοίμητη φιλοπατρία και πάνω απ’ όλα το ήθος τους το υποδειγματικό δίκαια τους ανέδειξαν σε ανθρώπους που μπόρεσαν να γίνουν ψυχογράφοι και παιδαγωγοί, προστάτες των γραμμάτων και της παιδείας.
Υπήρξαν οι Τρεις Ιεράρχες στο βάθος του χρόνου, αλλά και παραμένουν στην τιμή και τη μνήμη της Εκκλησίας του Χριστού, Ά γ ι ο ι , Δ ι δ ά σ κ α λ ο ι και Π α τ έ ρ ε ς. Χαρακτηριστικά που δεν αναφέρονται μόνο σε εκείνους και την εποχή τους, αλλά και σε κάθε εποχή και ιδιαίτερα στον σύγχρονο κόσμο. Σε ένα κόσμο δηλαδή, που είναι περισσότερο από προφανές ότι παραπαίει ανάμεσα στις αξίες που αρνείται και στις απαξίες που εγκολπώνεται, ανάμεσα στην αγιότητα που περιγελά και στην αμαρτία που θάλπει, ανάμεσα στη νουθεσία που απορρίπτει και στην ένοχη σιωπή που προκρίνει, ανάμεσα στις ευλογημένες γονικές ευθύνες, που εξαιτίας του κόπου τους τους παραμελεί, και στην αδιαφορία, την αμέλεια και την αναπαυτική ζωή που προτιμά, ανάμεσα, τέλος, στο ιερό που βεβηλώνει και στο βέβηλο που ακόρεστα επιζητεί.
Από το βιβλίο: Αρχιμ. Νικοδήμου Σκρέττα, Λατρεία και Αγιότητα, Μαθητεία στο Συναξάρι της Ορθοδοξίας, Θεσσαλονίκη 2017
21-01-2024
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ΛΟΥΚΑ
Ο ΓΑΜΟΣ ΤΟ ΜΕΓΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟ
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η σπουδαιότερη ημέρα της ζωής του ανθρώπου, μετά από τη γέννηση και τη Βάφτιση, είναι εκείνη του Γάμου. Βεβαίως, η κοσμική λαίλαπα της εποχής μας ανάμεσα στους θεσμούς, τους οποίους προσπάθησε να συντρίψει, ήταν και το τιμιότατο και ιερότατο μυστήριο του Γάμου.
Για πολλούς ο Γάμος είναι μια ευκαιρία για διασκεδάσεις και απολαύσεις. Όμως η ζωή είναι μια σοβαρή υπόθεση. Είναι ένας πνευματικός αγώνας, μια πορεία προς ένα τέρμα, τον ουρανό. Της πορείας αυτής κρισιμότερο σημείο και σπουδαιότατο μέσον είναι ο Γάμος. Κανείς δεν επιτρέπεται να ξεφύγει τα δεσμά του γάμου, είτε κάνει έναν μυστικό γάμο, αφιερώνοντας τον εαυτό του στον Θεό, είτε κάνει έναν μυστηριακό.
Ξέρουμε ότι ο γάμος είναι θεσμός συσταθείς υπό του Θεού. Είναι τίμιος, είναι «μυστήριον μέγα»…..
Ο Γάμος είναι μία πορεία αγάπης. Είναι δημιουργία ενός καινούριου ανθρώπου∙ «έσονται εις σάρκα μίαν», λέγει το Ευαγγέλιο. Ενώνει ο Θεός δύο ανθρώπους και τους κάνει έναν. Από την ένωση των δύο που αποφασίζουν να συγχρονίσουν τα βήματά τους και να συναρμονίσουν τους χτύπους των καρδιών τους, βγαίνει ένας άνθρωπος. Με την βαθιά αυτή και πηγαία αγάπη ο ένας είναι μία παρουσία, μία ζωντανή πραγματικότης μέσα στην καρδιά του άλλου. Είμαι παντρεμένος σημαίνει πως δεν μπορώ να ζήσω ούτε μία ημέρα, ούτε καν λίγες στιγμές χωρίς τον σύντροφο της ζωής μου. Ο άνδρας μου, η γυναίκα μου είναι ένα κομμάτι του είναι μου, της σάρκας μου, της ψυχής μου∙ είναι συμπλήρωμά μου. Αποτελεί την απασχόληση του μυαλού μου. Αποτελεί τον λόγο, για τον οποίο νοιώθω να χτυπά η καρδιά μου.
Το βασικότερο στον γάμο είναι η αγάπη. «Καμιά θάλασσα και κανένα βουνό, κανένας τόπος και χρόνος, καμιά πικρή γλώσσα δεν θα μπορέσουν να μας χωρίσουν», έλεγε κάποιος που αγαπούσε την σύζυγό του. «Αν μπορείς πάρτον», έλεγε μια άλλη, «τον έχω κρυμμένο μέσα στην καρδιά μου». Τον ζητούσαν να τον δικάσουν μετά από μία συκοφαντία και εκείνος κρυβόταν.
Γάμος σημαίνει ένωσις ανδρός και γυναικός εις έν. Ο Θεός βδελύσσεται την διάζευξη και το διαζύγιο. Θέλει την αδιάσπαστη ενότητα. Ο ιερέας βγάζει τα δαχτυλίδια από το αριστερό δάκτυλο, τα βάζει στο δεξί και κατόπιν πάλι στο αριστερό και τελικώς τα βάζει στο δεξί τους χέρι. Διότι το δεξί χέρι είναι εκείνο με το οποίο κυρίως ενεργούμε. Αυτό δείχνει ότι το χέρι μου το κατέχει πλέον ο άλλος. Δεν κάνω τίποτε που δεν θέλει. Είμαι δεμένος μαζί της. Είμαι δεμένη μαζί του. ζω για τον άλλον, γι’ αυτό ανέχομαι τα ελαττώματά του. Όποιος δεν μπορεί να ανεχτεί τον άλλον, δεν μπορεί και να παντρευτεί.
……………………………………
Ο Γάμος είναι ένας δρόμος∙ αρχίζει από την γη και τερματίζει στον ουρανό. Είναι μία σύναψις, ένας σύνδεσμος μαζί με τον Χριστό, που μας βεβαιώνει ότι θα πάμε κάποτε στον ουρανό. Γάμος είναι μία «γέφυρα μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν». Σαν να λέγει το μυστήριο της Εκκλησίας μας: Πάνω από την αγάπη, πάνω από τον άνδρα σου, πάνω από την γυναίκα σου, πάνω από τα καθημερινά σου γεγονότα, να θυμάσαι ότι προορίζεσαι για τον ουρανό, ότι μπήκες στο δρόμο που πρέπει οπωσδήποτε να σε βγάλει εκεί. Η νύμφη και ο γαμπρός δίνουν τα χέρια τους, τους πιάνει και ο ιερεύς και ακολουθούν γύρω από το τραπέζι χορεύοντας και ψάλλοντας. Αυτό σημαίνει ότι ο γάμος είναι η πορεία, το ταξίδι που θα καταλήξει στον ουρανό, στην αιωνιότητα.
Στον γάμο φαίνονται ότι παντρεύονται δύο. Δεν είναι όμως δύο αλλά τρεις. Παντρεύεται ο άνδρας την γυναίκα και η γυναίκα τον άνδρα, αλλά και οι δύο μαζί υπανδρεύονται τον Χριστό. Τρεις επομένως λαμβάνουν μέρος στο μυστήριο και τρεις πλέον παραμένουν στη ζωή τους.
Στον χορό τους σέρνει ο ιερεύς, ο τύπος του Χριστού. Αυτό σημαίνει ότι μας άρπαξε ο Χριστός, μας εξηγόρασε, μας αιχμαλώτισε, μας έκανε δικούς του. Γι’ αυτό ακριβώς «το μυστήριον τούτο μέγα εστίν».
Την λέξη «μυστήριον» στα λατινικά την απέδωσαν με την λέξη sacramentum, που σημαίνει όρκος, σύναψις, σύνδεσμος. Είναι μόνιμος πλέον δεσμός με τον Χριστό.
Παντρεύομαι λοιπόν σημαίνει σκλαβώνω την καρδιά μου στον Χριστό. Εάν θέλεις, μπορείς να παντρευτείς∙ εάν θέλεις, δεν παντρεύεσαι. Εάν παντρευτείς όμως, αυτή την έννοια έχει ο γάμος στην Εκκλησία σου την Ορθόδοξη, η οποία σε γέννησε. Είμαι παντρεμένος σημαίνει είμαι σκλάβος του Χριστού.
14-01-2024
Η σημασία των ονομαστικών εορτών
Οι ονομαστικές εορτές είναι ευκαιρίες να εξετάζουμε τον εαυτό μας για να δούμε αν διατηρούμε προσωπική σχέση με την κοινωνία στην οποία ζούμε, ή αν ζούμε απλώς με ένα σύνολο ανθρώπων. Μας βοηθούν να εξακριβώσουμε εάν η στάσις μας είναι φυσική στο μοναστήρι (και στην κοινότητα-ενορία), εάν αγαπάμε δηλαδή ειλικρινά τους άλλους και εάν είμεθα προσωπικά συνδεδεμένοι μαζί τους. Διότι εάν κάπου σπάσει η αλυσίδα, χάνει την ενότητά της. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί και στο μοναστήρι (στην κοινότητα-ενορία).
Γι’ αυτό, εάν υπάρχει κάτι που μπορεί να μας δικαιώσει και να μας χαρίσει μακροβιότητα, ατομικά στον καθένα και συνολικά ως αδελφότητα (κοινότητα-ενορία), είναι ο προσωπικός αυτός δεσμός που μπορούμε να έχουμε μεταξύ μας: ο καθένας με τον άλλον και όλοι μαζί. Αυτό είναι το πρώτο στοιχείο των ονομαστικών εορτών.
Το δεύτερο στοιχείο είναι η σχέση μας με τον προσωπικό μας άγιο και εν γένει με τους αγίους. Ο απλός άνθρωπος, που τον απασχολεί κάποιο πρόβλημα – τον έπαψαν επί παραδείγματι από τη δουλειά του - , αντί να πονέσει και να κλάψει, έρχεται στο μοναστήρι και λέγει: Γέροντα, εσείς έχετε εδώ το χέρι της αγίας Μαγδαληνής, που είναι θαυματουργό. Θα σας παρακαλέσω πάρα πολύ να πάμε να προσευχηθούμε, για να τακτοποιήσει την υπόθεση η αγία. Και, μετά από την προσευχή, διηγείται ο επισκέπτης πως είδε την αγία, τι του είπε, πως θα τακτοποιήσει την υπόθεσή του, πως μυρόβλυσε, πως ευωδίασε· αποκτά έτσι μία προσωπική σχέση.
Άραγε, εμείς έχουμε αυτή την προσωπική σχέση με τους αγίους; Εάν δεν υφίσταται αυτή η σχέση, είναι σαν να έχουμε ένα μέλος του σώματός μας το οποίο, από τα πολλά φάρμακα, τις πολλές ενέσεις, ή εξαιτίας μιάς ασθενείας ή άλλων λόγων, έπαθε τελεία ατροφία και δεν το αισθάνεσαι καθόλου. Ακουμπάς το μέλος και δεν νιώθεις τίποτε. Ούτε καίει, ούτε ζεστό είναι ούτε κρύο. Έτσι αισθανόμαστε και εμείς τους αγίους και οι άγιοι εμάς, όταν δεν έχουμε αυτή την προσωπική σχέση μαζί τους.
Η ημέρα λοιπόν της ονομαστικής μας εορτής πρέπει πάντοτε να μας θυμίζει αυτή την προσωπική σχέση μας, διότι δεν είναι δυνατόν να ζήσουμε ως ορθόδοξοι χριστιανοί, εάν δεν έχουμε ορθόδοξο φρόνημα. Και δεν είναι δυνατόν να έχουμε ορθόδοξο φρόνημα – γινόμαστε ευθύς αμέσως Ρωμαιοκαθολικοί, διαλυσταί, πιστεύοντας σε ένα επίγειο κόσμο και σε έναν ουράνιο που ο καθένας τους έχει τη δική του κεφαλή-, εάν δεν έχουμε αυτή την ενότητα και την απλούστατη συνείδηση.
Ορθόδοξος Εκκλησία σημαίνει, μυστική βίωσις της ενότητος, της καθολικότητος και ως εκ τούτου ισχυρή συνείδησις της παρουσίας του αγίου στη ζωή μας. Η ονομαστική μας εορτή δηλαδή παίζει αυτόν τον μεγάλο ρόλο για μας. Ιδιαίτερα η Θεοτόκος πάντοτε προΐστατο, προηγείτο των πιστών και τους έδιδε ό,τι δήποτε ζητούσαν. Αλλά και οι άγιοι κτίτορές μας και ο προσωπικός άγιος του καθενός και οι άγιοι τους οποίους τιμάμε και αγαπάμε από τις έρευνές μας, από τις μελέτες μας, από τα βιώματά μας, είναι έτοιμοι να μας βοηθήσουν.
Εάν εμείς δεν έχουμε προσωπική κοινωνία με τους αγίους, ας έχουμε τουλάχιστον την πλήρη επίγνωση ότι είμεθα τυφλοί, ανάλγητοι, στυγνοί, ξηρές καρδιές, νεκρά μέλη του σώματος του Χριστού. Μπορεί να ποθούμε, ίσως να έχουμε και κάποια ελπίδα, εάν όμως δεν έχουμε σήμερα κοινωνία με τους αγίους, σημαίνει ότι δεν έχουμε Θεόν, δεν έχουμε δούναι λαβείν με τον Θεόν· ο Θεός είναι μακράν ημών.
Το τρίτο, που θέλω να προσέχουμε όταν έχουμε ονομαστικές εορτές, είναι το φρόνημα των αγίων. Η αγιότητα δεν είναι ένας τύπος, αλλά ένα ξεχώρισμα από την ζωή, από τον εαυτό μας. Η αγιότητα είναι μία αποκλειστικότης. Εγώ, με τον δικό μου τρόπο, κατά το μέτρο της ανθρωπίνης μου υποστάσεως και δυνάμεως, κατά το μέτρο της χωρητικότητός μου, κατά το χάρισμα του Θεού – όλα αυτά έχουν τη σημασία τους και αν δεν τα προσέξουμε θα ναυαγήσουμε οπωσδήποτε- θα ζήσω ενώπιον του Θεού· μόνος, σαν να μην υπάρχει κανένας άλλος.
Ας αναφέρουμε μία εικόνα. Είμαστε σε ένα φυλάκιο και φυλάγουμε τα σύνορα όλοι μαζί. Εάν όμως μείνεις μόνος σου, πόσο μεγαλύτερη ευθύνη θα νιώθεις και τι συνείδηση θα έχεις! Αυτή τη συνείδηση μονότητος πρέπει να έχεις και ενώπιον του Θεού· ότι δηλαδή είσαι ο μόνος που τον παρακολουθείς και έχεις φυλακή που πρέπει να την τηρείς. Αλλά επί πλέον πρέπει και να αυξηθείς, να προοδεύσεις, για να μπορέσεις να μείνεις ως ο μοναδικός στην ιστορία. Αυτό είναι η δόξα του Θεού.
Ουδεία άγιος συγχέεται με κάποιον άλλον. Ανώνυμοι άγιοι υπάρχουν, αλλά άγιοι οι οποίοι συγχέονται δεν υπάρχουν. Ο καθένας ήταν μία πληρότητα κόσμου και κόσμων, περιέκλειε τα πάντα, ολόκληρον τον Θεόν. Και κάτι που περικλείει όλον τον Θεόν, είναι ατόφιο και ακέραιο. Ακέραιες υποστάσεις οφείλουμε να είμαστε ο καθένας μας ενώπιον του Κυρίου.
Ας ζούμε λοιπόν με την αίσθηση της αποκλειστικότητος και ας το θυμόμαστε αυτό ιδιαίτερα στις εορτές μας. Παρατηρείστε τους αγίους. Ο καθένας αγίασε διαφορετικά: Ο ένας έτρωγε, ο άλλος δεν έτρωγε. Ο ένας έπινε κρασί, ο άλλος ουδέποτε το έβαζε στο στόμα του. Ο ένας κήρυττε, ο άλλος απέφευγε να κηρύττει, λέγοντας ότι το κήρυγμα είναι εγωισμός. Ο ένας έζησε παρθενικώς, ο άλλος μεταστράφηκε, εγκαταλείποντας τις ληστείες του και τις ακαθαρσίες του. Εκατομμύρια άγιοι, εκατομμύρια ανεξάρτητες υποστάσεις, που η καθεμία αγίασε κατά τον δικό της τρόπο. Το Πνεύμα είναι ένα, τα χαρίσματα όμως πολλά, οι δε μορφές της αγιότητος αναρίθμητες, όσες και οι εφέσεις για τον ουρανό.
Από ομιλία του Γέροντος Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου, «Τα χαρακτηριστικά του αγίου και η σημασία των εορτών».
17-12-2023
Κυριακή των Προπατόρων 17/12/2023
Πάλι Χριστούγεννα αγαπητοί μου∙ πράγματι, εγεννήθη ο Κύριος και ώφθη εν μέσω των ανθρώπων. Ένας προεόρτιος ύμνος λέγει ότι η Θεοτόκος εξεπλάγη, όταν γέννησε τον Υιόν της, γι’ αυτό έσκυψε και δουλικά προσκύνησε τον βασιλέα των βασιλευόντων και τον ερώτησε: Πώς ενεσπάρεις εις τα σπλάχνα μου; Και επειδή δεν έλαβε καμία απάντηση, ξαναπροσκύνησε το βρέφος Ιησού, διότι ήξευρε ότι είναι Θεός, ο μόνος που μπορούσε να φέρει από τον ουρανό στην ανθρώπινη ζωή το μοναδικό δώρο της θεότητος.
Παρόμοιο σκύψιμο και αγκάλιασμα συναντήσαμε και στον ιερομάρτυρα Ελευθέριο, την μνήμη του οποίου επιτελέσαμε. Ο άγιος είχε κάνει πολλά θαύματα, και εκατοντάδες άνθρωποι πίστεψαν χάριν αυτού. Προτίμησαν να γίνουν μάρτυρες, αιώνιοι απόστολοι της Εκκλησίας και πολίται των ουρανών, παρά να σώσουν τη ζωή τους. αλλά και ο άγιος έδωσε το αίμα του για τον Χριστό, όπως και η μητέρα του Ανθία, η ευανθία στην καρδιά και στην ζωή, που, αντί να κλάψει για το σπλάχνο της, όρμησε στον στίβο και το αγκάλιασε ως τίμιο λείψανο, με αποτέλεσμα ο δήμιος να την κατασφάξει.
Ο ασπασμός όμως και ο εναγκαλισμός της Παναγίας και της μητρός του μάρτυρος δεν έγινε τότε μόνο∙ γίνεται διαρκώς από την Παναγία, τους αγίους και τον ίδιο τον Χριστό, σε όσους μαρτυρούν για τη δόξα του Χριστού. Σήμερα δε, η Εκκλησία εναγκαλίζεται όλους εσάς που κατακλύσατε τον ιερό ναό…
Γεννήθηκε λοιπόν ο Χριστός. Αλλά από ποιους γεννήθηκε; Χρειάζεται να ρίξουμε την ματιά μας στα βάθη των αιώνων και των χιλιετηρίδων, για να βρούμε από πότε ο Χριστός άρχισε να έρχεται στη γη και πότε τελικώς ήρθε.
Σήμερα γιορτάζουν όλοι οι Προπάτορες, από τον Αδάμ μέχρι και τον Ιωσήφ και την Παναγία, όλοι εκείνοι που συνετέλεσαν από κοιλίας εις κοιλίαν να γεννηθεί ο Χριστός……..
Ας δούμε τώρα γιατί η Εκκλησία μας παρουσιάζει σήμερα τους Προπάτορες. Όταν ο Χριστός κατέβηκε στον άδη, άρπαξε όλους αυτούς, διότι τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν, και τους πήγε στον ουρανό. Από αυτούς γεννήθηκε ο Χριστός επί της γης.
Και ποια είναι η δική μας αποστολή; Να συνεχίσουμε το τάγμα αυτών των αγίων∙ να το αυξάνουμε μέχρις ότου, όπως ο Χριστός γεννήθηκε κατά σάρκα από την Παναγία, έτσι να γεννηθεί και από εμάς και από τα εγγόνια μας, τα σωματικά και τα πνευματικά, κατά την Δευτέρα Παρουσία επάνω στον ουρανό.
Μετά λοιπόν τη γέννηση του Χριστού έχουμε καινούργιο τάγμα. Ο Χριστός συνεχίζει να γεννάται μέσα στις καρδιές μας και θα γεννηθεί και εν τοις ουρανοίς, όταν θα τον δούμε όλοι ως φως και ως λαμπτήρα. Κατά την πρώτη γέννηση κανείς δεν τον είδε, κατά την Δευτέρα θα τον δουν όλα τα έθνη. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος λέγει: «Πάντες υιοί Θεού εστέ διά της πίστεως εν Χριστώ Ιησού». Όλοι εμείς γεννιόμαστε από την πίστη μας στον Χριστό και γεννάμε τον Χριστό. Είμαστε λοιπόν σπέρμα του Αβραάμ αλλά και «κληρονόμοι του Αβραάμ κατ’ επαγγελίαν». Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός υποσχέθηκε στον Αβραάμ ότι θα μας δώσει κληρονομιά τον εαυτό του και την αιωνιότητα. Εμείς τώρα προχωρούμε και συνεχίζουμε την άνοδο προς τον ουρανό.
Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός παρουσιαζόταν στους Ιουδαίους σε νεφέλη που τους εσκίαζε και ήταν η άκτιστος ενέργειά Του. Εμείς μπαίνουμε στο νερό, στην νεφέλη του βαπτίσματος, και τυπούμε τον Χριστό. Άλλες φορές οι Ιουδαίοι έβλεπαν μία στήλη φωτός να σηκώνεται και να τους οδηγεί. Για μας αυτή η στήλη είναι το πύρινο Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας εμπνέει και μας αποκαλύπτει τον Χριστό. Με το βάπτισμα γεννηθήκαμε εν Χριστώ, και με το Άγιο Πνεύμα γεννάμε τον Χριστό, γεννάμε απογόνους, διά των οποίων θα έλθει ο Χριστός κατά την Δευτέρα Παρουσία και θα παρουσιαστεί ενώπιον όλου του κόσμου. Γινόμαστε πατέρες και μητέρες, αφού γίναμε παιδιά της Εκκλησίας και των Προπατόρων. Εάν οι Προπάτορες ετοίμασαν την πρώτη παρουσία του Χριστού, εμείς ετοιμάζουμε την Δευτέρα Παρουσία Του. Αλλά, για να υπουργήσουμε, πρέπει, όπως εκείνοι πίστεψαν στον Χριστό, αν και έζησαν στην αμαρτία, έτσι και εμείς να αποφασίσουμε να γίνουμε άγιοι. Με τον τρόπο αυτό θα γίνουμε Προπάτορες.
Δεν υπάρχει ωραιότερο καύχημα από το να ξέρουμε ότι, όταν ο Χριστός θα εμφανιστεί κατά την Δευτέρα Παρουσία, θα είμαστε εμείς που θα τον έχουμε φέρει, από εμάς θα έχει βγει. Και τώρα στη γη εμείς είμαστε τα σύμβολα του Χριστού, ο οποίος θα έλθει κατά την Δευτέρα Παρουσία∙ είμαστε τύποι του ιδίου του Χριστού, οι ενεργούντες μέσα στην Εκκλησία, οι λαμβάνοντες και οι δίδοντες τον Χριστό, ζούμε από τον Χριστό και μεταδίδουμε Χριστό. Αν τα καταλαβαίναμε αυτά, θα θέλαμε να πεθάνουμε, για να βρεθούμε, έστω και για μια στιγμή, γρηγορότερα στον ουρανό και να αγκαλιάσουμε τον Χριστό.
Και πως ετοιμάζει ο Θεός την Δευτέρα Παρουσία Του με εμάς; Όταν αγιαζόμαστε, όταν τον πιστεύουμε, όταν τον ομολογούμε, όταν οι καρδιές μας μέσα στον πόνο και στο σκοτάδι λένε, «Θεέ μου», τότε ανεβάζουμε και κατεβάζουμε τον Χριστό. Και ποια καρδιά δεν το ομολογεί; Το λένε ακόμη και εκείνοι που ισχυρίζονται ότι είναι άπιστοι.
……………………………………………..
Κάθε λόγος και κάθε πράξη μας είναι μία προφητεία, ένας τύπος του Χριστού. Καταλάβαινε άραγε ο Δανιήλ. Ο Αζαρίας, ο Μισαήλ, όλοι οι προφήτες και οι βασιλείς, οι αμαρτωλοί και οι δίκαιοι, ότι γίνονταν τύποι του Χριστού; Όχι∙ όμως δούλευε δι’ αυτών ο Χριστός. Ας το ξέρουμε πως σε ό,τι κάνουμε και ό,τι λέμε, εκεί υπάρχει ο Θεός. Και όταν ακόμη κάποιος αρνείται τον Θεό, ειρωνευόμενος «ποιος Θεός», την ώρα εκείνη δουλεύει ο Θεός, και εάν κάποτε ανοίξει τα μάτια του, θα Τον δει. Είναι καλύτερα όμως να Τον δει τώρα με τα μάτια της πίστεως.
……………………………………………………..
Κάποτε ο Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος από την Πάρο, άγιος άνθρωπος, μου έλεγε κλαίγοντας ένα όραμά του. είχε αγωνία. Κάτι συνέβαινε στην Ελλαδική κοινωνία και έλεγε: «Πως χάλασε η κοινωνία; πάει, θα πεθάνει η κοινωνία». και απογοητευμένος σηκώνει το βλέμμα του και τι βλέπει; Στρατιά αμέτρητη από αγίους, μιλιούνια –ούτε αρχή ούτε τέλος είχαν-, και την Παναγία μπροστά, η οποία ύψωνε τα χέρια στο Χριστό και έλεγε: «Αυτοί είναι δικοί μου. Σε παρακαλώ, εκείνους που είναι κάτω, θέλω να σώσεις». Τότε της λέγει ο Χριστός: «Μα, αμαρτάνουν». Και η Παναγία απαντά: «Αμαρτάνουν∙ αλλά, όσο υπάρχει το έλεός σου και όσο υπάρχω εγώ, η Μάνα αυτών των ανθρώπων, δεν είναι δυνατόν να τους αφήσεις να χαθούν». «Καλά, Μητέρα θα σώσω και αυτούς». Και ο Γέροντας έβλεπε μυστικά να προστίθενται, να προστίθενται αμαρτωλοί και να βγαίνουν καινούριοι άγιοι.
Ας ετοιμαζόμαστε αδερφοί μου. Αξίζουμε τόσο, όσο περισσότερο προσπαθούμε και όσο περισσότερο δοκιμαζόμαστε και προετοιμαζόμαστε για να είμαστε άξιοι τύποι και προτυπώσεις της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, άξιοι να αριθμηθούμε ανάμεσα στα πλήθη των αγίων.
10-12-2023
Κυριακή Ι΄. Λουκά
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Χριστός για τελευταία φορά διδάσκει, στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στη Συναγωγή. Σε αυτή ο κεχρισμένος Μεσσίας τελειώνει έμπρακτα την προφητεία που είχε «προγραμματικά» διακηρύξει. Εντός της σύναξης των Ιουδαίων, αντί της Τορά και των Προφητών, αλλά και αντί του εαυτού του, τοποθετεί το καταρρακωμένο ανθρώπινο πρόσωπο. Κυριολεκτικά και μεταφορικά ανυψώνει μία γυναίκα συγκύπτουσα από το βάρος των βιολογικών, κοινωνικών και θρησκευτικών αγκυλώσεων, ένα πλάσμα πληγωμένο στην καρδιά και στο σώμα, αιχμάλωτο στο πονηρό πνεύμα επί δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια.
Όπως με έμφαση τονίζει ο ιατρός ευαγγελιστής, η γυναίκα αυτή επί δεκαοκτώ έτη δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι της εις το παντελές. Αυτή και μόνο η σημείωση προκαλεί τον αναγνώστη να αναλογιστεί το δράμα αυτής της γυναίκας. Δεν μπορούσε να υψώσει το βλέμμα της στον ουρανό και να απολαύσει τον ήλιο, τα αστέρια, τον κόσμο του σύμπαντος, και να δοξολογήσει έτσι τον Θεό. Δεν μπορούσε να ατενίσει κατάματα στο πρόσωπο τον συνάνθρωπό της.
Αντίθετα έβλεπε τους πάντες να την κοιτούν αφ’ υψηλού, από θέση ισχύος. Η ίδια ήταν καταδικασμένη να κοιτά το χώμα και να βιώνει το θάνατό της. Δεν ήταν όμως μόνο το ατομικό πρόβλημα. Η «αγγυλοποιητική σπονδυλίτιδα», που βάραινε τις πλάτες της. Ήταν η κοινωνική απαξίωση, καθώς ένα πλάσμα που παύει να έχει την όρθια στάση χάνει την ανθρώπινη εικόνα και ταυτότητα και παρομοιάζεται με τα κτήνη της γης. Μπορεί να φανταστεί κανείς τα ειρωνικά σχόλια των παιδιών αλλά και τα διαπεραστικά βλέμματα των μεγαλυτέρων, όταν αυτή η γυναίκα αποφάσιζε να δραπετεύσει από τους τέσσερεις τοίχους της οικίας της. Ήταν όμως και θρησκευτικά περιθωριοποιημένη, καθώς η αρρώστια της δεν αποδίδεται απλώς σε βιολογικά αίτια, αλλά στην κατοχή της από ένα πονηρό πνεύμα. Για τους συμπολίτες της η συγκύπτουσα ήταν μια δαιμονισμένη και η παρουσία της προκαλούσε φόβο, ενοχές και αποστροφή.
Παρ’ όλο το βάρος που σηκώνει αυτή η «Ευα», τολμά να οδηγεί τα βήματά της το Σάββατο στη συναγωγή. Εκεί, ευρισκόμενη προφανώς σε μία γωνία, καθότι ήταν και γυναίκα, ευφραινόταν μόνο με την ακοή του παρακλητικού λόγου του Θεού, καθότι η οπτική της επαφή και με τον Θεό στον ουρανό, και με τους ερμηνευτές του Νόμου του στη γη ήταν αδύνατη. Γι’ αυτό και μαγνητίζει πάνω της το βλέμμα και το άγγιγμα του Μεσσία. Είναι αξιοσημείωτο ότι, σε αντίθεση με τα άλλα θαύματα που τέλεσε ο Ιησούς, ούτε η ίδια η πάσχουσα τον παρακαλεί να την θεραπεύσει αλλά ούτε και ο Ιησούς απαιτεί από αυτήν πίστη στο πρόσωπό του. Η γυναίκα έχει συμβιβαστεί πλέον με το πρόβλημά της, αφού ο Θεός επί δεκαοκτώ χρόνια σκοπίμως ανέβαλε την θεραπεία της, και ο Ιησούς γνωρίζει ότι η ίδια η παρουσία αυτής της γυναίκας στη συναγωγή αποτελεί το μεγαλύτερο τεκμήριο εμπιστοσύνης και πίστης στο Θεό. «Εκείνοι που πρωτίστως και κυρίως φροντίζουν για την ψυχή, θα εύρουν από τον Χριστό, αν όχι την πλήρη θεραπεία, τουλάχιστον όμως την ανακούφιση και την παρηγοριά και στις σωματικές τους ασθένειες».
Μόλις τη βλέπει, της ανακοινώνει αμέσως την απελευθέρωσή της από τον δυνάστη της και ταυτόχρονα την αγγίζει για να αποκαταστήσει την ανθρώπινη φύση της στην αρχική θεόσδοτη μορφή της. Το άγγιγμα αυτό, που συνοδεύει τον εξουσιαστικό λόγο του, δεν γίνεται απλώς και μόνο για να δείξει τη θεία δύναμη και ενέργεια που εκπέμπει η σάρκα του. Θέλει ο Ιησούς στο πρόσωπο της βασανισμένης συγκύπτουσας να δείξει ότι ο Θεός αγγίζει και πάλι στοργικά και ανορθώνει δημιουργικά ολόκληρο το γυναικείο φύλο, το οποίο μετά την πτώση δεν σηκώνει στις πλάτες του μόνον την αρά της Εύας, αλλά και την καταδίκη του Αδάμ. «Το άγγιγμα του Ιησού σημαίνει κοινωνία με την ψυχή και το κορμί! Θα έλεγε κανείς πως πρόκειται για μια μυστηριακή επικοινωνία, για ένα προανάκρουσμα της μέθεξης στα μυστήρια της βασιλείας του Θεού! Από το ένα μέρος δεσπόζει η απελευθέρωση μέσω μιας αναγεννητικής θεραπείας , και από το άλλο μια συγκεκριμένη και απτή σχέση, ψυχή τε και σώματι, άρα πρόσωπον προς πρόσωπον».
Ενόψει των Χριστουγέννων είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι και εμείς είμαστε συγκύπτοντες, όχι εξαιτίας του διαβόλου ούτε εξαιτίας κάποιας σωματικής πάθησης η οποία μας αναγκάζει να κοιτάμε διαρκώς το χώμα, αλλά κυρίως ένεκα της προαίρεσής μας, η οποία μετατρέπει και αυτούς ακόμα τους κανόνες της Εκκλησίας σε μέσα δικαίωσης του εαυτού μας και καταδίκης των άλλων. Είναι καιρός αυτή την περίοδο του πνευματικού αγώνα να αποθέσουμε στο πετραχήλι του πνευματικού όλες τις ενοχές και όλες τις αμαρτίες που μας αγκυλώνουν και μας καθηλώνουν χαμηλά, προκειμένου μέσα μας να γεννηθεί η αληθινή χαρά των Χριστουγέννων και να δούμε με διαφορετικό, καθάριο, «παρθενικό» βλέμμα τον ουρανό και τον συνάνθρωπό μας.
03-12-2023
Κυριακή ΙΔ΄Λουκά
Γράψαμε και άλλοτε πως η υπερχιλιετία του οργανωμένου βίου του Αγίου Όρους, με την αγαστή συνεργασία ανθρώπων από διαφόρους τόπους, θα μπορούσε να αποβεί πρότυπο και άλλων μικρών ή μεγάλων κοινωνιών. Βέβαια ο συνδετικός κρίκος όλων των ανθρώπων στο Άγιον Όρος ήταν η κοινή πίστη, η θερμή ελπίδα στον Χριστό. Δυστυχώς σε αρκετές χώρες της Ευρώπης γίνεται προσπάθεια ν’ απομακρυνθεί ο χριστιανικός ιστός και ν’ αποκοπούν οι χριστιανικές ρίζες.
Η ανάγνωση ενός μικρού αλλά ενδιαφέροντος βιβλίου του Ανθρωπιστικού Συνδέσμου Αθηνών «Τα θεμέλια της Ευρώπης», όπου κατατίθενται 33 μαρτυρίες επιφανών Ευρωπαίων, μ’ έκανε να σύρω τις γραμμές αυτές, ανθολογώντας λόγους τους, που νομίζω είναι αρκετά αξιοπρόσεκτοι.
Ο σημαντικός Γάλλος φιλόσοφος Γκαμπριέλ Μαρσέλ έλεγε πως «ο χριστιανισμός θα μπορούσε να γίνει ο μόνος ειρηνοποιός, εφόσον θα έμενε συνεπής με τον εαυτό του». Ο επίσης Γάλλος φιλόσοφος Ζακ Μαριταίν τόνιζε πως ο ευρωπαϊκός πολιτισμός έχασε και την ανθρωπιστική του αξία «κατά το μέτρο που έπαψε να έχει κέντρο τον Θεό. Και αυτό αποτελεί την τραγωδία του καιρού μας». Ο Γερμανός φιλόσοφος και ψυχίατρος Καρλ Γιάσπερς στο βιβλίο του «Το πρόβλημα της ενοχής» αναφέρει πως για την προσέγγιση του Θεού χρειάζεται ταπεινοφροσύνη και κάθαρση και καταλήγει: «Ο Θεός υπάρχει. Και όλα αν εξαφανιστούν, ο Θεός υπάρχει».
………………..
Οι πρωτεργάτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ρομπέρ Σουμάν και Ζαν Μονέ ήταν «θρησκευτικές προσωπικότητες με ηθικό κύρος και πνευματική ακτινοβολία». Ο Σουμάν είχε τις αρετές της μετριοφροσύνης, ακεραιότητας και τιμιότητας και ο Μονέ ήταν στον ιδιωτικό βίο του πολύ πιστός. Ο πρώηην πρόεδρος της Κομισιόν Ζακ Ντελόρ κάθε πρωί διαβάζει τους Ψαλμούς της Αγίας Γραφής. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ ομολόγησε πως «ηθικές αξίες που δημιούργησε και εξέφρασε για αιώνες η θρησκεία, μπορούν να βοηθήσουν στην προσπάθεια αναγέννησης της πατρίδας μας».
Εδώ στην αθωνική ησυχία, διαβάζοντας από τη μια όλα αυτά, κι ακούγοντας από την άλλη τους προσκυνητές να μας μεταφέρουν την αγωνία τους για τα παιδιά τους και το μέλλον του τόπου μας μένουμε σκεφτικοί. Βία στα γήπεδα, βιασμοί στα σχολεία, καταλήψεις και απεργίες, τηλεοπτικά προγράμματα ανούσια, ηθοφθορία, αδιαφορία, ρηχότητα κι επιπολαιότητα. Μήπως χρειάζεται αναθεώρηση της πορείας; Μήπως η Ορθοδοξία έχει να καταθέσει ένα ουσιαστικό λόγο στην Ελλάδα και την Ευρώπη; Την Ευρώπη που προβληματίζεται και αναζητά φως, ως σημαίνουν οι αναφερθέντες λόγοι αξιόλογων ονομάτων, ενώ στην Ελλάδα κάποιοι διανοούμενοι μιλούν για τον πλήρη αποχρωματισμό μας…….
Προ καιρού έλαβα μία επιστολή από τη Θεσσαλονίκη που κατέληγε: «Τα πράγματα δυσκόλεψαν νωρίτερα απ’ ότι περίμενα και παλεύω τους φόβους μου, ώστε να μπορώ να στηρίζω και την οικογένεια, αλλά έχω μία θλίψη μέσα μου. Βλέπω γύρω μου ανασφάλεια και μια κοινωνία που εκμαυλίζεται, από αυτούς που θέλουν να μας κάνουν ρομπότ. Προωθούνται οι κακοί και οι συναισθηματικά σακάτηδες που μας κλέβουν. Κανείς δεν σκέφτεται πλέον τον τόπο. Μόνο με τη βοήθεια του Θεού θ’ αντέξουμε κι ελπίζω να μη γίνουμε τόσο τιποτένιοι, ώστε να σταματήσει να ασχολείται μαζί μας. Ντρέπομαι κι όλας γιατί ενώ έχουμε την υγεία μας δεν αισιοδοξώ. Ελπίζω στο Άγιον Όρος…..»
Νομίζω πως πολλοί θα υπέγραφαν την επιστολή αυτή. Δεν είναι υπερβολική και δεν διακατέχεται από φθηνά παράπονα. Ο νέος αυτός οικογενειάρχης δεν φαίνεται ανυποψίαστος και απροετοίμαστος. Παρότι ήταν έτοιμος από καιρό, τα καθημερινά προβλήματα τον φοβίζουν και δικαιολογημένα τον κουράζουν. Συχνά μάλιστα οι νέοι μεγαλώνουν με μία αρκετά λαθεμένη αγωγή στη ζωή ότι θα έχουν μόνο επιτυχίες. Ξαφνικά βλέπουν ότι οι αποτυχίες είναι πιο πολλές και βρίσκονται εντελώς ανέτοιμοι να τις αντιμετωπίσουν. Ο επιστολογράφος έχει, λέει, μια θλίψη μέσα του. Να σας πω, από το να κάνει τον ψευτοχαρούμενο και τον τέλεια ευτυχισμένο και να κοροϊδεύει τον εαυτό του και τους άλλους, είναι προτιμότερη η ειλικρίνεια, η σοβαρότητα, η κριτική και η αυτοκριτική. Μόνο που μια συνεχής θλίψη φέρνει φθορά και καταλήγει σε κατάθλιψη και απογοήτευση.
Έχει άδικο να γράφει πως γύρω του παρατηρεί συνεχώς φαινόμενα που του δημιουργούν ανασφάλεια; Δεν είναι έτσι; Η διαφθορά, η αδιαφάνεια, η ανειλικρίνεια, η ανεντιμότητα κυριαρχούν. Σιγά σιγά κάνουν τον άνθρωπο να μην αντιδρά και να θεωρεί μάλιστα την απάτη ευφυϊα, το ψεύδος καπατσοσύνη, το άηθες φυσικό. Αποτέλεσμα του φαύλου αυτού κύκλου να προωθούνται όντως οι ανάξιοι, οι ανίδεοι, οι ασυνείδητοι, οι πονηροί. Η ηθική, η τιμιότητα, για να μην πω η ταπείνωση, θεωρείται πλέον μεγάλη ανοησία. Γι’ αυτό ο τόπος πάει έτσι. Κατρακυλά. Δεν νομίζω ότι φταίει κανένας ξένος για όλα αυτά.
Ο καλός επιστολογράφος καταλήγει πως η βοήθεια του Θεού δεν είναι διόλου ασήμαντη στην αντιμετώπιση αυτών των δύσκολων και πικρών καταστάσεων και περιστάσεων. Είναι αλήθεια πως ο Θεός δεν επεμβαίνει απροσκάλεστα. Ο Θεός δεν φωνάζει. Ακούει και βλέπει καλά. Υπομένει και ανέχεται. Δεν ξεσυνερίζεται. Δεν θερίζει όπου δεν σπέρνει. Δεν είναι υπεράγαν απαιτητικός. Ο Θεός ποτέ δεν απομακρύνεται και ποτέ δεν απεχθάνεται. Ελπίζει, υπομένει, αγαπά, αναμένει, προσμένει πάντοτε. Η μετάνοια είναι για όλους.
Μου έκανε εντύπωση η προτελευταία φράση της επιστολής: «Ντρέπομαι κι όλας γιατί ενώ έχουμε την υγεία μας δεν αισιοδοξώ». Μη νομίζετε ότι είναι μικρή κουβέντα αυτή. Μη θεωρείτε ότι η υγεία είναι αναφαίρετη και αυτονόητη. Δεν θές πολύ για να βρεθείς στο νοσοκομείο. Όταν λείψει κάποιου η υγεία τότε αντιλαμβάνεται την πολυτιμότητά της, το τι μεγάλο δώρο Θεού είναι στον άνθρωπο. Μετά από μία εγχείρηση, όταν δεν πονούσα, αναφώνησα: Υπάρχουν άνθρωποι που δεν πονάνε και δεν λένε δόξα τω Θεώ;
Αγαπητέ μου επιστολογράφε, συχνά ντρέπομαι και απορώ που είμαι καλά. Αν επιτρέπεται να πούμε, όλα επιτρέπονται εκτός από την απόγνωση. Βέβαια ένας σύγχρονος φιλοσοφοθεολόγος ομιλεί για το προνόμιο της απελπισίας, αλλά οπωσδήποτε με άλλη έννοια. Ότι δηλαδή θα πρέπει κάποτε να απαλλαγούμε από τα δεκανίκια που συντηρούν μία ψεύτικη αξιοπρέπεια, έναν λανθάνοντα εγωισμό και μια ανάξια υπόληψη. Αν εσύ ελπίζεις στο Άγιον Όρος, ελπίζω και εγώ σε τέτοιους επιστολογράφους, που αντιδρούν να συγχρωτισθούν με τον άκοσμο κόσμο και να γίνουν μάζα, χυλός και κιμάς. Συνεχίζω αμετανόητα να ελπίζω στον Θεό και να αγαπώ την Ελλάδα.
Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης να ξεχωρίζεις, να έχεις μνήμη, να πιστεύεις και να αγαπάς την πατρίδα σου δεν σημαίνει ότι είσαι φονταμενταλιστής, εθνικιστής, και θρησκόληπτος. Θέλω να πεθάνω ελεύθερος αγαπώντας…….
Κείμενο του μακαριστού π. Μωυσή Αγιορείτη με τίτλο: Ευρώπη, Ελλάδα και Άγιον Όρος. Γραμμένο ειδικά για το βιβλίο ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΟΡΕΙΑ-ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΚΕΙΜΕΝΩΝ
26-11-2023
Κυριακή ΙΓ Λουκά
Σε κάποιες από τις Κυριακές που προηγήθηκαν ακούσαμε να γίνεται και πάλι λόγος περί πλούτου: ενός πλούτου που εκδηλώνεται ως ματαιότητα και αφροσύνη, ως σκληροκαρδία και αφιλανθρωπία. Ο πλούτος στην αρνητική του εκφορά αποτελεί ένα πειρασμό, πειρασμό τον οποίο δεν απέφυγε ούτε ο Κύριός μας, κατά την τεσσαρακονθήμερη δοκιμασία του στην έρημο. Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο πλούτος συνοδεύει την πνευματική υπερηφάνεια, την αρεταλογική αυτοπεποίθηση, την αυταρέσκεια για τις δήθεν ηθικές μας πράξεις.
Επηρώτησεν, λοιπόν, τον Κύριο κάποιος πλούσιος Ιουδαίος άρχοντας: Διδάσκαλε αγαθέ, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω; Η ερώτηση μοιάζει με τις ερωτήσεις που θέτει κάποτε κανείς ώστε να υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Θυμίζει ερωτήσεις προορισμένες για εσωτερική κατανάλωση, ερωτήσεις που λίγο πολύ προϋποθέτουν την απάντηση. Υποτίθεται ότι η ερώτηση αυτή αναφέρεται στην πράξη· κι όμως ακούγεται τόσο θεωρητική και απρόσωπη, τόσο ναρκισσιστική και εντέλει τόσο προκλητική.
Η κολακευτική προσφώνηση «Διδάσκαλε αγαθέ» του πλουσίου δεν συγκινεί τον Ιησού, ο οποίος την γυρίζει πίσω υπό μορφή νέας και μάλλον ελεγκτικής ερωτήσεως: Τί με λέγεις αγαθόν; Δεν έχει ανάγκη ο Χριστός από ψεύτικες ευγένειες· πολύ περισσότερο, καθώς διαβλέπει πως προέρχονται από ένα άνθρωπο που δεν πιστεύει παρά μόνον στον εαυτό του, τις δυνάμεις και τις αρετές του. Ο πλούσιος αυτός κύριος δεν βλέπει στο πρόσωπο του Ιησού τον προσδοκώμενο Μεσσία, αλλά έναν άνθρωπο εξαιρετικά συμπαθή, με ενδιαφέρουσες απόψεις και ένα μοναδικό χάρισμα επικοινωνίας. Δυστυχώς ο υλικός του πλούτος, η προσκόλληση σ’ αυτόν, αφενός, και η ευσεβιστική του αυταρέσκεια, αφετέρου, κάνουν αμφίβολη κι αυτή ακόμη την πίστη του στον Θεό· μια πίστη που θα έπρεπε να εκφράζεται ως απόλυτη εμπιστοσύνη στην αγαθότητά του, που να είναι πρόθυμη να θυσιάσει τα πάντα για την αγάπη του Θεού και του πλησίον.
Ο καρδιογνώστης Ιησούς αντιλαμβάνεται την ασθένεια του συνομιλητή και του δίνει την ευκαιρία να κατανοήσει ο ίδιος την ουσία του προβλήματος: Τί με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ει μη είς ο Θεός». Με άλλους λόγους: Προς τί όλη αυτή η ρητορική επίδειξη; Αν εξακολουθείς να με βλέπεις σαν έναν κοινό άνθρωπο, γιατί με λες «αγαθό»; Κανείς δεν είναι από μόνος του αγαθός, παρά μόνον ο Θεός, ο αυτάγαθος και η πηγή πάσης αγαθότητος. Εάν κατ’ αυτόν τον τρόπο θέτεις το ζήτημα, ούτε εγώ βεβαίως είμαι αγαθός, αφού ως άνθρωπο θέλεις να με βλέπεις και να με επαινείς, ούτε -πολύ περισσότερο- εσύ, που στηρίζεις την «καλοσύνη» σου στα δικά σου έργα και όχι στη χάρι και το έλεος του Θεού. Γιατί επομένως με ρωτάς, αφού δεν περιμένεις απάντηση διαφορετική από όσα εσύ φρονείς;
Θα μπορούσε ο Χριστός να κλείσει τη συζήτηση εδώ. Όμως δεν το κάνει· συνεχίζει, για να βοηθήσει τον άνθρωπο που έχει απέναντί του να έλθει σε επίγνωση της καταστάσεώς του. Τας εντολάς οίδας· μη μοιχεύσεις, μη φονεύσεις, μη κλέψεις, μη ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα. Σαν να του έλεγε ίσως: «Γνωρίζεις τον Δεκάλογο. Γνωρίζεις τις άλλες εντολές της Παλαιάς Διαθήκης. Όλες αυτές οι εντολές δεν αποτελούν αυτοσκοπό· υπάρχουν για να μετρούν τα όρια των σχέσεών σου με τους άλλους. Δεν είναι η αφορμή για να επιδεικνύεις το ψεύτικο είδωλό σου, αλλά η ευκαιρία να επιβεβαιώνεις κάθε φορά την πιστότητά σου προς τον θείο Νομοθέτη. Με ποιο τρόπο όμως; Μα μέσα από την έμπρακτη αγάπη σου για το πλάσμα του, το κατ’ εικόνα και ομοίωση αυτού πλασθέν. Αν θέλεις λοιπόν να κληρονομήσεις ζωήν αιώνιον, αν αληθινά επιζητείς την κοινωνία με τον Θεό, τότε μάθε να αγαπάς! Φρόντισε να απαλλαγείς από την μεροληπτική αγάπη σου, από την πεποίθηση στις δυνάμεις και τις αρετές σου. Θέσε στο κέντρο της υπάρξεώς σου τον Θεόν και μοιράσου με άλλους την αγάπη του. Η ομορφιά της ζωής, η ρίζα της αρετής, δεν βρίσκονται στο Εγώ αλλά στο ελεύθερο άνοιγμά μας προς το Συ, στο ανεξιχνίαστο μυστήριο της αγάπης. Το μυστήριο αυτό έχει την αρχή του στον τριαδικό Θεό· τον Θεό όμως αυτόν είναι αδύνατον να τον πιστέψεις όσο περιστρέφεσαι γύρω από τον εαυτό σου, όσο αδιαφορείς για τους άλλους».
19-11-2023
Θ΄. Κυριακή Λουκά
Ο καιρός της προετοιμασίας
Η εορτή αυτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, που είναι τόσο κοντά στην αρχή της Τεσσαρακοστής των Χριστουγέννων, αποτελεί μια θαυμάσια εισαγωγή στην περίοδο αυτή κατά την οποία προετοιμαζόμαστε να τιμήσουμε τη γέννηση του Κυρίου και να τη γιορτάσουμε ως νέα ενσάρκωση του Χριστού στη φάτνη της δικής μας καρδιάς. Διότι αυτή ακριβώς θα είναι η χάρις των Χριστουγέννων: να γεννιέται ο Χριστός πάντοτε όλο και περισσότερο μέσα μας, να μας μεταμορφώνει πάντοτε όλο και περισσότερο εν Αυτώ στα μύχια της καρδιάς μας, έτσι ώστε αυτή η παρουσία να ακτινοβολεί σε όλο μας το είναι και σε όλη μας τη ζωή.
Η Παρθένος Μαρία προετοιμάστηκε τόσο θαυμαστά από τον Θεό για τον ρόλο της ως Μητέρας του Θεού. Παιδί ακόμα εισέρχεται στον ναό, αυτή που θα είναι αληθινή Κιβωτός της Διαθήκης, ο αληθής τόπος της παρουσίας του Θεού μεταξύ των ανθρώπων. Εισέρχεται στον ναό αυτόν που ήταν χειροποίητος, αλλά προεικόνιζε, ανήγγελλε ακριβώς την οριστική κατοικία του Θεού μεταξύ των ανθρώπων, αχειροποίητη αυτή, η οποία θα σηματοδοτούσε τον χρόνο του Ευαγγελίου και τον χρόνο στον οποίο ζούμε.
Καμία, ίσως, ευαγγελική περικοπή δεν θα ταίριαζε καλλίτερα στην εορτή αυτή από την περικοπή που διαβάζουμε κατά παράδοση σε όλες τις θεομητορικές εορτές, αυτή της Μάρθας και της Μαρίας. Πρόκειται ασφαλώς για τη Μαρία αδελφή της Μάρθας και του Λαζάρου, αλλά με την επιλογή του αναγνώσματος από μέρους της Εκκλησίας, αισθανόμαστε έντονα τη διάκριση με την οποία αυτή περιβάλλει κάθε τι που αφορά στην Μητέρα του Θεού. Δεν μιλά εδώ γι’ αυτήν παρά υπό το πέπλο κάποιας που της έμοιαζε, που έφερε το ίδιο όνομα, σαν μέσα από ένα πέπλο σιωπής. Επειδή αυτό ήταν το καλύτερο, το μόνο μέσο, για να αποκαλυφθεί κάτι το άρρητο.
Η Θεοτόκος έζησε πάντοτε στην αφάνεια. Μέσα στα Ευαγγέλια διατηρεί αυτή την αφανή θέση. Δεν μιλούν πολύ γι’ αυτήν. Μόνο μέσα από αυτή την εικόνα της Μαρίας της Βηθανίας που κάθεται στα πόδια του Κυρίου, μεταφέρεται ο νους μας στην ουσία του μυστηρίου της Μητέρας του Θεού: σ’ αυτήν την ακρόαση, ακρόαση που συναινεί στον λόγο δια του οποίου ο Χριστός σαρκώθηκε μέσα της. Με την απάντησή της στον λόγο του Θεού μπόρεσε να εκπληρωθεί το ανήκουστο μυστήριο της Ενανθρωπήσεως, να γεννηθεί ο Λόγος ανάμεσά μας.
Ναι, και σε όλον αυτόν τον χρόνο της προετοιμασίας που μας θυμίζει η σημερινή εορτή, η Θεοτόκος καθόταν ήδη στα πόδια του Κυρίου, με την έννοια ότι έπρεπε να μελετά, να αναλογίζεται, να εσωτερικεύει τις Γραφές δια των οποίων οικειοποιούνταν όλη την προσμονή του λαού του Ισραήλ, όλη την επιθυμία του για την έλευση του Μεσσία. Καλοδεχόταν αυτή την επιθυμία, τη ζούσε βαθιά με όλη εκείνη την πτωχεία που αποτελούσε έκφραση της ψυχής της, την πτωχεία τω πνεύματι που συνιστούσε την αφάνειά της, με όλη εκείνη την παραίτηση από κάθε αυτοεπιβεβαίωη, με την αποταγή εκείνη που της επέτρεπε να δέχεται τον λόγο και να συναινεί, και έτσι να προετοιμάζεται για την υπέρτατη συγκατάθεση που θα έδινε την ημέρα του Ευαγγελισμού.
Ταυτόχρονα όμως αυτή η εορτή μας επιτρέπει να εισέλθουμε και εμείς οι ίδιοι στο μυστήριο αυτό της Θεοτόκου, να μετάσχουμε σ’ αυτό, και έτσι να προετοιμαστούμε μαζί της για τα Χριστούγεννα, για τη Γέννηση του Χριστού. Οφείλουμε να κάνουμε ακριβώς όπως και αυτή, να εισέλθουμε στον ναό, μέσα σ’ αυτή την ιερή έρημο των Γραφών, μακριά από όλες τις μέριμνες και όλες τις έγνοιες του κόσμου.
Ασφαλώς, δεν γίνεται να μη σκεπτόμαστε τα γήινα· πρέπει να ασχοληθούμε και με αυτά σε κάποιο βαθμό, αναλόγως των καθηκόντων και των ρόλων που οφείλουμε να ασκούμε μέσα στην κοινότητά μας. Δεν πρέπει όμως η σκέψη μας να είναι ανήσυχη και ταραγμένη. Όλα αυτά, η μέριμνα, η ανησυχία, ο πανικός, είναι που εμποδίζουν την εσωτερική προσοχή, η οποία μας προετοιμάζει για την έλευση του Χριστού. Οι ασχολίες μας δεν αποτελούν εμπόδιο, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν μεταβάλλονται σε αγωνιώδεις μέριμνες.
Όλες οι σκέψεις μας, όλες οι εσωτερικές μας στάσεις πρέπει να τις ζωογονεί η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Θεό· αυτή θα μας επιτρέψει και να ασχολούμαστε με τα καθήκοντα στα οποία πρέπει να αφιερώσουμε χρόνο, τα απαραίτητα έργα μας, και ταυτόχρονα να επιτελούμε χωρίς ανησυχία, χωρίς ταραχή, χωρία αυτό να μας αναστατώνει, χωρίς να γίνεται εμπόδιο στην εσωτερική αυτή προσοχή, η οποία είναι τόσο ουσιώδης, το ουσιώδες της χριστιανικής μας ζωής.
Ναι οφείλουμε να εισερχόμαστε στον ναό της καρδιάς μας, για να γίνεται αυτή όλο και περισσότερο ναός του Κυρίου. Εισέρχομαι στον ναό της καρδιάς δεν σημαίνει μόνο να αποφεύγω την εσωτερική ανησυχία, αλλά -και από αυτό πρέπει να αρχίσουμε- να αποφεύγω ό,τι είναι περιέργεια, ό,τι είναι περισπασμός, ό,τι χαρακτηρίζεται από απληστία να δω, να αγγίξω, να ακούσω και να γευθώ τα εξωτερικά πράγματα. Να τα αποφεύγω, για να μπορώ να είμαι προσεκτικός στην εσωτερική παρουσία του Κυρίου, στην κίνηση αυτή της καρδιάς μου που με φέρνει προς Αυτόν ο Οποίος βρίσκεται στα βάθη της, επειδή το Άγιο Πνεύμα Τον έχει εγγράψει εκεί. Και ο Οποίος μας διαφεύγει, στον βαθμό που γινόμαστε υπερβολικά εξωστρεφείς.
Ναι, στη διάρκεια της προπαρασκευαστικής αυτής περιόδου γιαα τα Χριστούγεννα, το σημαντικό δεν είναι η νηστεία· πρέπει ασφαλώς να συνδυάζεται, αλλά μόνο για να βοηθά να μετέχει και το σώμα μας , ολόκληρο το είναι μας, στην εσωτερική αυτή στάση, η οποία είναι και το ουσιώδες.
Ναι, αυτές τις ευλογημένες μέρες ας είμαστε προσεκτικοί στο να μπαίνουμε έτσι στον ναό αυτό της καρδιάς μας, στην ιερή αυτή έρημο, θα μπορούσα να πω, χωριζόμενοι από όλα όσα είναι του κόσμου, με την κακή έννοια της λέξης. Με τον τρόπο αυτό θα καθοδηγούμαστε πράγματι από το εσωτερικό φως του Κυρίου προς συνάντησή Του, την οποία θα εορτάσουμε τα Χριστούγεννα, «Εν τω φωτί σου οψόμεθα φως».
12-11-2023
Ο άγιος Ιωάννης ο ελεήμων.
Ήταν γόνος επιφανούς οικογενείας της Αμαθούντας της Κύπρου. Νυμφεύτηκε μετά από πίεση των γονέων του και απέκτησε πολλά παιδιά τα οποία κατά παραχώρηση Θεού πέθαναν σε μικρή ηλικία ταυτόχρονα με την μητέρα τους. Βλέποντας στην οδυνηρή τούτη στέρηση την ευκαιρία να απελευθερωθεί από τις κοσμικές φροντίδες, αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στον Θεό. Χειροτονήθηκε πατριάρχης της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας με το όνομα Ιωάννης. Την ίδια κιόλας ημέρα συγκέντρωσε όλον τον κλήρο και το προσωπικό της πλούσιας μητροπόλεως της Αιγύπτου και τους έστειλε να απογράψουν με κάθε ακρίβεια όλους όσους αποκαλούσε «κυρίου» του: δηλαδή τους πτωχούς και επαίτες, τους οποίους ο Θεός τοποθετεί κοντά μας για να κερδίσουμε τη βασιλεία των ουρανών με την προς αυτούς ευσπλαχνία μας. Βρέθηκαν περισσότεροι από 7.500 και διέταξε να τους προσφέρεται καθημερινά η αναγκαία τροφή και στέγη. Έλεγε συχνά στην προσευχή του: «Θα δούμε, Κύριε, ποιος από τους δυό μας θα βγει νικητής στον αγώνα αυτό: Εσύ που πάντα με ελεείς, ή εγώ που δεν παύω να μοιράζω τα ελέη Σου στους φτωχούς. Γιατί αναγνωρίζω πως δεν έχω τίποτα που να μην προέρχεται από το έλεός Σου και ότι αυτό είναι που στηρίζει τη ζωή μου».
Όντως, το έλεος του αγίου απέναντι στους φτωχούς ήταν ακένωτο. Οι ελεημοσύνες του ήταν άφθονες σαν τα νερά του Νείλου που καλύπτουν περιοδικά τα εδάφη της Αιγύπτου καθιστώντας τα γόνιμα. Γι’ αυτό και έλαβε την επωνυμία Ελεήμων, κατ’ εικόνα του Χριστού, πηγή κάθε ελέους. Δεν μπορούσε να δει πτωχό, ή πάσχοντα να τον πλησιάζει, δίχως να χύσει άφθονα δάκρυα και να πάρει επάνω του τον πόνο του. Έδινε αφειδώς, αντλώντας από το ταμείο της Εκκλησίας. Όπως τον είχε διδάξει ο Χριστός, έδινε αδιακρίτως σε καλούς και κακούς, σε αξίους και αναξίους. Μία ημέρα, ένας φτωχός που είχε λάβει ήδη την ελεημοσύνη του, παρουσιάστηκε άλλες τρεις φορές στον άγιο, μεταμφιεσμένος κάθε φορά διαφορετικά. Όταν επεσήμαναν το γεγονός στον Ιωάννη, αυτός διέταξε να του δώσουν δύο φορές περισσότερα λέγοντας: « Ίσως να είναι ο Χριστός, ο Σωτήρας μου, που έρχεται επί τούτου να με δοκιμάσει».
Όμως όσο περισσότερο σκόρπιζε γύρω του ελεημοσύνη, δίχως να σκέφτεται την ποσότητα ή την επαύριο, τόσο πολλαπλασίαζε ο Θεός τις δωρεές που προσφέρονταν στην Εκκλησία, έτσι που απαληθευόταν στον λαό η επαγγελία του Σωτήρος: «Μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίετε, μηδέ το σώματι υμών τι ενδύσησθε… Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν». Ένας από τους κληρικούς, τους επιφορτισμένους με τις ελεημοσύνες, δεν είχε δώσει σε έναν πλούσιο, που είχε περιέλθει σε ένδεια, παρά το ένα τρίτο του ποσού που του είχε ορίσει ο άγιος να διανεμηθεί, κρίνοντας ότι δεν ήταν λογικό να αδειάσει το ταμείο για ένα μόνο άνθρωπο. Έμεινε όμως άναυδος από ντροπή, όταν ο Ιωάννης του αποκάλυψε ότι μία αρχόντισσα που είχε αποφασίσει να κάνει μία σημαντική δωρεά στην Εκκλησία στο τέλος δεν έδωσε παρά το ένα τρίτο από το προβλεπόμενο ποσό.
Κανείς δεν τον άκουσε ποτέ να προφέρει μάταιο λόγο ή να κατακρίνει τον οποιονδήποτε ακόμη και μπροστά στις πιο πρόδηλες αποδείξεις του αμαρτήματος. Σε όλους τους ανθρώπους δεν έβλεπε παρά μόνον το καλό ή τις καλές προθέσεις, υπέθετε ότι οι αμαρτωλοί αυτοί είχαν μετανοήσει εν κρυπτώ και πρόσεχε πολύ να μην οικειοποιηθεί την κρίση που ανήκει μόνον στον Θεό. Ευχαριστούσε όσους τον κακολογούσαν ή τον προσέβαλλαν επειδή του υπενθύμιζαν έτσι τις αμαρτίες του και τους έδινε μεγαλύτερη ελεημοσύνη από τους άλλους. Για να διορθώσει τους αμαρτωλούς, τους υπερήφανους και τους σκληρόκαρδους, ο άγιος πατριάρχης απευθύνονταν πάντα σ’ αυτούς αποδίδοντας στον εαυτό του τα αμαρτήματα που ήθελε να ελέγξει και ζητώντας τους να προσεύχονται για να μετανοήσει γι’ αυτά. Προέτρεπε υπομονετικά τους πιστούς στην ταπεινοφροσύνη και την μετάνοια, υπενθυμίζοντάς τους τα θαυμαστά που έκανε ο Θεός για μας, δημιουργώντας τον κόσμο, αποστέλλοντας τον ίδιο Του τον Υιό για να μας σώσει και μακροθυμώντας μπροστά στα αναρίθμητα παραπτώματά μας. Προτιμούσε ωστόσο να μεταδίδει τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής περισσότερο με τις πράξεις του παρά με τα λόγια, όπως οι Προφήτες.
Εκοιμήθη στην Κύπρο σε ηλικία 64 ετών ευχαριστώντας τον Θεό που δεν του άφησε τίποτε από τα πλούτη των οποίων κατέστη επίτροπος προς όφελος των πτωχών
05-11-2023
Κυριακή Ε΄ Λουκά
Περί πλούτου
Οι Πατέρες της Εκκλησίας άλλοτε επισημαίνουν τον τεράστιο κίνδυνο που συνεπάγεται για τον άνθρωπο η συγκέντρωση πλούτου ή η διατήρηση ιδιοκτησίας, ενώ άλλοτε υπογραμμίζουν την ανάγκη για καλή διαχείρησή τους. Το πρώτο παρατηρείται ιδίως στην αρχαϊκή περίοδο της ιστορίας της Εκκλησίας, όταν οι πιστοί προέρχονταν κυρίως από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, αλλά δεν παύει να υπάρχει και σε ολόκληρη την μεταγενέστερη παράδοση. Το δεύτερο τονίζεται περισσότερο μετά την είσοδο των ευπορότερων κοινωνικών στρωμάτων στην Εκκλησία και αποτελεί κεντρική θέση ως σήμερα. Οι προϋποθέσεις των θέσεων αυτών βρίσκονται στην Καινή Διαθήκη. Στην πράξη όμως οι άγιοι της Εκκλησίας, όπως και όσοι επέλεξαν στη ζωή τους την οδό της τελειότητας, προτίμησαν την φτώχεια και απέφυγαν τον ολισθηρό δρόμο του πλουτισμού.
Στην Αγία Γραφή, και ειδικότερα στην Καινή Διαθήκη, η διάκριση των ανθρώπων σε πλούσιους και φτωχούς γίνεται με βάση όχι τόσο την οικονομική ή την κοινωνική τους κατάσταση, όσο την τοποθέτησή τους απέναντι στο Θεό και το θέλημά του. Οι φτωχοί και οι πλούσιοι αποτελούν δύο διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων από θρησκευτική κυρίως άποψη. Φτωχοί είναι όσοι δεν έχουν επαρκή οικονομικά αγαθά και στηρίζουν τις ελπίδες τους στον Θεό ζώντας άμεσα την εξάρτησή τους από αυτόν. Αντίθετα πλούσιοι είναι όσοι διαθέτουν άφθονα οικονομικά αγαθά και στηρίζονται σε αυτά λησμονώντας τον Θεό.
Από ανθρωπολογική σκοπιά οι φτωχοί παραμένουν στα όρια της ανθρώπινης φύσεως και αναζητούν την πληρότητα πέρα από την αμεσότητα του κόσμου. Οι πλούσιοι έχουν την ψευδαίσθηση της αυτάρκειας, ενώ είναι δέσμιοι του κόσμου και δούλοι του φόβου της φθοράς και του θανάτου. Γι’ αυτό οι φτωχοί μακαρίζονται από τον Χριστό ως κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού ενώ οι πλούσιοι ταλανίζονται.
Η κατοχή υλικού πλούτου αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο και εμποδίζει την είσοδό του στη βασιλεία του Θεού. Το ίδιο όμως ισχύει και για τον πόθο που μπορεί να έχει κάποιος φτωχός για την απόκτηση πλούτου. Και ο πόθος αυτός αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο και τον εμποδίζει πνευματικά. Αντίθετα ο πόθος της βασιλείας του Θεού οδηγεί στην απαλλαγή από το βάρος του υλικού πλούτου και στην απόθεση κάθε βιοτικής μέριμνας. Χαρακτηριστικές εδώ είναι οι παραβολές του κρυμμένου θησαυρού και του πολύτιμου μαργαρίτη που ανέπτυξε ο Χριστός, όπου η εύρεση της βασιλείας του Θεού παρουσιάζεται ως η αιτία η οποία ωθεί τον άνθρωπο στην διάθεση όλων των υπαρχόντων του για την απόκτησή της. Με τον τρόπο αυτόν ο άνθρωπος απαλλάσσεται από το βάρος του υλικού πλούτου και τις μέριμνες, ενώ ταυτόχρονα τον χρησιμοποιεί ως μέσο για την απόκτηση πνευματικού πλούτου.
Οι χριστιανοί καλούνται να έχουν στα υλικά αυτάρκεια που ταυτίζεται ουσιαστικά με την ολιγάρκεια. Ο πλούτος και ο πλεονασμός χρειάζονται μόνο στα πνευματικά. Εξάλλου τα υλικά αγαθά, με την απόκτηση και τη διατήρηση των οποίων θεωρούνται οι άνθρωποι πλούσιοι, είναι μηδαμινά μπροστά στο σύνολο των αγαθών, όπως είναι ο αέρας , το νερό, ο ήλιος και όλα τα παρόμοια, που προσφέρει ο Θεός σε όλους. «Πάντα μετά δαψιλείας» , λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «δίδωσιν ο Θεός τα πολλώ των χρημάτων αναγκαιότερα, οίον τον αέρα, το ύδωρ, το πυρ, τον ήλιον, άπαντα τα τοιαύτα. Ουκ έστιν ειπίν ότι πλείονος απολαύει της ακτίνος ο πλούσιος, ελάττονος δε ο πένης· ουκ έστιν ειπείν ότι δαψιλέστερο αέρα αναπνέει του πένητος ο πλουτών αλλά πάντα ίσα και κοινά πρόκειται. Τίνος ούν ένεκεν τα μεν μείζονα και αναγκαιότερα και την ζωήν ημών συνέχοντα κοινά πεποίηκεν ο Θεός, τα δε ελλάττονα και ευτελέστερα ουκ έστι κοινά, τα χρήματα λέγω; Τίνος ουν ένεκεν; Ίνα συγκροτείται ημών η ζωή και αρετής έχομεν σκάμματα.»
29-10-2023
Κυριακή Ζ΄. Λουκά
ΑΛΗΘΗΣ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ
«Ο άνθρωπος, όταν αρρωσταίνει, συνήθως κατακλύζεται από λογισμούς. Όλοι όμως αυτοί οι λογισμοί είναι ανθρώπινοι. Ανθρώπινο είναι να σκεφτόμαστε τι θα γίνει με την αρρώστια μας, πού μπορεί να μας οδηγήσει αυτή, μήπως θα χάσουμε και τη ζωή μας; Ανθρώπινο είναι ακόμη να ασχολούμαστε γενικά με την αρρώστια και να μιλάμε γι΄αυτήν. Όλοι οι άνθρωποι έχουν μία τέτοια τάση, αλλά αυτό είναι κουραστικό για τους άλλους. Πάντως είναι αλήθεια ότι η αρρώστια είναι ένα κριτήριο με το οποίο μετριέται η ζωή και το βάθος ενός ανθρώπου.
Η ανησυχία λοιπόν εκ μέρους ενός ασθενούς ή εκ μέρους των οικείων του για την κατάστασή του περικλείει πολύ ανθρώπινο στοιχείο, διότι αποκαλύπτει έλλειψη πνευματικής ζωής. Και, αν θέλετε, δείχνει ότι γενικώς η σκέψη μας και η στάση μας και η θέση μας, δηλαδή το πού έχουμε σταθεί μέχρι τη στιγμή εκείνη, είναι στη γη και όχι στον ουρανό.
Μια αρρώστια δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο στη ζωή κάθε ανθρώπου, παρά ένα σημάδι, το οποίο οπωσδήποτε μετά χάνεται. Από πολλές αρρώστιες περνάμε όλοι. Αλλά πόσες θυμόμαστε και πόσες μένουν τελικά σαν ένα σημάδι στη ζωή μας; το βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει σημάδι στην αληθινή ζωή του ανθρώπου, διότι η αληθινή ζωή του είναι στον ουρανό, χωρίς μεταλλαγές και καταλήξεις.
Όλη η παρούσα ζωή είναι ένας προθάλαμος, κάτι ψεύτικο και εντελώς παροδικό. Είναι σαν να κάθεσαι έξω από την πόρτα και εκεί χτυπάς, χτυπάς την πόρτα μιας άλλης ζωής, της αληθινής ζωής. Άρα δεν μετριούνται οι στιγμές του ανθρώπου, όταν είναι έξω από την πόρτα, αλλά όταν χτυπήσει και μπει μέσα.
Γι’ αυτό, όταν είμαστε ταραγμένοι, ανήσυχοι, στεναχωρημένοι για τη δική μας ασθένεια ή των συγγενών μας, αποκαλύπτουμε ότι είμαστε έξω από τη θύρα και ίσως δεν την έχουμε χτυπήσει ακόμη, για να μπούμε μέσα. Ακόμη, όποιος ασχολείται με την αρρώστια του δείχνει ότι δεν προσεύχεται. Η ασθένεια, ο πόνος γενικά, η αδυναμία, αυτό που συντυχαίνει στη ζωή σου, αυτό που συναντάς, είναι κάτι που δεν το φτιάχνεις εσύ, εκτός αν το δημιουργήσεις εσύ∙ και όχι απλώς το δημιουργήσεις, αλλά εν συνεχεία επιμένεις στις αφορμές της παραμονής του. εάν όμως δεν είναι έτσι, τότε αυτό είναι εκ του Θεού.
Όταν λοιπόν κανείς σκέπτεται την ασθένειά του, το δώρο του Θεού, είναι σαν να σκέπτεται το δημιούργημα και όχι τον Δημιουργό∙ σαν να απευθύνεται στο δημιούργημα η καρδιά του, η σκέψη του, και όχι στον Δημιουργό. Το να ασχολούμαι και να μιλάω για την ασθένειά μου, να φοβάμαι και να αγωνιώ, να προβληματίζομαι και να ρωτώ, να παρακαλώ ακόμη και τον Θεό για να με κάνει καλά, είναι ένα είδος ειδωλολατρίας, μία αποστροφή σ ΄αυτό που έκαναν οι χείρες του Θεού και που το έκαναν για μένα, στα μέτρα μου, εφ’ όσον ο Θεός, πάντη αγαθός, δεν είναι δυνατόν να κάνει κάτι που δεν είναι τελείως αγαθό.
Βεβαίως, η αρρώστια είναι απόρροια της προπατορικής αμαρτίας, αλλά δεν προήλθε από αυτήν, προήλθε από την θεία συγκατάβαση. Ο Θεός, για να καταφέρει να εξοβελίσει την αμαρτία, έδωσε μερικά δώρα στον άνθρωπο, προκειμένου να τον κάνει ικανό να πετάξει έξω την αμαρτία. Ένα από τα σημαντικότατα αυτά δώρα είναι η αρρώστια. Η αρρώστια είναι ένα σημάδι το οποίο με συνάπτει με τον Θεό. Όταν όμως εγώ ασχολούμαι με την ασθένειά μου, αυτή η ενασχόλησή μου είναι μία λήθη του αληθινού Θεού.
Είναι γνωστό ότι οι αρρώστιες είναι καθημερινές στη ζωή μας και ο πόνος αδιάλειπτος, γι’ αυτό είναι αδύνατο να ζήσουμε χωρίς πόνο. Μόνο αν μας ξεχάσει ο Θεός ή αν εμείς ξεχάσουμε τον Θεό, υπάρχει ενδεχόμενο να μείνουμε χωρίς τον πόνο και χωρίς τους κτύπους μιας ασθένειας. Μόνο εάν έρθει μια στιγμή, που δεν θα μπορεί να μας πει ο Θεός, «αρκεί σοι η χάρις μου», τότε, αφού δεν θα έχουμε την χάρη, αναγκαστικώς δεν θα έχουμε και τον πόνο. Αλλά, κατά το μέγεθος που υπάρχει η χάρις του Θεού, κατά το ίδιο μέγεθος θα υπάρχει και ένας αληθινός πόνος».
Από το βιβλίο του Γέροντος Αιμιλιανού, Προσμονή Θεού.
26-10-2023
Του αγίου Δημητρίου 2023
Οι άγιοι Μάρτυρες εμαρτύρησαν «υπέρ της πίστεως» και «εμαρτυρήθησαν διά της πίστεως». Ο θάνατός τους είναι μαρτυρία για την πίστη και μαρτυρία για τον εαυτό τους· αυτό θα πει πως για την πίστη πεθαίνουν μόνο εκείνοι που πιστεύουν. Αλλά ο λόγος για την μαρτυρία και το μαρτύριο των αγίων δεν έχει τελειωμό, γιατί δεν υπάρχει άλλο αγιώτερο και μεγαλύτερο, που να μπορεί κανείς να κάμει, παρά να διωχθεί και να βασανιστεί και να πεθάνει, όχι για οποιαδήποτε, που μπορεί να λέγεται πίστη, αλλά καθώς είπε ο Χριστός «ένεκεν εμού και του ευαγγελίου». Γιατί λέγει πάλι η θεία Γραφή πως είναι «τίμιος εναντίον Κυρίου, ο θάνατος του οσίου αυτού». Αυτό θα πει πως είναι μεγάλη τιμή στον άνθρωπο να πεθάνει για την πίστη του στον Θεό, επειδή και ο Θεός εκτιμά πολύ τον θάνατο των αγίων.
Μα ας αφήσουμε αυτόν τον λόγο, που είναι πολύ μεγάλος και πολύ βαρύς κι ας έρθουμε πιο κοντά στο πρόσωπο και το γεγονός της σημερινής εορτής. Γιατί όπως το λέμε πάντα, ένα πρόσωπο και ένα γεγονός είναι η πίστη μας, και αν προσέξουμε καλά, θα δούμε πως και η Εκκλησία πάντα πρόσωπα και γεγονότα εορτάζει, καθώς ακριβώς και σήμερα εορτάζουμε τον άγιο μεγαλομάρτυρα Δημήτριο και το μαρτύριό του· ο άγιος μεγαλομάρτυρας Δημήτριος είναι ένα πρόσωπο και το μαρτύριό του είναι ένα γεγονός.
Στον καιρό μας θέλουν να καθιερώσουν κάποιες εορτές αόριστες, χωρίς να έχουν καμία σχέση με συγκεκριμένα πρόσωπα και γεγονότα. Μα τέτοιες εορτές δεν τις ξέρει η Εκκλησία, γι’ αυτό και δεν τις καταλαβαίνει ο λαός και δεν τις προσέχει. Μα η σημερινή εορτή, που είναι γνωστή στον τόπο μας και σ’ όλη την Ορθοδοξία, είναι εορτή της Εκκλησίας που συνδέεται με το πρόσωπο ενός γενναίου αθλητή της πίστεως και με όλα τα γεγονότα που συνοδεύουν την άθληση και το μαρτύριο του αγίου Δημητρίου· και ακόμα με όλα τα γεγονότα της ιστορίας, στα οποία ο άγιος έδειξε την ιδιαίτερη προστασία του στην πόλη που γεννήθηκε και μαρτύρησε.
Αυτή η πόλη, δηλαδή η Θεσσαλονίκη, πολλές φορές κινδύνεψε και πάντα την προστάτεψε ο άγιός της από βαρβαρικές επιδρομές και εξακολουθεί να την προστατεύει και να την φυλάει, σαν δική του πόλη, η οποία δέχτηκε το αίμα του, στην οποία υπάρχει ο τάφος κι ο περίφημος ναός του. Όλα τα τροπάρια της εορτής του αγίου Δημητρίου και το συναξάρι μιλάνε για το πρόσωπό του και για όλα τα γεγονότα, που τα έζησε και τα ζει η Εκκλησία και τα έχει σαν πολύτιμο θησαυρό της, και τα παραδίνει στις γενεές των πιστών, ιερή και άγια κληρονομιά.
Σε όλα αυτά ο άγιος μεγαλομάρτυρας Δημήτριος είναι ο νέος και ανδρείος αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού, που αναδείχτηκε πιο ωραίος και πιο ανδρείος ως αθλητής και μάρτυρας της πίστεως, που ελογχεύθη σαν τον Ιησού Χριστό, και πέθανε και αυτός, καθώς ο Χριστός, νέος, στεφανωμένος με το αίμα του μαρτυρίου του, που από τον τάφο του ανέβλυσε μύρο, καθώς από τον τάφο του Χριστού ανέτειλε το φως και η ζωή του κόσμου.
«Άγιε Δημήτριε, μάρτυρα του Κυρίου, εσένα που τόσο σε αγαπούμε με πίστη, σε παρακαλούμε να μας γλυτώσεις από τους πολλούς και διαφόρους κινδύνους που μας απειλούν, και να γιατρέψεις τα ψυχικά και σωματικά μας τραύματα. Σύντριψε άγιε, και ματαίωσε τις περήφανες απειλές των εχθρών μας και φέρε ειρήνη στη ζωή μας, παντοτεινά για να σε τιμούμε» και να δοξάζουμε τον Θεό, στον οποίο ανήκει κάθε τιμή και δόξα στους αιώνες . Αμήν
14-10-2023
Κυριακή των Αγίων Πατέρων
Οι ιεροί και θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας, είναι εκείνοι, που τήρησαν στον βίο τους το Ευαγγέλιο και το κήρυξαν στους ανθρώπους. Το κήρυξαν όχι μόνο με το λόγο, αλλά και με το βίο τους. Αυτό εννοούμε όταν λέμε Πατέρες της Εκκλησίας· τους επισκόπους ιερείς και μοναχούς, που ανάμεσα στους χριστιανούς διακρίθηκαν για την αγιότητα του βίου τους και για την ορθόδοξη διδασκαλία τους. Τα δύο αυτά η αγιότητα και η ορθόδοξη διδασκαλία πρέπει να πηγαίνουν μαζί, κι αν είναι να λείψει ένα από τα δύο, καλύτερα να λείψει η διδασκαλία με τα λόγια. Τι να την κάμεις τη διδασκαλία χωρίς την αγιότητα; Τι αξία έχει η επιστήμη χωρίς την αρετή; Τι ωφελεί η θεολογία χωρίς την ευσέβεια; Μα ο Θεός να μας δίνει πάντα πρώτα αρετή, κι ύστερα λόγο· περισσότερη προθυμία για να τηρούμε τις εντολές του και λιγότερη σπουδή για να διδάσκουμε τους ανθρώπους. Γι’ αυτό ο Ιησούς είπε: «ος αν ποιήσει και διδάξει…..», όποιος δηλαδή θα εφαρμόσει στον εαυτό του το Ευαγγέλιο και ύστερα θα το κηρύξει στους άλλους. Αυτός κι αν δεν είναι σοφός στα γράμματα, κι αν δεν έχει το χάρισμα του λόγου, όμως με το παράδειγμά του διδάσκει. Κι είναι αλήθεια πως το καλό παράδειγμα διδάσκει καλύτερα από το πιο εύγλωττο και σοφό κήρυγμα. Αυτό θα πει πως διδάσκαλος του Ευαγγελίου δεν είναι μόνο όποιος έχει στην εκκλησία τον τίτλο και τη θέση του ιεροκήρυκα, αλλά και κάθε χριστιανός με το βίο του.
Το Ευαγγέλιο είναι ζωή. Κι αυτό που λέμε κήρυγμα του Ευαγγελίου είναι πρώτα απ’ όλα ενάρετος βίος σύμφωνα με το Ευαγγέλιο ή για να το πούμε αλλιώτικα, προσωπική μαρτυρία Ιησού Χριστού. Στην Εκκλησία όλα είναι ζωντανά, όλα είναι προσωπικά, όλα είναι μαρτυρία. Ο ουράνιος Πατέρας είναι πρόσωπο, ο Υιός και Λόγος είναι πρόσωπο, το Άγιο Πνεύμα είναι πρόσωπο, οι άγιοι Άγγελοι είναι πρόσωπα, κι εμείς είμαστε πρόσωπα. Όλα είναι συνείδηση και ελευθερία. Η ορθόδοξη πίστη μας δεν είναι κήρυγμα και μάθημα θεωρητικό∙ είναι λόγος του Θεού, ζωντανός ο ίδιος και εναργής στο βίο του Ιησού Χριστού και των Αγίων. Μέσα στον κόσμο η Εκκλησία είναι σαν μια πόλη, χτισμένη ψηλά στο βουνό∙ δεν μπορεί να κρυφτεί και την βλέπουν οι άνθρωποι γύρω-γύρω. Είναι ακόμα σαν το λυχνάρι, που το ανάβουν και το βάζουν ψηλά για να φέγγει σ’ όλο το σπίτι. Η πόλη επάνω στο βουνό είναι ο βίος το λυχνάρι, τοποθετημένο ψηλά, είναι η διδασκαλία. Πρώτα ο βίος και το παράδειγμα κι ύστερα ο λόγος και η διδασκαλία. Μέσα στο βίο είναι ο λόγος και μέσα στο παράδειγμα η διδασκαλία. Η φωνή των έργων είναι ηχηρότερη από τα λόγια και ο βίος διδάσκει καλύτερα από το ευγλωττότερο κήρυγμα.
Μα ποια είναι η Εκκλησία, η πόλη η χτισμένη επάνω στο βουνό; Είναι τάχα μόνο οι κληρικοί; Γιατί έτσι νομίζουν πολλοί. Γι’ αυτούς μόνο ομιλεί στο Ευαγγέλιο ο Ιησούς Χριστός; Μεγάλη τιμή θα ήταν για τους κληρικούς να είναι αυτοί μόνο η Εκκλησία∙ μεγάλη τιμή, μα και μεγάλο και ασήκωτο βάρος. Αλλά και μεγάλη αδικία για τους λαϊκούς. Εκκλησία όμως είμαστε όλοι μας, ο κλήρος και ο λαός∙ ούτε μόνο οι κληρικοί, ιεροκρατία, ούτε μόνο οι λαϊκοί, λαϊκοκρατία. Οι κληρικοί πηγαίνουν μπροστά και οι λαϊκοί ακολουθούν∙ οι κληρικοί είναι οι πνευματικοί ποιμένες, και οι λαϊκοί τα λογικά πρόβατα της ποίμνης του Χριστού. Ο λόγος ίσως και να προσκρούει στις δημοκρατικές αντιλήψεις των συγχρόνων ανθρώπων, αλλά είναι η εικόνα της Εκκλησίας προφητική, που την μεταχειρίζεται κι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός στην παραβολή του καλού ποιμένα. Οι κληρικοί σηκώνουν πολλά βάρη κι έχουν μεγάλες ευθύνες στην Εκκλησία, και το πρώτο που ζητούν από τους λαϊκούς είναι να τους ακολουθούν. Γιατί η Εκκλησία εδώ στη γη έχει πάντα πόλεμο κι όταν ο στρατηγός, που είναι ο ποιμένας πηγαίνει στον πόλεμο χωρίς στρατιώτες, τότε πως θα πολεμήσει; Να μην τα φορτώνουμε λοιπόν όλα στους ιερείς μας, αν κι εκείνοι πρέπει να σηκώνουν περισσότερα, αλλ’ ο καθένας μας να ξέρει τα χρέη και τις ευθύνες του στην Εκκλησία.
Ο καθένας μας πρέπει να έχει να δείξει παράδειγμα, γιατί ο καθένας είναι δάσκαλος και κήρυκας της πίστεως. Παραπονιέται ο πατέρας κι η μητέρα πως δεν ακούνε τα παιδιά∙ στον καιρό μας αυτό είναι το παράπονο όλων των γονέων. Τα βάζεις με την Εκκλησία και τα βάζεις με το Σχολείο. Με την κοινωνία καλά κάνεις και δεν τα βάζεις, γιατί η κοινωνία σήμερα είναι ένα απρόσωπο σύνολο ατόμων. Η Εκκλησία λοιπόν και το σχολείο θα σε ρωτήσουν: «Εσύ ο πατέρας και η μητέρα, με ποιον τρόπο διδάξατε τα παιδιά σας; Με ποιο παράδειγμα και με ποιο λόγο; Τι βλέπουν και τι ακούνε τα παιδιά σας μέσα στο σπίτι σας; Ό, τι βλέπουν εκείνο κάνουν κι ό,τι ακούν εκείνο μαθαίνουν». Το σπίτι του κάθε χριστιανού είναι μία Εκκλησία και είναι σαν να γίνεται εκεί μέσα θεία Λειτουργία. Τα παιδιά, που γεννιούνται και ανατρέφονται, η αγάπη και η στοργή, η προσευχή και η εργασία, η οικονομία και η τάξη, όλα αυτά είναι η θεία Λειτουργία στο σπίτι του κάθε Χριστιανού. Κι απ’ όλα αυτά βγαίνει το μεγάλο κήρυγμα του Ευαγγελίου∙ όλα αυτά είναι το φως της πίστεως, που το βλέπουν οι άνθρωποι και δοξάζουν τον Θεό.
08-10-2023
Γ΄. Κυριακή Λουκά
Όλη η επίγεια ζωή μας είναι προετοιμασία για την αιωνιότητα, αλλά ο καθένας μας φεύγει με διαφορετικό τρόπο από τη ζωή· άλλος πλέοντας στη θάλασσα, άλλος πετώντας επάνω από τα σύννεφα, άλλος…. Φαίνεται όμως ότι είναι πιο όμορφο να φύγουμε όρθιοι στην εκκλησία ή καθιστοί στο στασίδι μας που συμβολίζει τον τάφο μας….
Μία παροιμία λέγει: Αν πεθάνεις πριν πεθάνεις δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις, αν βέβαια όντως πεθάναμε για τον Χριστόν και συνετάφημεν μαζί του με το βάπτισμά μας, με την εξομολόγησή μας, και δεν έχουμε πλέον ούτε ελπίδες, ούτε απελπισίες, ούτε στεναχώριες.
Ο νεκρός δεν στεναχωριέται. Και όταν τον τρώνε τα σκουλήκια και όταν κάποιος τον κλωτσοπατήσει, δεν παραπονιέται, μόνον χαίρεται και αγάλλεται, γιατί η ψυχή του είναι στον ουρανό - όταν είναι στον ουρανό. Μάλιστα το σώμα ενός αγίου, επειδή είναι χαριτόβρυτο, πνευματοφόρο και θείο - δεν είναι απλά οστά και σποδός αλλά είναι τίμιο λείψανο -, συνευφραίνεται με την ψυχή. Επομένως, όχι μόνο το ζωντανό σώμα ενός αγίου συμπάσχει ή συνδοξάζεται με την ψυχή, αλλά και το νεκρό σώμα.
Εάν λοιπόν έχουμε πεθάνει, που σημαίνει ότι δεν έχουμε προβλήματα, ούτε ανεβοκατεβάσματα στη ζωή μας – σήμερα έτσι, αύριο αλλιώς-, ούτε σχέδια κάνουμε, ούτε όνειρα, ούτε δικαιοσύνες απαιτούμε, αλλά μόνον ζητάμε το έλεος του Θεού και το βλέμμα του Χριστού, αν ζούμε έτσι, τότε έτσι θα μας βρεί ο Κύριος. Γι’ αυτό είναι ωραιότατη στιγμή να φύγει κανείς για την άλλη ζωή στην εκκλησία.
Πόσοι έχουν φύγει στις μακρόωρες ακολουθίες των μοναστηριών, μέσα στο μισοσκόταδο της νύχτας! Βλέπεις τον μοναχό, κάθεται στο στασίδι του και, εκεί που κάθεται, φεύγει η ψυχή του και κανείς δεν το παίρνει είδηση. Όλοι φεύγουν από την εκκλησία , και ίσως τον δει ο εκκλησιαστικός, όταν πάει να κλείσει την πόρτα, ή όταν ξαναμπεί για να ανάψει τα καντήλια για την επόμενη ακολουθία. Τον βρίσκει στο στασίδι του, με ολοφώτεινο το πρόσωπο.
Μάλιστα στο Άγιον Όρος, όπου τα σώματα των μοναχών δεν σκληραίνονται ούτε παγώνουν, αλλά διατηρούν το χρώμα, που είχαν εν τη ζωή, είναι χαρμονής θέαμα να φύγεις στην εκκλησία, ή στο σκαμνάκι προσευχόμενος, ή στο πατάκι γονατιστός, σαν τον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, και όλους τους άλλους αγίους που έφυγαν σε παρόμοιες στιγμές. Επίσης είναι πολύ ωραία να φύγουμε για την άλλη ζωή, την ώρα που δουλεύουμε και είμαστε κουρασμένοι και ιδρωμένοι από το διακόνημά μας, ή την ώρα που γυρίζουμε από μια συζήτηση, στην οποία είπαμε το «ναι» στον αδελφό μας και δείξαμε έτσι τον σεβασμό μας στην θεόπλαστη εικόνα του μεγάλου Θεού. Μακάρι να μας πάρει ο Θεός σε τέτοιες στιγμές.
Όλοι μας ξέρουμε ότι δεν μπορεί κανένας να πεθάνει όποτε θέλει, να συνταφεί δηλαδή και να αναστηθεί εν Χριστώ, διότι δεν μπορεί να μετανοήσει όποτε θέλει, αλλά μέχρι τότε που του χαρίζει τον καιρό ο Θεός. Επί παραδείγματι, όταν μιά , δυό, τρείς φορές μένω ανεξομολόγητος ή λέγω ότι αυτό που κάνω είναι σωστό, ενώ είναι αμαρτία, ο Θεός επιβεβαιώνει πλέον ότι εγώ δεν θέλω εκείνον, αλλά τον εαυτό μου…..
Αλήθεια πόσο δύσκολο είναι να βρει κανείς έναν άνθρωπο , που όντως αγαπά τον Θεόν! Αν βρεθεί κάποιος, τότε «χαρά γίνεται εν ουρανοίς». Για σκεφτείτε, οι ουρανοί ψάχνουν, για να βρουν κάποιον ο οποίος είπε ότι θα αλλάξει και θα γίνει «καινή κτίσις», και διαλέγουν αυτόν ως το επίκεντρο της ουράνιας χαρμονής. Άγγελοι και άγιοι συγκεντρώνονται πίσω από ένα τέτοιον άνθρωπο. Όχι πίσω από τον όμορφο, τον επιτυχημένο, τον εμπνευσμένο, τον δυνατό, τον ισχυρό, τον αγαπητό, αυτόν που ακούγεται, αλλά πίσω από τον κουρελιασμένο, τον ατιμασμένο, τον ξεψυχισμένο, τον αναθεματισμένο, τον ξεχασμένο, αυτόν που τον κλωτσοπατούν, αυτόν που οι δαίμονες τον πειράζουν και αυτός λέγει, «ό,τι θέλει ο Θεός», ούτε στους δαίμονες δεν αντιστέκεται……
Διαβάζουμε στα αναγνώσματα των προφητειών σε μνήμες αγίων ότι είναι, «κρείσσων θάνατος υπέρ ζωήν πικράν», που σημαίνει ότι είναι καλύτερα να πεθάνεις, να σε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο και να σε συντρίψει, παρά να φθάσεις στην κατάσταση την πικρά· δηλαδή να αποδείξεις δυό, τρεις, πέντε φορές την αμετανοησία σου, την επιστροφή σου στα ίδια παραπτώματα και θελήματα και επιθυμίες, στο πάθος σου και στην οργή σου, στο πείσμα σου και στην ελαφρά αντιμετώπιση της ζωής σου. «Καλά σου λέει ο άλλος, τι έγινε με αυτό που έκανα;» Καλύτερα λέγει να σε παρασύρει ένα αυτοκίνητο και να σε σκοτώσει, «κρείσσων» ο θάνατος, παρά να ζεις μια ζωή που αποδεικνύει ότι ακόμα δεν αγάπησες τον Θεόν και επομένως δεν βαδίζεις την οδό της σωτηρίας.
Αλλά πόσο περισσότερο είναι «κρείσσων ο θάνατος», όταν βρει κάποιον τέλειο και δίκαιο και τον πάρει, από φόβο μήπως η κακία τον αλλάξει, τον διαφθείρει, του βάλει σκοτάδια γήινα και σαρκικά, σωματικά και ψυχικά. Γι’ αυτό, άλλους τους αρπάζει ακόμη και νήπια, «μη κακία αλλάξει σύνεσιν αυτών», και άλλους, όταν τους βρει τελειωμένους, όταν βλέπει ότι βαδίζουν προς την τελείωση ή όταν έφθασαν στην τελείωση. Δεν είναι άξιος ο κόσμος να έχει τους αγίους και τους τελείους. Επομένως τους μεν ορθώς βαδίζοντες ο Θεός τους αρπάζει, για να μην τους αλλάξει η κακία της κοινωνίας, τους δε δικαίους τους παίρνει, γιατί δεν είναι άξιος όλος ο κόσμος ενός τέτοιου ανθρώπου, ο οποίος έφθασε στην τελειότητα και μέσα του δεν κινείται κάτι ανθρώπινο και κοσμικό, δεν τον απασχολεί κάτι, παρά μόνον εντρυφά στον ουρανό. Όπως αστράφτει η αστραπή και διασχίζει το στερέωμα, έτσι ακριβώς αστράφτουν και τα μάτια του τελείου και σαν φεγγοβολήματα φθάνουν μέχρι επάνω στον θρόνο του Θεού, για να αγναντεύουν τη δόξα της αρρήτου θεότητος, ολη την καθαρότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού.
01-10-2023
Κυριακή Β' Λουκά
Η αγάπη είναι μία δωρεά του Χριστού προς το σώμα του και εν προκειμένω προς την Εκκλησία. Πράγματι, χωρίς αγάπη δεν ζει καμία μοναχική αδελφότητα. Χωρίς αγάπη δεν ζει καμία εκκλησιαστική κοινότητα. Οι πιστοί ζουν διότι αγαπούν. Η αγάπη είναι μίμησις του Χριστού, διότι «αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς». Επομένως, όταν αγαπώ, σημαίνει ότι έχω πάρει δωρεά, έχω πάρει χάρι από τον Θεόν και ότι μιμούμαι τον Χριστό.
Η αγάπη αποσκοπεί στο να μπορεί ο ένας να δίνει χαρά στον άλλον. Να στερούμαι εγώ εκουσίως, για να έχει περισσότερα ο άλλος. Να θυσιάζω τον εαυτόν μου, για να νιώθει ο άλλος άνετα, να νιώθει ασφάλεια στη ζωή του. Η αγάπη είναι ένας συνεκτικός δεσμός που μας δένει με την Εκκλησία και ταυτόχρονα και με τον Χριστόν. Πως το πετυχαίνουμε αυτό; Με το «ανεχόμενοι αλλήλους εν αγάπη», όπως λέγει ο απόστολος Παύλος. Με το να δεχώμεθα τον άλλον όπως είναι. Μουρμουρίζει; Άφησέ τον να μουρμουρίζει. Εάν θέλεις να τον κάνεις να μη μουρμουρίζει, εκείνος θα μουρμουρίζει πιο πολύ και εσύ θα στεναχωριέσαι και θα φωνάζεις. Ο άλλος σηκώνεται, κάνει πολύ θόρυβο και σε ξυπνά. Κάτι ανάλογο θα κάνεις και εσύ , αλλά δεν το καταλαβαίνεις. Άφησέ τον γιατί αν προσπαθήσεις να τον διορθώσεις, θα θελήσει να διορθώσει και εκείνος τα δικά σου σφάλματα. Μόνον ο Γέροντας διορθώνει τους ανθρώπους στο μοναστήρι· ποτέ ο μοναχός, εκτός εάν τον επηρεάζει πονηρό δαιμόνιο, οπότε κάνει παρατηρήσεις, συμβουλεύει, λέγει στον άλλον κάνε αυτό, κάνε εκείνο. Ο αληθής μοναχός ποτέ δεν συμπεριφέρεται έτσι. Στο μοναστήρι ένας είναι πατέρας και όλοι οι άλλοι αδελφοί. Βλέπετε με πόση θαλπωρή τα έχει φροντίσει η Εκκλησία μας; Γι’ αυτό λείπουν οι θυμοί, οι κραυγές που προέρχονται από τις διαφωνίες, λείπει η κακία, η εκδίκησις και όλοι γίνονται χρηστοί. Τι σημαίνει χρηστός; Εκείνος του οποίου η απουσία δεν περνάει απαρατήρητη, διότι είναι χρήσιμος και εύσπλαγχνος. Πώς γίνονται όλοι χρηστοί; «Χαριζόμενοι εαυτοίς». Καταλαβαίνω, παραδείγματος χάριν, ότι ο άλλος είναι θυμωμένος μαζί μου. Δεν του μιλώ άσχημα. Του συμπεριφέρομαι με πολλή ευγένεια και αγάπη, μιμούμενος τον Κύριο.
Ακόμη εκφράζουμε την αγάπη μας με το να τιμάμε ο ένας τον άλλον. Ποτέ δεν καθόμαστε ενώπιον μεγαλυτέρου, παρά μόνον εάν μας το πει ή πάρουμε την άδειά του. Εάν κάποιος έχει μία αποτυχία, κάνει ένα σφάλμα, έχει έναν πόνο, θα του δείξουμε μεγάλη αγάπη, ώστε να ισορροπήσει και να απαλλαγεί από τα προβλήματα, φροντίζοντας έτσι «τα ετέρου έκαστος», όπως λέγει ο απόστολος Παύλος εις τους Φιλιππησίους. Ο καθένας ας κάνει εκείνο που θέλει ο άλλος. Ο άνδρας, αυτό που θέλει η γυναίκα. Η γυναίκα, αυτό που θέλει ο άνδρας.
Βλέπετε αδελφοί μου, πόση λεπτότητα υπάρχει στην Εκκλησία και μάλιστα στους αγίους; Οι άγιοι είναι προσεκτικοί, διότι έχουν γευθεί την γλυκύτητα και την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος και εάν δεν τα προσέξουν αυτά, θα χάσουν την ειρήνη. Οι άγιοι προσπαθούν πάντοτε να μη λυπήσουν κανένα άνθρωπο, ούτε και τα ζώα. Βλέπουν τον άλλο σαν να είναι ο Χριστός. Και είναι πράγματι ο Χριστός, διότι είναι εικόνα του Θεού. Επομένως αγαπούν τον άνθρωπο, επειδή είναι εικόνα του Θεού. Έτσι ο Χριστός και ο άνθρωπος γίνονται ένα στην καρδιά τους, στα έγκατά τους.
Όταν ο άνθρωπος μας δίνει την αγάπη του Θεού, την ευγένεια, την λεπτότητα, αυτό είναι κοινωνία Θεού. Θέλεις να κοινωνάς σώμα και αίμα Χριστού; Κοινώνησε.
24-09-2023
Κυριακή Α΄Λουκά 24-09-2023
Ο Χριστός μας αποκάλυψε την περί του Θεού αλήθεια. Λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ο θεατής των αρρήτων αποκαλύψεων και ερμηνεύς των άνω του Θεού μυστηρίων: «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε· ο μονογενής Υιός, ο ων εις τον κόλπον του Πατρός. Εκείνος εξηγήσατο».
Η απάντηση του ανθρώπου στην περί του Θεού αποκάλυψη είναι η πίστη. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να ζήσουμε αιώνια, αφού αυτός είναι και ο σκοπός της ενανθρωπήσεως του Χριστού: «ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον». Η πίστη στον Χριστό είναι «θύρα και οδός που οδηγεί στην ζωή».
Πίστη είναι η ακλόνητη πεποίθηση στην ύπαρξη αγαθών που ελπίζουμε. Είναι βεβαιότητα για πράγματα που δεν βλέπουμε με τα σωματικά μάτια: «Πίστις εστί ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων».
Πίστη είναι όταν πιστεύουμε σ’ εκείνα που δεν βλέπουμε, έχοντας κατά νουν την αξιοπιστία του Θεού. Οι αλήθειες που μας αποκάλυψε ο Χριστός χρειάζονται πίστη….διότι το ύψος τους υπερβαίνει κατά πολύ την δική μας ευτελή διάνοια.
Ο απόστολος Παύλος γράφει ότι «αφού δικαιωθήκαμε με την πίστη, έχουμε ειρήνη με τον Θεό δια του Κυρίου Ιησού, ο Οποίος με την πίστη μας σ’ Αυτόν μας έχει οδηγήσει στη χάρι αυτή στην οποία στεκόμαστε, και καυχόμαστε για την ελπίδα μας στην δόξα του Θεού». Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύει τον αποστολικό λόγο: «Παντού αναφέρει και τα δύο· και τα δικά Του και τα δικά μας. Αλλά τα μεν του Χριστού είναι πολλά και ποικίλα. Διότι και απέθανε για μας, και μας συμφιλίωσε, και μας προσήγαγε στον Θεό, και μας έδωσε Χάρι ανέκφραστη. Εμείς όμως προσφέρουμε μόνο την πίστη». Η πίστη είναι η συνέργεια του ανθρώπου στο μυστήριο της σωτηρίας του.
Όσα μας απεκάλυψε ο Θεός δεν είναι δυνατόν να ερμηνευτούν με το ανθρώπινο μυαλό, διότι η «λογική μας δεν χωρεί το μέγεθος των οικονομιών Του. Αυτό πρέπει να γίνει με την πίστη». Λέγει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δεν έμαθα να περιεργάζομαι την ουσία του Θεού. Έμαθα να πιστεύω, και όχι να ερευνώ με σχολαστικότητα».
Όταν ο Χριστός απέστειλε τους μαθητές του στο κήρυγμα τους είπε: «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται». Η πίστη είναι η αρχή της σωτηρίας και της εν Χριστώ ζωής. Από την πίστη οδηγούμαστε στο άγιο Βάπτισμα και γεννιόμαστε εν Χριστώ. Είναι αυτονόητο βέβαια ότι για τα βαπτιζόμενα νήπια η πίστη ακολουθεί το Βάπτισμα.
Για να πλησιάσουμε το μυστήριο της πίστεως, θα στηριχτούμε στο Σύμβολο της πίστεως, που ονομάζουμε «Πιστεύω» και αποτελείται από δώδεκα άρθρα.
Το Σύμβολο της πίστεως είναι η καταγραφή των δογμάτων της Εκκλησίας από τους θεοφόρους Πατέρες των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων. Οι άγιοι Πατέρες «βραχύ ρήματι και πολλή συνέσει» διατύπωσαν με θείο φωτισμό την αληθινή πίστη της Εκκλησίας, για να μπορούμε εμείς να έχουμε ως οδηγό της ζωής μας και να πορευόμαστε την οδό της σωτηρίας.
Οι ορθόδοξοι χριστιανοί πιστεύουμε και ομολογούμε ό,τι μας αποκάλυψε ο Υιός και Λόγος του Θεού, και όπως μας τα ερμήνευσαν οι άγιοι Απόστολοι και οι θεοφόροι Πατέρες. «Οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν …… ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν».
17-09-2023
Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού
Η εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μας θυμίζει ταυτόχρονα τη σημασία που έχει για εμάς το σημείο του Σταυρού. Δεν μιλώ εδώ απλώς για τον Σταυρό που πρέπει να αίρουμε ακολουθώντας τον Χριστό, αποδεχόμενοι εν υπομονή όλες τις δοκιμασίες μας και όλες τις δυσκολίες. Αλλά για το ότι αυτές δεν έχουν σημασία, δεν έχουν αξία, παρά μόνον αν είναι ενωμένες με τον νικηφόρο Σταυρό του Χριστού. Γι’ αυτό η εικόνα και το σημείο του Σταυρού που κάνουμε πάνω μας έχουν τόση σημασία στη Χριστιανική ζωή.
Οφείλουμε λοιπόν να αγαπούμε το σημείο του Σταυρού, να τιμούμε τον Σταυρό. Είναι μία από τις τελειότερες μορφές προσευχής, μετά την απαγγελία του «Πάτερ ημών».
Η προσευχή ενώπιον του Σταυρού, η προσευχή που συνοδεύεται από το σημείο του Σταυρού κατέχει μεγάλη δύναμη. Είναι το μέσον για να παρατείνουμε, να καθιστούμε παρούσα στο άμεσο παρόν της πνευματικής μας ζωής τη νίκη του Σταυρού.
Μπορούμε να σταθούμε μπροστά στον Σταυρό και κάνοντας το σημείο του Σταυρού να πούμε: «Εις το όνομα του Πατρός ….» ή να πούμε την ευχή του Ιησού, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»· αλλά μπορούμε και να εμπλουτίσουμε την προσευχή μας με τα ωραία λειτουργικά κείμενα της εορτής. Υπάρχουν και οι Χαιρετισμοί του Σταυρού, που συνοψίζουν όλα τα θέματα της εορτής και αξίζει να τους λέμε. Αποτελούν εξαίρετη προσευχή, όταν έχουμε κλείσει την πόρτα του δωματίου μας και είμαστε μόνοι ενώπιον του ουρανίου Πατέρα μας, και μπορούμε να έχουμε τα μάτια στραμμένα στον Σταυρό και ταυτοχρόνως να απαγγέλλουμε με συναίσθηση του στίχους του συγκεκριμένου Ακαθίστου.
Κάθε Κυριακή μετά την ανάγνωση του εωθινού Ευαγγελίου που είναι πάντοτε αναστάσιμο, διαβάζουμε ένα τροπάριο, αφιερωμένο ταυτόχρονα στο Σταυρό και την Ανάσταση, που αρχίζει ως εξής: «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι….». Ναι έχουμε δει την Ανάσταση του Χριστού στην Κυριακάτικη αυτή ακολουθία που συνιστά το εβδομαδιαίο Πάσχα μας. Αμέσως όμως προσθέτουμε: «Τον Σταυρόν Σου, Χριστέ, προσκυνούμεν, και την αγίαν Σου Ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν». Και λίγο πιο κάτω, «ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω».
Είθε η τιμή αυτή του Σταυρού που είναι στον πυρήνα του Χριστιανισμού, να είναι στον πυρήνα της ζωής μας. Ποτέ δεν θα έχουμε πλήρως συνειδητοποιήσει τη σημασία του Σταυρού και του σημείου του Σταυρού. Δεν υπάρχει στην αφοσίωση αυτή λυπητερός ευσεβισμός ή πρόληψη ή συναισθηματισμός. Βεβαίως μπορούμε πάντοτε, και οφείλουμε, να στοχαζόμαστε τα πάθη του Χριστού και την αγάπη που έτσι φανέρωσε για μας, αλλά χωρίς ποτέ να ξεχνάμε ότι κατά την πίστη μας ο Σταυρός υπήρξε όργανο της μεσσιανικής βασιλικής Του ιδιότητος. Γι’ αυτό και πάνω στον Σταυρό πρέπει πάντοτε να είναι εμφανής ο τίτλος: «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων», κυρίως όμως ο τίτλος: «Ο βασιλεύς της δόξης», καθώς και το υποπόδιον των ποδών Του, διότι ο Σταυρός είναι το βασιλικό υποπόδιο· είναι, όπως συνεχώς το επαναλαμβάνει στην ακολουθία , ο βασιλικός θρόνος του Χριστού.
Με αφορμή λοιπόν τη σημερινή εορτή, ας συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο τη θέση που πρέπει να έχει ο Σταυρός στη ζωή μας από κάθε άποψη. Είναι το κλειδί της ζωής μας αλλά και του θανάτου μας, κατώφλι για την αληθινή ζωή
10-09-2023
Κυριακή προ της Υψώσεως
Από τότε που ήρθε ο Χριστός, από τότε που πέθανε και αναστήθηκε για μας, από τότε που οι Απόστολοι κήρυξαν την διά του Σταυρού σωτηρία, ο άνθρωπος τίθεται ενώπιον μιάς θεμελιώδους επιλογής. Πώς να νοηματοδοτήσει την ύπαρξή του; Θα έχει ως μέλημα τη δική του ευημερία, την ικανοποίηση των επίγειων επιθυμιών του, του εαυτού του, του «εγώ» του, μαζί με λίγο αλτρουισμό, απαραίτητο για να μπορεί να ζει στην κοινωνία; Ή μήπως ο σκοπός της ύπαρξής του θα είναι να απογυμνωθεί από όλο το «εγώ» του, τον εγωκεντρικό εαυτό του, τη φιλαυτία του, και να δοθεί απολύτως στο Θεό και στον συνάνθρωπό του;
Πρόκειται για «Κοπερνίκειο» δίλημμα: ποιο είναι για μένα το κέντρο του κόσμου, γύρω από το οποίο όλα περιστρέφονται; Είμαι εγώ ή κάποιος Άλλος; Ένας άλλος που θα ήταν, εξάλλου, κατά τρόπο μυστικό στο κέντρο του βαθύτερου εαυτού μου, επειδή θα το είχα αδειάσει από μένα τον ίδιο και θα του είχα παραχωρήσει τη θέση. Ένας Άλλος που θέλησε να με κάνει ένα με όλους τους άλλους, στο πρόσωπο των οποίων ανακαλύπτω τη δική Του παρουσία. Πράγμα που δεν σημαίνει καθόλου ότι θα έχανα την ταυτότητα, την προσωπικότητά μου, κάθε άλλο. Αλλά η αληθινή προσωπικότητα του ανθρώπου δεν έγκειται στην αναδίπλωση στον εαυτό του και στην εναντίωση προς τους άλλους, στην αναζήτηση όλων εκείνων που θα ικανοποιήσουν το σαρκικό και καθαρά γήινο «εγώ». Αντιθέτως, το πρόσωπο πραγματώνεται στο άνοιγμα προς τον Θεό και προς κάθε άνθρωπο, στην κοινωνία με τους άλλους, και την προσφορά του «εγώ». Η απάρνηση του εαυτού, το στήσιμο του Σταυρού στον πυρήνα της ζωής μας, μόνον αυτά μπορούν να μας δώσουν πρόσβαση στην πραγματική χαρά, στην τέλεια χαρά της ψυχής. Είναι, θα έλεγα, οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος.
Όχι! Το Ευαγγέλιο δεν είναι σπορέας λύπης, κατήφειας, αποθάρρυνσης, απογοήτευσης· το εντελώς αντίθετο. Και οι άγιοί μας δείχνουν ακριβώς σε πόση χαρά, σε πόση εσωτερική άνθιση και συναισθηματική υγεία μπορούν να φτάσουν οι άνθρωποι που έχουν πραγματικά ανταποκριθεί σε αυτό το κάλεσμα.
Γι’ αυτό είναι καλό να διαβάζουμε και να ξαναδιαβάζουμε τους βίους των αγίων για να βλέπουμε πόσο η επιλογή που έκαναν κατά τρόπο τόσο ριζικό, τους οδήγησε στην αληθινή εν Κυρίω χαρά, στην αληθινή κοινωνία με την αιώνια χαρά της Αγίας Τριάδος, στη χαρά του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, των Τριών διακριτών αλλά ομοουσίων Προσώπων. Έχουμε μεταξύ των αγίων θαυμαστά παραδείγματα που θα έπρεπε να φλογίζουν την καρδιά μας και να ξυπνούν, να ζωντανεύουν μέσα μας στον απόλυτο βαθμό την επιθυμία να βαδίσουμε στα ίχνη τους και να μοιραστούμε τη χαρά τους.
Κάποτε μάλιστα, συγγραφείς που δεν είναι Ορθόδοξοι, επικρίνουν τους Ορθοδόξους λέγοντας ότι μιλούν πολύ για την Ανάσταση και ξεχνούν τον Σταυρό και τα Πάθη του Χριστού. Ασφαλώς όχι! Αλλά οι Ορθόδοξοι δεν μπορούν να ατενίζουν τον Σταυρό χωρίς εκεί να διακρίνουν τη μυστική παρουσία της Αναστάσεως, χωρίς να Τον βλέπουν ήδη μεταμορφωμένο από τη μυστική παρουσία της Αναστάσιμης χαράς και δόξας.
Η Αναστάσιμη αυτή χαρά είναι και ο σκοπός της Χριστιανικής ζωής, και, αν μιλάμε για Σταυρό, για αποδοχή των δοκιμασιών, για απάρνηση, αν μιλάμε για άσκηση, όλα αυτά δεν αποτελούν αυτοσκοπό, στόχο. Αλλά είναι όλα αυτά τα «εκ των ών ουκ άνευ» μέσα που διαθέτουμε εδώ κάτω, για να υλοποιήσουμε τον θάνατο του «εγώ», δια του οποίου έχουμε πρόσβαση στη θεία χαρά, στη χαρά της ολικής αυτοπροσφοράς για την οποία μας δημιούργησε ο Θεός, για την οποία έπλασε τον κόσμο, ώστε τα λογικά Του πλάσματα, οι άνθρωποι, μαζί με τα καθαρά πνευματικά Του δημιουργήματα που είναι οι άγγελοι, με όλη την κτίση, να μεταμορφωθούν εν δόξη κατά την ημέρα της Παρουσίας Του και να εισέλθουν στην άληκτη αιωνιότητα, μέσα στην ανέκφραστη χαρά της Αγίας Τριάδος.
Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Αμήν.
03-09-2023
Γενέσιον της Θεοτόκου 2023
«Πριν τρείς μέρες, την 1η Σεπτεμβρίου, εορτάσαμε την αρχή του Χριστιανικού έτους. Το εννοώ: του Χριστιανικού, διότι δεν πρόκειται απλώς για έναρξη του λειτουργικού έτους. Πράγματι η λειτουργία, ο λειτουργικός κύκλος, δεν είναι μόνο μία πτυχή της Χριστιανικής μας ζωής, αλλά είναι ο εόρτιος αυτός κύκλος που δομεί όλη την πνευματική μας ζωή, όλη τη ζωή μας ως Χριστιανών, αποτελεί μάλιστα την κύρια πηγή της. Ας μη πούμε ποτέ με ελαφριά καρδιά: «Α…φέτος δεν θα πάω στην Εκκλησία, στη γέννηση της Θεοτόκου ή του Σταυρού ή της Υπαπαντής, έχω άλλα πράγματα να κάνω». Είναι σαν να χάνουμε ένα σκαλοπάτι από την κλίμακα αυτή στην κορυφή της οποίας μας περιμένει ο Χριστός. Σαν να παραλείπουμε ένα σημαντικό βήμα της εν Χριστώ μεταμόρφωσής μας. Αν κάθε χρόνο η Εκκλησία παρακολουθεί έτσι όλη την επίγεια ζωή του Κυρίου, αυτό γίνεται για να τη ζούμε όλο και εντονότερα, να την κατανοούμε όλο και πληρέστερα και να νιώθουμε στα βάθη της καρδιάς μας συνεχώς και περισσότερο τη θαυμαστή της γλυκύτητα.
Το νέο Χριστιανικό έτος αρχίζει, λοιπόν, με τη μεγάλη εορτή της γεννήσεως της Θεοτόκου, εορτή πολύ σημαντική για την πνευματική μας πρόοδο. Η Εκκλησία είχε ήδη από την αρχή επίγνωση της θέσης που κατέχει η Παναγία στο μυστήριο της σωτηρίας μας. Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στο Ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας, υπογραμμίζεται ο ρόλος αυτός της μητέρας του Θεού στο σχέδιο της σωτηρίας. Αλλά και το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο της απονέμει τη θέση που της αξίζει. Γνωρίζουμε δε ότι στην Εκκλησία των πρώτων αιώνων η κατά σάρκα οικογένεια του Χριστού είχε πολύ σημαντική θέση στην Παλαιστίνη·από αυτήν την οικογένεια του Ιωσήφ και της Μαρίας έχουν φτάσει ως εμάς κάποιες αναμνήσεις από την παιδική ηλικία του Σωτήρος: στιγμιότυπα της παιδικής ηλικίας, ενθυμήματα σχετικά με την ίδια την Παναγία και κυρίως από τον Ευαγγελισμό και το «ναι» που πρόφερε τότε και δια του οποίου ήρθε στον κόσμο η σωτηρία.
Στους αιώνες που ακολούθησαν η Εκκλησία αποκτούσε όλο και περισσότερο συνείδηση του ότι δεν μπορούμε να πάμε στο Χριστό παρά δια της μητέρας του, ότι δια των προσευχών της, δια της συνεχούς μεσιτείας της μπορούμε να τον πλησιάσουμε και να επιτύχουμε το να μη ζούμε πια εμείς αλλά να ζει μέσα μας Εκείνος. Ο θαυμαστός ρόλος της Συνόδου της Εφέσου, στις αρχές του 5ου αιώνα, ήταν να ρίξει άπλετο φως στη θέση αυτή που έχει η Παναγία δίπλα στο Χριστό και στο μυστήριο της σωτηρίας μας. Τότε ήταν που την ανακήρυξαν «αληθώς Θεοτόκον». Μετά τη Συνοδο αυτή, η οποία εξάλλου δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να επιβεβαιώσει και επισήμως την προηγούμενη παράδοση, η Εκκλησία απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη επίγνωση και συνειδητοποίησε εκ νέου ποιά είναι η θέση της Παναγίας στο μυστήριο της απολυτρώσεως και της θεώσεως του ανθρώπου.
Στον βίο του αγίου Βενεδίκτου, τον οποίο συνέγραψε ο πάπας άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, λέγεται ότι μία μέρα είδε σαν συγκεντρωμένο μέσα σε μία ηλιακή ακτίνα, ολόκληρο τον κόσμο και όλα όσα συμβαίνουν· στο δε διάκονο Πέτρο, με τον οποίο συνομιλούσε και ο οποίος αναρωτιόταν πόσο πιθανό είναι ένα τέτοιο θαύμα, ο άγιος Βενέδικτος απάντησε: «Για όποιον βλέπει το Θεό, κάθε κτίσμα είναι πολύ μικρό». Επειδή λοιπόν η Θεοτόκος είναι εντελώς βυθισμένη εν τω Θεώ και βλέπει τα πάντα εν Αυτώ, μπορεί να είναι παρούσα κατ’ αυτόν τον τρόπο, ανά τους αιώνες, σε κάθε άνθρωπο, σε καθέναν από εμάς».
Με πολλές ευχές για μία χρονιά με πνευματική καρποφορία
Με αγάπη Χριστού
π. Αθανάσιος