26-11-2023
Κυριακή ΙΓ Λουκά
Σε κάποιες από τις Κυριακές που προηγήθηκαν ακούσαμε να γίνεται και πάλι λόγος περί πλούτου: ενός πλούτου που εκδηλώνεται ως ματαιότητα και αφροσύνη, ως σκληροκαρδία και αφιλανθρωπία. Ο πλούτος στην αρνητική του εκφορά αποτελεί ένα πειρασμό, πειρασμό τον οποίο δεν απέφυγε ούτε ο Κύριός μας, κατά την τεσσαρακονθήμερη δοκιμασία του στην έρημο. Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο πλούτος συνοδεύει την πνευματική υπερηφάνεια, την αρεταλογική αυτοπεποίθηση, την αυταρέσκεια για τις δήθεν ηθικές μας πράξεις.
Επηρώτησεν, λοιπόν, τον Κύριο κάποιος πλούσιος Ιουδαίος άρχοντας: Διδάσκαλε αγαθέ, τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω; Η ερώτηση μοιάζει με τις ερωτήσεις που θέτει κάποτε κανείς ώστε να υπάρχει θέμα προς συζήτηση. Θυμίζει ερωτήσεις προορισμένες για εσωτερική κατανάλωση, ερωτήσεις που λίγο πολύ προϋποθέτουν την απάντηση. Υποτίθεται ότι η ερώτηση αυτή αναφέρεται στην πράξη· κι όμως ακούγεται τόσο θεωρητική και απρόσωπη, τόσο ναρκισσιστική και εντέλει τόσο προκλητική.
Η κολακευτική προσφώνηση «Διδάσκαλε αγαθέ» του πλουσίου δεν συγκινεί τον Ιησού, ο οποίος την γυρίζει πίσω υπό μορφή νέας και μάλλον ελεγκτικής ερωτήσεως: Τί με λέγεις αγαθόν; Δεν έχει ανάγκη ο Χριστός από ψεύτικες ευγένειες· πολύ περισσότερο, καθώς διαβλέπει πως προέρχονται από ένα άνθρωπο που δεν πιστεύει παρά μόνον στον εαυτό του, τις δυνάμεις και τις αρετές του. Ο πλούσιος αυτός κύριος δεν βλέπει στο πρόσωπο του Ιησού τον προσδοκώμενο Μεσσία, αλλά έναν άνθρωπο εξαιρετικά συμπαθή, με ενδιαφέρουσες απόψεις και ένα μοναδικό χάρισμα επικοινωνίας. Δυστυχώς ο υλικός του πλούτος, η προσκόλληση σ’ αυτόν, αφενός, και η ευσεβιστική του αυταρέσκεια, αφετέρου, κάνουν αμφίβολη κι αυτή ακόμη την πίστη του στον Θεό· μια πίστη που θα έπρεπε να εκφράζεται ως απόλυτη εμπιστοσύνη στην αγαθότητά του, που να είναι πρόθυμη να θυσιάσει τα πάντα για την αγάπη του Θεού και του πλησίον.
Ο καρδιογνώστης Ιησούς αντιλαμβάνεται την ασθένεια του συνομιλητή και του δίνει την ευκαιρία να κατανοήσει ο ίδιος την ουσία του προβλήματος: Τί με λέγεις αγαθόν; Ουδείς αγαθός ει μη είς ο Θεός». Με άλλους λόγους: Προς τί όλη αυτή η ρητορική επίδειξη; Αν εξακολουθείς να με βλέπεις σαν έναν κοινό άνθρωπο, γιατί με λες «αγαθό»; Κανείς δεν είναι από μόνος του αγαθός, παρά μόνον ο Θεός, ο αυτάγαθος και η πηγή πάσης αγαθότητος. Εάν κατ’ αυτόν τον τρόπο θέτεις το ζήτημα, ούτε εγώ βεβαίως είμαι αγαθός, αφού ως άνθρωπο θέλεις να με βλέπεις και να με επαινείς, ούτε -πολύ περισσότερο- εσύ, που στηρίζεις την «καλοσύνη» σου στα δικά σου έργα και όχι στη χάρι και το έλεος του Θεού. Γιατί επομένως με ρωτάς, αφού δεν περιμένεις απάντηση διαφορετική από όσα εσύ φρονείς;
Θα μπορούσε ο Χριστός να κλείσει τη συζήτηση εδώ. Όμως δεν το κάνει· συνεχίζει, για να βοηθήσει τον άνθρωπο που έχει απέναντί του να έλθει σε επίγνωση της καταστάσεώς του. Τας εντολάς οίδας· μη μοιχεύσεις, μη φονεύσεις, μη κλέψεις, μη ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα. Σαν να του έλεγε ίσως: «Γνωρίζεις τον Δεκάλογο. Γνωρίζεις τις άλλες εντολές της Παλαιάς Διαθήκης. Όλες αυτές οι εντολές δεν αποτελούν αυτοσκοπό· υπάρχουν για να μετρούν τα όρια των σχέσεών σου με τους άλλους. Δεν είναι η αφορμή για να επιδεικνύεις το ψεύτικο είδωλό σου, αλλά η ευκαιρία να επιβεβαιώνεις κάθε φορά την πιστότητά σου προς τον θείο Νομοθέτη. Με ποιο τρόπο όμως; Μα μέσα από την έμπρακτη αγάπη σου για το πλάσμα του, το κατ’ εικόνα και ομοίωση αυτού πλασθέν. Αν θέλεις λοιπόν να κληρονομήσεις ζωήν αιώνιον, αν αληθινά επιζητείς την κοινωνία με τον Θεό, τότε μάθε να αγαπάς! Φρόντισε να απαλλαγείς από την μεροληπτική αγάπη σου, από την πεποίθηση στις δυνάμεις και τις αρετές σου. Θέσε στο κέντρο της υπάρξεώς σου τον Θεόν και μοιράσου με άλλους την αγάπη του. Η ομορφιά της ζωής, η ρίζα της αρετής, δεν βρίσκονται στο Εγώ αλλά στο ελεύθερο άνοιγμά μας προς το Συ, στο ανεξιχνίαστο μυστήριο της αγάπης. Το μυστήριο αυτό έχει την αρχή του στον τριαδικό Θεό· τον Θεό όμως αυτόν είναι αδύνατον να τον πιστέψεις όσο περιστρέφεσαι γύρω από τον εαυτό σου, όσο αδιαφορείς για τους άλλους».
19-11-2023
Θ΄. Κυριακή Λουκά
Ο καιρός της προετοιμασίας
Η εορτή αυτή των Εισοδίων της Θεοτόκου, που είναι τόσο κοντά στην αρχή της Τεσσαρακοστής των Χριστουγέννων, αποτελεί μια θαυμάσια εισαγωγή στην περίοδο αυτή κατά την οποία προετοιμαζόμαστε να τιμήσουμε τη γέννηση του Κυρίου και να τη γιορτάσουμε ως νέα ενσάρκωση του Χριστού στη φάτνη της δικής μας καρδιάς. Διότι αυτή ακριβώς θα είναι η χάρις των Χριστουγέννων: να γεννιέται ο Χριστός πάντοτε όλο και περισσότερο μέσα μας, να μας μεταμορφώνει πάντοτε όλο και περισσότερο εν Αυτώ στα μύχια της καρδιάς μας, έτσι ώστε αυτή η παρουσία να ακτινοβολεί σε όλο μας το είναι και σε όλη μας τη ζωή.
Η Παρθένος Μαρία προετοιμάστηκε τόσο θαυμαστά από τον Θεό για τον ρόλο της ως Μητέρας του Θεού. Παιδί ακόμα εισέρχεται στον ναό, αυτή που θα είναι αληθινή Κιβωτός της Διαθήκης, ο αληθής τόπος της παρουσίας του Θεού μεταξύ των ανθρώπων. Εισέρχεται στον ναό αυτόν που ήταν χειροποίητος, αλλά προεικόνιζε, ανήγγελλε ακριβώς την οριστική κατοικία του Θεού μεταξύ των ανθρώπων, αχειροποίητη αυτή, η οποία θα σηματοδοτούσε τον χρόνο του Ευαγγελίου και τον χρόνο στον οποίο ζούμε.
Καμία, ίσως, ευαγγελική περικοπή δεν θα ταίριαζε καλλίτερα στην εορτή αυτή από την περικοπή που διαβάζουμε κατά παράδοση σε όλες τις θεομητορικές εορτές, αυτή της Μάρθας και της Μαρίας. Πρόκειται ασφαλώς για τη Μαρία αδελφή της Μάρθας και του Λαζάρου, αλλά με την επιλογή του αναγνώσματος από μέρους της Εκκλησίας, αισθανόμαστε έντονα τη διάκριση με την οποία αυτή περιβάλλει κάθε τι που αφορά στην Μητέρα του Θεού. Δεν μιλά εδώ γι’ αυτήν παρά υπό το πέπλο κάποιας που της έμοιαζε, που έφερε το ίδιο όνομα, σαν μέσα από ένα πέπλο σιωπής. Επειδή αυτό ήταν το καλύτερο, το μόνο μέσο, για να αποκαλυφθεί κάτι το άρρητο.
Η Θεοτόκος έζησε πάντοτε στην αφάνεια. Μέσα στα Ευαγγέλια διατηρεί αυτή την αφανή θέση. Δεν μιλούν πολύ γι’ αυτήν. Μόνο μέσα από αυτή την εικόνα της Μαρίας της Βηθανίας που κάθεται στα πόδια του Κυρίου, μεταφέρεται ο νους μας στην ουσία του μυστηρίου της Μητέρας του Θεού: σ’ αυτήν την ακρόαση, ακρόαση που συναινεί στον λόγο δια του οποίου ο Χριστός σαρκώθηκε μέσα της. Με την απάντησή της στον λόγο του Θεού μπόρεσε να εκπληρωθεί το ανήκουστο μυστήριο της Ενανθρωπήσεως, να γεννηθεί ο Λόγος ανάμεσά μας.
Ναι, και σε όλον αυτόν τον χρόνο της προετοιμασίας που μας θυμίζει η σημερινή εορτή, η Θεοτόκος καθόταν ήδη στα πόδια του Κυρίου, με την έννοια ότι έπρεπε να μελετά, να αναλογίζεται, να εσωτερικεύει τις Γραφές δια των οποίων οικειοποιούνταν όλη την προσμονή του λαού του Ισραήλ, όλη την επιθυμία του για την έλευση του Μεσσία. Καλοδεχόταν αυτή την επιθυμία, τη ζούσε βαθιά με όλη εκείνη την πτωχεία που αποτελούσε έκφραση της ψυχής της, την πτωχεία τω πνεύματι που συνιστούσε την αφάνειά της, με όλη εκείνη την παραίτηση από κάθε αυτοεπιβεβαίωη, με την αποταγή εκείνη που της επέτρεπε να δέχεται τον λόγο και να συναινεί, και έτσι να προετοιμάζεται για την υπέρτατη συγκατάθεση που θα έδινε την ημέρα του Ευαγγελισμού.
Ταυτόχρονα όμως αυτή η εορτή μας επιτρέπει να εισέλθουμε και εμείς οι ίδιοι στο μυστήριο αυτό της Θεοτόκου, να μετάσχουμε σ’ αυτό, και έτσι να προετοιμαστούμε μαζί της για τα Χριστούγεννα, για τη Γέννηση του Χριστού. Οφείλουμε να κάνουμε ακριβώς όπως και αυτή, να εισέλθουμε στον ναό, μέσα σ’ αυτή την ιερή έρημο των Γραφών, μακριά από όλες τις μέριμνες και όλες τις έγνοιες του κόσμου.
Ασφαλώς, δεν γίνεται να μη σκεπτόμαστε τα γήινα· πρέπει να ασχοληθούμε και με αυτά σε κάποιο βαθμό, αναλόγως των καθηκόντων και των ρόλων που οφείλουμε να ασκούμε μέσα στην κοινότητά μας. Δεν πρέπει όμως η σκέψη μας να είναι ανήσυχη και ταραγμένη. Όλα αυτά, η μέριμνα, η ανησυχία, ο πανικός, είναι που εμποδίζουν την εσωτερική προσοχή, η οποία μας προετοιμάζει για την έλευση του Χριστού. Οι ασχολίες μας δεν αποτελούν εμπόδιο, με την προϋπόθεση όμως ότι δεν μεταβάλλονται σε αγωνιώδεις μέριμνες.
Όλες οι σκέψεις μας, όλες οι εσωτερικές μας στάσεις πρέπει να τις ζωογονεί η πίστη και η εμπιστοσύνη στον Θεό· αυτή θα μας επιτρέψει και να ασχολούμαστε με τα καθήκοντα στα οποία πρέπει να αφιερώσουμε χρόνο, τα απαραίτητα έργα μας, και ταυτόχρονα να επιτελούμε χωρίς ανησυχία, χωρίς ταραχή, χωρία αυτό να μας αναστατώνει, χωρίς να γίνεται εμπόδιο στην εσωτερική αυτή προσοχή, η οποία είναι τόσο ουσιώδης, το ουσιώδες της χριστιανικής μας ζωής.
Ναι οφείλουμε να εισερχόμαστε στον ναό της καρδιάς μας, για να γίνεται αυτή όλο και περισσότερο ναός του Κυρίου. Εισέρχομαι στον ναό της καρδιάς δεν σημαίνει μόνο να αποφεύγω την εσωτερική ανησυχία, αλλά -και από αυτό πρέπει να αρχίσουμε- να αποφεύγω ό,τι είναι περιέργεια, ό,τι είναι περισπασμός, ό,τι χαρακτηρίζεται από απληστία να δω, να αγγίξω, να ακούσω και να γευθώ τα εξωτερικά πράγματα. Να τα αποφεύγω, για να μπορώ να είμαι προσεκτικός στην εσωτερική παρουσία του Κυρίου, στην κίνηση αυτή της καρδιάς μου που με φέρνει προς Αυτόν ο Οποίος βρίσκεται στα βάθη της, επειδή το Άγιο Πνεύμα Τον έχει εγγράψει εκεί. Και ο Οποίος μας διαφεύγει, στον βαθμό που γινόμαστε υπερβολικά εξωστρεφείς.
Ναι, στη διάρκεια της προπαρασκευαστικής αυτής περιόδου γιαα τα Χριστούγεννα, το σημαντικό δεν είναι η νηστεία· πρέπει ασφαλώς να συνδυάζεται, αλλά μόνο για να βοηθά να μετέχει και το σώμα μας , ολόκληρο το είναι μας, στην εσωτερική αυτή στάση, η οποία είναι και το ουσιώδες.
Ναι, αυτές τις ευλογημένες μέρες ας είμαστε προσεκτικοί στο να μπαίνουμε έτσι στον ναό αυτό της καρδιάς μας, στην ιερή αυτή έρημο, θα μπορούσα να πω, χωριζόμενοι από όλα όσα είναι του κόσμου, με την κακή έννοια της λέξης. Με τον τρόπο αυτό θα καθοδηγούμαστε πράγματι από το εσωτερικό φως του Κυρίου προς συνάντησή Του, την οποία θα εορτάσουμε τα Χριστούγεννα, «Εν τω φωτί σου οψόμεθα φως».
12-11-2023
Ο άγιος Ιωάννης ο ελεήμων.
Ήταν γόνος επιφανούς οικογενείας της Αμαθούντας της Κύπρου. Νυμφεύτηκε μετά από πίεση των γονέων του και απέκτησε πολλά παιδιά τα οποία κατά παραχώρηση Θεού πέθαναν σε μικρή ηλικία ταυτόχρονα με την μητέρα τους. Βλέποντας στην οδυνηρή τούτη στέρηση την ευκαιρία να απελευθερωθεί από τις κοσμικές φροντίδες, αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στον Θεό. Χειροτονήθηκε πατριάρχης της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας με το όνομα Ιωάννης. Την ίδια κιόλας ημέρα συγκέντρωσε όλον τον κλήρο και το προσωπικό της πλούσιας μητροπόλεως της Αιγύπτου και τους έστειλε να απογράψουν με κάθε ακρίβεια όλους όσους αποκαλούσε «κυρίου» του: δηλαδή τους πτωχούς και επαίτες, τους οποίους ο Θεός τοποθετεί κοντά μας για να κερδίσουμε τη βασιλεία των ουρανών με την προς αυτούς ευσπλαχνία μας. Βρέθηκαν περισσότεροι από 7.500 και διέταξε να τους προσφέρεται καθημερινά η αναγκαία τροφή και στέγη. Έλεγε συχνά στην προσευχή του: «Θα δούμε, Κύριε, ποιος από τους δυό μας θα βγει νικητής στον αγώνα αυτό: Εσύ που πάντα με ελεείς, ή εγώ που δεν παύω να μοιράζω τα ελέη Σου στους φτωχούς. Γιατί αναγνωρίζω πως δεν έχω τίποτα που να μην προέρχεται από το έλεός Σου και ότι αυτό είναι που στηρίζει τη ζωή μου».
Όντως, το έλεος του αγίου απέναντι στους φτωχούς ήταν ακένωτο. Οι ελεημοσύνες του ήταν άφθονες σαν τα νερά του Νείλου που καλύπτουν περιοδικά τα εδάφη της Αιγύπτου καθιστώντας τα γόνιμα. Γι’ αυτό και έλαβε την επωνυμία Ελεήμων, κατ’ εικόνα του Χριστού, πηγή κάθε ελέους. Δεν μπορούσε να δει πτωχό, ή πάσχοντα να τον πλησιάζει, δίχως να χύσει άφθονα δάκρυα και να πάρει επάνω του τον πόνο του. Έδινε αφειδώς, αντλώντας από το ταμείο της Εκκλησίας. Όπως τον είχε διδάξει ο Χριστός, έδινε αδιακρίτως σε καλούς και κακούς, σε αξίους και αναξίους. Μία ημέρα, ένας φτωχός που είχε λάβει ήδη την ελεημοσύνη του, παρουσιάστηκε άλλες τρεις φορές στον άγιο, μεταμφιεσμένος κάθε φορά διαφορετικά. Όταν επεσήμαναν το γεγονός στον Ιωάννη, αυτός διέταξε να του δώσουν δύο φορές περισσότερα λέγοντας: « Ίσως να είναι ο Χριστός, ο Σωτήρας μου, που έρχεται επί τούτου να με δοκιμάσει».
Όμως όσο περισσότερο σκόρπιζε γύρω του ελεημοσύνη, δίχως να σκέφτεται την ποσότητα ή την επαύριο, τόσο πολλαπλασίαζε ο Θεός τις δωρεές που προσφέρονταν στην Εκκλησία, έτσι που απαληθευόταν στον λαό η επαγγελία του Σωτήρος: «Μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίετε, μηδέ το σώματι υμών τι ενδύσησθε… Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν». Ένας από τους κληρικούς, τους επιφορτισμένους με τις ελεημοσύνες, δεν είχε δώσει σε έναν πλούσιο, που είχε περιέλθει σε ένδεια, παρά το ένα τρίτο του ποσού που του είχε ορίσει ο άγιος να διανεμηθεί, κρίνοντας ότι δεν ήταν λογικό να αδειάσει το ταμείο για ένα μόνο άνθρωπο. Έμεινε όμως άναυδος από ντροπή, όταν ο Ιωάννης του αποκάλυψε ότι μία αρχόντισσα που είχε αποφασίσει να κάνει μία σημαντική δωρεά στην Εκκλησία στο τέλος δεν έδωσε παρά το ένα τρίτο από το προβλεπόμενο ποσό.
Κανείς δεν τον άκουσε ποτέ να προφέρει μάταιο λόγο ή να κατακρίνει τον οποιονδήποτε ακόμη και μπροστά στις πιο πρόδηλες αποδείξεις του αμαρτήματος. Σε όλους τους ανθρώπους δεν έβλεπε παρά μόνον το καλό ή τις καλές προθέσεις, υπέθετε ότι οι αμαρτωλοί αυτοί είχαν μετανοήσει εν κρυπτώ και πρόσεχε πολύ να μην οικειοποιηθεί την κρίση που ανήκει μόνον στον Θεό. Ευχαριστούσε όσους τον κακολογούσαν ή τον προσέβαλλαν επειδή του υπενθύμιζαν έτσι τις αμαρτίες του και τους έδινε μεγαλύτερη ελεημοσύνη από τους άλλους. Για να διορθώσει τους αμαρτωλούς, τους υπερήφανους και τους σκληρόκαρδους, ο άγιος πατριάρχης απευθύνονταν πάντα σ’ αυτούς αποδίδοντας στον εαυτό του τα αμαρτήματα που ήθελε να ελέγξει και ζητώντας τους να προσεύχονται για να μετανοήσει γι’ αυτά. Προέτρεπε υπομονετικά τους πιστούς στην ταπεινοφροσύνη και την μετάνοια, υπενθυμίζοντάς τους τα θαυμαστά που έκανε ο Θεός για μας, δημιουργώντας τον κόσμο, αποστέλλοντας τον ίδιο Του τον Υιό για να μας σώσει και μακροθυμώντας μπροστά στα αναρίθμητα παραπτώματά μας. Προτιμούσε ωστόσο να μεταδίδει τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής περισσότερο με τις πράξεις του παρά με τα λόγια, όπως οι Προφήτες.
Εκοιμήθη στην Κύπρο σε ηλικία 64 ετών ευχαριστώντας τον Θεό που δεν του άφησε τίποτε από τα πλούτη των οποίων κατέστη επίτροπος προς όφελος των πτωχών
05-11-2023
Κυριακή Ε΄ Λουκά
Περί πλούτου
Οι Πατέρες της Εκκλησίας άλλοτε επισημαίνουν τον τεράστιο κίνδυνο που συνεπάγεται για τον άνθρωπο η συγκέντρωση πλούτου ή η διατήρηση ιδιοκτησίας, ενώ άλλοτε υπογραμμίζουν την ανάγκη για καλή διαχείρησή τους. Το πρώτο παρατηρείται ιδίως στην αρχαϊκή περίοδο της ιστορίας της Εκκλησίας, όταν οι πιστοί προέρχονταν κυρίως από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα, αλλά δεν παύει να υπάρχει και σε ολόκληρη την μεταγενέστερη παράδοση. Το δεύτερο τονίζεται περισσότερο μετά την είσοδο των ευπορότερων κοινωνικών στρωμάτων στην Εκκλησία και αποτελεί κεντρική θέση ως σήμερα. Οι προϋποθέσεις των θέσεων αυτών βρίσκονται στην Καινή Διαθήκη. Στην πράξη όμως οι άγιοι της Εκκλησίας, όπως και όσοι επέλεξαν στη ζωή τους την οδό της τελειότητας, προτίμησαν την φτώχεια και απέφυγαν τον ολισθηρό δρόμο του πλουτισμού.
Στην Αγία Γραφή, και ειδικότερα στην Καινή Διαθήκη, η διάκριση των ανθρώπων σε πλούσιους και φτωχούς γίνεται με βάση όχι τόσο την οικονομική ή την κοινωνική τους κατάσταση, όσο την τοποθέτησή τους απέναντι στο Θεό και το θέλημά του. Οι φτωχοί και οι πλούσιοι αποτελούν δύο διαφορετικές κατηγορίες ανθρώπων από θρησκευτική κυρίως άποψη. Φτωχοί είναι όσοι δεν έχουν επαρκή οικονομικά αγαθά και στηρίζουν τις ελπίδες τους στον Θεό ζώντας άμεσα την εξάρτησή τους από αυτόν. Αντίθετα πλούσιοι είναι όσοι διαθέτουν άφθονα οικονομικά αγαθά και στηρίζονται σε αυτά λησμονώντας τον Θεό.
Από ανθρωπολογική σκοπιά οι φτωχοί παραμένουν στα όρια της ανθρώπινης φύσεως και αναζητούν την πληρότητα πέρα από την αμεσότητα του κόσμου. Οι πλούσιοι έχουν την ψευδαίσθηση της αυτάρκειας, ενώ είναι δέσμιοι του κόσμου και δούλοι του φόβου της φθοράς και του θανάτου. Γι’ αυτό οι φτωχοί μακαρίζονται από τον Χριστό ως κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού ενώ οι πλούσιοι ταλανίζονται.
Η κατοχή υλικού πλούτου αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο και εμποδίζει την είσοδό του στη βασιλεία του Θεού. Το ίδιο όμως ισχύει και για τον πόθο που μπορεί να έχει κάποιος φτωχός για την απόκτηση πλούτου. Και ο πόθος αυτός αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο και τον εμποδίζει πνευματικά. Αντίθετα ο πόθος της βασιλείας του Θεού οδηγεί στην απαλλαγή από το βάρος του υλικού πλούτου και στην απόθεση κάθε βιοτικής μέριμνας. Χαρακτηριστικές εδώ είναι οι παραβολές του κρυμμένου θησαυρού και του πολύτιμου μαργαρίτη που ανέπτυξε ο Χριστός, όπου η εύρεση της βασιλείας του Θεού παρουσιάζεται ως η αιτία η οποία ωθεί τον άνθρωπο στην διάθεση όλων των υπαρχόντων του για την απόκτησή της. Με τον τρόπο αυτόν ο άνθρωπος απαλλάσσεται από το βάρος του υλικού πλούτου και τις μέριμνες, ενώ ταυτόχρονα τον χρησιμοποιεί ως μέσο για την απόκτηση πνευματικού πλούτου.
Οι χριστιανοί καλούνται να έχουν στα υλικά αυτάρκεια που ταυτίζεται ουσιαστικά με την ολιγάρκεια. Ο πλούτος και ο πλεονασμός χρειάζονται μόνο στα πνευματικά. Εξάλλου τα υλικά αγαθά, με την απόκτηση και τη διατήρηση των οποίων θεωρούνται οι άνθρωποι πλούσιοι, είναι μηδαμινά μπροστά στο σύνολο των αγαθών, όπως είναι ο αέρας , το νερό, ο ήλιος και όλα τα παρόμοια, που προσφέρει ο Θεός σε όλους. «Πάντα μετά δαψιλείας» , λέει ο ιερός Χρυσόστομος, «δίδωσιν ο Θεός τα πολλώ των χρημάτων αναγκαιότερα, οίον τον αέρα, το ύδωρ, το πυρ, τον ήλιον, άπαντα τα τοιαύτα. Ουκ έστιν ειπίν ότι πλείονος απολαύει της ακτίνος ο πλούσιος, ελάττονος δε ο πένης· ουκ έστιν ειπείν ότι δαψιλέστερο αέρα αναπνέει του πένητος ο πλουτών αλλά πάντα ίσα και κοινά πρόκειται. Τίνος ούν ένεκεν τα μεν μείζονα και αναγκαιότερα και την ζωήν ημών συνέχοντα κοινά πεποίηκεν ο Θεός, τα δε ελλάττονα και ευτελέστερα ουκ έστι κοινά, τα χρήματα λέγω; Τίνος ουν ένεκεν; Ίνα συγκροτείται ημών η ζωή και αρετής έχομεν σκάμματα.»
29-10-2023
Κυριακή Ζ΄. Λουκά
ΑΛΗΘΗΣ ΘΕΩΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ
«Ο άνθρωπος, όταν αρρωσταίνει, συνήθως κατακλύζεται από λογισμούς. Όλοι όμως αυτοί οι λογισμοί είναι ανθρώπινοι. Ανθρώπινο είναι να σκεφτόμαστε τι θα γίνει με την αρρώστια μας, πού μπορεί να μας οδηγήσει αυτή, μήπως θα χάσουμε και τη ζωή μας; Ανθρώπινο είναι ακόμη να ασχολούμαστε γενικά με την αρρώστια και να μιλάμε γι΄αυτήν. Όλοι οι άνθρωποι έχουν μία τέτοια τάση, αλλά αυτό είναι κουραστικό για τους άλλους. Πάντως είναι αλήθεια ότι η αρρώστια είναι ένα κριτήριο με το οποίο μετριέται η ζωή και το βάθος ενός ανθρώπου.
Η ανησυχία λοιπόν εκ μέρους ενός ασθενούς ή εκ μέρους των οικείων του για την κατάστασή του περικλείει πολύ ανθρώπινο στοιχείο, διότι αποκαλύπτει έλλειψη πνευματικής ζωής. Και, αν θέλετε, δείχνει ότι γενικώς η σκέψη μας και η στάση μας και η θέση μας, δηλαδή το πού έχουμε σταθεί μέχρι τη στιγμή εκείνη, είναι στη γη και όχι στον ουρανό.
Μια αρρώστια δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο στη ζωή κάθε ανθρώπου, παρά ένα σημάδι, το οποίο οπωσδήποτε μετά χάνεται. Από πολλές αρρώστιες περνάμε όλοι. Αλλά πόσες θυμόμαστε και πόσες μένουν τελικά σαν ένα σημάδι στη ζωή μας; το βέβαιο είναι ότι δεν υπάρχει σημάδι στην αληθινή ζωή του ανθρώπου, διότι η αληθινή ζωή του είναι στον ουρανό, χωρίς μεταλλαγές και καταλήξεις.
Όλη η παρούσα ζωή είναι ένας προθάλαμος, κάτι ψεύτικο και εντελώς παροδικό. Είναι σαν να κάθεσαι έξω από την πόρτα και εκεί χτυπάς, χτυπάς την πόρτα μιας άλλης ζωής, της αληθινής ζωής. Άρα δεν μετριούνται οι στιγμές του ανθρώπου, όταν είναι έξω από την πόρτα, αλλά όταν χτυπήσει και μπει μέσα.
Γι’ αυτό, όταν είμαστε ταραγμένοι, ανήσυχοι, στεναχωρημένοι για τη δική μας ασθένεια ή των συγγενών μας, αποκαλύπτουμε ότι είμαστε έξω από τη θύρα και ίσως δεν την έχουμε χτυπήσει ακόμη, για να μπούμε μέσα. Ακόμη, όποιος ασχολείται με την αρρώστια του δείχνει ότι δεν προσεύχεται. Η ασθένεια, ο πόνος γενικά, η αδυναμία, αυτό που συντυχαίνει στη ζωή σου, αυτό που συναντάς, είναι κάτι που δεν το φτιάχνεις εσύ, εκτός αν το δημιουργήσεις εσύ∙ και όχι απλώς το δημιουργήσεις, αλλά εν συνεχεία επιμένεις στις αφορμές της παραμονής του. εάν όμως δεν είναι έτσι, τότε αυτό είναι εκ του Θεού.
Όταν λοιπόν κανείς σκέπτεται την ασθένειά του, το δώρο του Θεού, είναι σαν να σκέπτεται το δημιούργημα και όχι τον Δημιουργό∙ σαν να απευθύνεται στο δημιούργημα η καρδιά του, η σκέψη του, και όχι στον Δημιουργό. Το να ασχολούμαι και να μιλάω για την ασθένειά μου, να φοβάμαι και να αγωνιώ, να προβληματίζομαι και να ρωτώ, να παρακαλώ ακόμη και τον Θεό για να με κάνει καλά, είναι ένα είδος ειδωλολατρίας, μία αποστροφή σ ΄αυτό που έκαναν οι χείρες του Θεού και που το έκαναν για μένα, στα μέτρα μου, εφ’ όσον ο Θεός, πάντη αγαθός, δεν είναι δυνατόν να κάνει κάτι που δεν είναι τελείως αγαθό.
Βεβαίως, η αρρώστια είναι απόρροια της προπατορικής αμαρτίας, αλλά δεν προήλθε από αυτήν, προήλθε από την θεία συγκατάβαση. Ο Θεός, για να καταφέρει να εξοβελίσει την αμαρτία, έδωσε μερικά δώρα στον άνθρωπο, προκειμένου να τον κάνει ικανό να πετάξει έξω την αμαρτία. Ένα από τα σημαντικότατα αυτά δώρα είναι η αρρώστια. Η αρρώστια είναι ένα σημάδι το οποίο με συνάπτει με τον Θεό. Όταν όμως εγώ ασχολούμαι με την ασθένειά μου, αυτή η ενασχόλησή μου είναι μία λήθη του αληθινού Θεού.
Είναι γνωστό ότι οι αρρώστιες είναι καθημερινές στη ζωή μας και ο πόνος αδιάλειπτος, γι’ αυτό είναι αδύνατο να ζήσουμε χωρίς πόνο. Μόνο αν μας ξεχάσει ο Θεός ή αν εμείς ξεχάσουμε τον Θεό, υπάρχει ενδεχόμενο να μείνουμε χωρίς τον πόνο και χωρίς τους κτύπους μιας ασθένειας. Μόνο εάν έρθει μια στιγμή, που δεν θα μπορεί να μας πει ο Θεός, «αρκεί σοι η χάρις μου», τότε, αφού δεν θα έχουμε την χάρη, αναγκαστικώς δεν θα έχουμε και τον πόνο. Αλλά, κατά το μέγεθος που υπάρχει η χάρις του Θεού, κατά το ίδιο μέγεθος θα υπάρχει και ένας αληθινός πόνος».
Από το βιβλίο του Γέροντος Αιμιλιανού, Προσμονή Θεού.
26-10-2023
Του αγίου Δημητρίου 2023
Οι άγιοι Μάρτυρες εμαρτύρησαν «υπέρ της πίστεως» και «εμαρτυρήθησαν διά της πίστεως». Ο θάνατός τους είναι μαρτυρία για την πίστη και μαρτυρία για τον εαυτό τους· αυτό θα πει πως για την πίστη πεθαίνουν μόνο εκείνοι που πιστεύουν. Αλλά ο λόγος για την μαρτυρία και το μαρτύριο των αγίων δεν έχει τελειωμό, γιατί δεν υπάρχει άλλο αγιώτερο και μεγαλύτερο, που να μπορεί κανείς να κάμει, παρά να διωχθεί και να βασανιστεί και να πεθάνει, όχι για οποιαδήποτε, που μπορεί να λέγεται πίστη, αλλά καθώς είπε ο Χριστός «ένεκεν εμού και του ευαγγελίου». Γιατί λέγει πάλι η θεία Γραφή πως είναι «τίμιος εναντίον Κυρίου, ο θάνατος του οσίου αυτού». Αυτό θα πει πως είναι μεγάλη τιμή στον άνθρωπο να πεθάνει για την πίστη του στον Θεό, επειδή και ο Θεός εκτιμά πολύ τον θάνατο των αγίων.
Μα ας αφήσουμε αυτόν τον λόγο, που είναι πολύ μεγάλος και πολύ βαρύς κι ας έρθουμε πιο κοντά στο πρόσωπο και το γεγονός της σημερινής εορτής. Γιατί όπως το λέμε πάντα, ένα πρόσωπο και ένα γεγονός είναι η πίστη μας, και αν προσέξουμε καλά, θα δούμε πως και η Εκκλησία πάντα πρόσωπα και γεγονότα εορτάζει, καθώς ακριβώς και σήμερα εορτάζουμε τον άγιο μεγαλομάρτυρα Δημήτριο και το μαρτύριό του· ο άγιος μεγαλομάρτυρας Δημήτριος είναι ένα πρόσωπο και το μαρτύριό του είναι ένα γεγονός.
Στον καιρό μας θέλουν να καθιερώσουν κάποιες εορτές αόριστες, χωρίς να έχουν καμία σχέση με συγκεκριμένα πρόσωπα και γεγονότα. Μα τέτοιες εορτές δεν τις ξέρει η Εκκλησία, γι’ αυτό και δεν τις καταλαβαίνει ο λαός και δεν τις προσέχει. Μα η σημερινή εορτή, που είναι γνωστή στον τόπο μας και σ’ όλη την Ορθοδοξία, είναι εορτή της Εκκλησίας που συνδέεται με το πρόσωπο ενός γενναίου αθλητή της πίστεως και με όλα τα γεγονότα που συνοδεύουν την άθληση και το μαρτύριο του αγίου Δημητρίου· και ακόμα με όλα τα γεγονότα της ιστορίας, στα οποία ο άγιος έδειξε την ιδιαίτερη προστασία του στην πόλη που γεννήθηκε και μαρτύρησε.
Αυτή η πόλη, δηλαδή η Θεσσαλονίκη, πολλές φορές κινδύνεψε και πάντα την προστάτεψε ο άγιός της από βαρβαρικές επιδρομές και εξακολουθεί να την προστατεύει και να την φυλάει, σαν δική του πόλη, η οποία δέχτηκε το αίμα του, στην οποία υπάρχει ο τάφος κι ο περίφημος ναός του. Όλα τα τροπάρια της εορτής του αγίου Δημητρίου και το συναξάρι μιλάνε για το πρόσωπό του και για όλα τα γεγονότα, που τα έζησε και τα ζει η Εκκλησία και τα έχει σαν πολύτιμο θησαυρό της, και τα παραδίνει στις γενεές των πιστών, ιερή και άγια κληρονομιά.
Σε όλα αυτά ο άγιος μεγαλομάρτυρας Δημήτριος είναι ο νέος και ανδρείος αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού, που αναδείχτηκε πιο ωραίος και πιο ανδρείος ως αθλητής και μάρτυρας της πίστεως, που ελογχεύθη σαν τον Ιησού Χριστό, και πέθανε και αυτός, καθώς ο Χριστός, νέος, στεφανωμένος με το αίμα του μαρτυρίου του, που από τον τάφο του ανέβλυσε μύρο, καθώς από τον τάφο του Χριστού ανέτειλε το φως και η ζωή του κόσμου.
«Άγιε Δημήτριε, μάρτυρα του Κυρίου, εσένα που τόσο σε αγαπούμε με πίστη, σε παρακαλούμε να μας γλυτώσεις από τους πολλούς και διαφόρους κινδύνους που μας απειλούν, και να γιατρέψεις τα ψυχικά και σωματικά μας τραύματα. Σύντριψε άγιε, και ματαίωσε τις περήφανες απειλές των εχθρών μας και φέρε ειρήνη στη ζωή μας, παντοτεινά για να σε τιμούμε» και να δοξάζουμε τον Θεό, στον οποίο ανήκει κάθε τιμή και δόξα στους αιώνες . Αμήν
14-10-2023
Κυριακή των Αγίων Πατέρων
Οι ιεροί και θεοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας, είναι εκείνοι, που τήρησαν στον βίο τους το Ευαγγέλιο και το κήρυξαν στους ανθρώπους. Το κήρυξαν όχι μόνο με το λόγο, αλλά και με το βίο τους. Αυτό εννοούμε όταν λέμε Πατέρες της Εκκλησίας· τους επισκόπους ιερείς και μοναχούς, που ανάμεσα στους χριστιανούς διακρίθηκαν για την αγιότητα του βίου τους και για την ορθόδοξη διδασκαλία τους. Τα δύο αυτά η αγιότητα και η ορθόδοξη διδασκαλία πρέπει να πηγαίνουν μαζί, κι αν είναι να λείψει ένα από τα δύο, καλύτερα να λείψει η διδασκαλία με τα λόγια. Τι να την κάμεις τη διδασκαλία χωρίς την αγιότητα; Τι αξία έχει η επιστήμη χωρίς την αρετή; Τι ωφελεί η θεολογία χωρίς την ευσέβεια; Μα ο Θεός να μας δίνει πάντα πρώτα αρετή, κι ύστερα λόγο· περισσότερη προθυμία για να τηρούμε τις εντολές του και λιγότερη σπουδή για να διδάσκουμε τους ανθρώπους. Γι’ αυτό ο Ιησούς είπε: «ος αν ποιήσει και διδάξει…..», όποιος δηλαδή θα εφαρμόσει στον εαυτό του το Ευαγγέλιο και ύστερα θα το κηρύξει στους άλλους. Αυτός κι αν δεν είναι σοφός στα γράμματα, κι αν δεν έχει το χάρισμα του λόγου, όμως με το παράδειγμά του διδάσκει. Κι είναι αλήθεια πως το καλό παράδειγμα διδάσκει καλύτερα από το πιο εύγλωττο και σοφό κήρυγμα. Αυτό θα πει πως διδάσκαλος του Ευαγγελίου δεν είναι μόνο όποιος έχει στην εκκλησία τον τίτλο και τη θέση του ιεροκήρυκα, αλλά και κάθε χριστιανός με το βίο του.
Το Ευαγγέλιο είναι ζωή. Κι αυτό που λέμε κήρυγμα του Ευαγγελίου είναι πρώτα απ’ όλα ενάρετος βίος σύμφωνα με το Ευαγγέλιο ή για να το πούμε αλλιώτικα, προσωπική μαρτυρία Ιησού Χριστού. Στην Εκκλησία όλα είναι ζωντανά, όλα είναι προσωπικά, όλα είναι μαρτυρία. Ο ουράνιος Πατέρας είναι πρόσωπο, ο Υιός και Λόγος είναι πρόσωπο, το Άγιο Πνεύμα είναι πρόσωπο, οι άγιοι Άγγελοι είναι πρόσωπα, κι εμείς είμαστε πρόσωπα. Όλα είναι συνείδηση και ελευθερία. Η ορθόδοξη πίστη μας δεν είναι κήρυγμα και μάθημα θεωρητικό∙ είναι λόγος του Θεού, ζωντανός ο ίδιος και εναργής στο βίο του Ιησού Χριστού και των Αγίων. Μέσα στον κόσμο η Εκκλησία είναι σαν μια πόλη, χτισμένη ψηλά στο βουνό∙ δεν μπορεί να κρυφτεί και την βλέπουν οι άνθρωποι γύρω-γύρω. Είναι ακόμα σαν το λυχνάρι, που το ανάβουν και το βάζουν ψηλά για να φέγγει σ’ όλο το σπίτι. Η πόλη επάνω στο βουνό είναι ο βίος το λυχνάρι, τοποθετημένο ψηλά, είναι η διδασκαλία. Πρώτα ο βίος και το παράδειγμα κι ύστερα ο λόγος και η διδασκαλία. Μέσα στο βίο είναι ο λόγος και μέσα στο παράδειγμα η διδασκαλία. Η φωνή των έργων είναι ηχηρότερη από τα λόγια και ο βίος διδάσκει καλύτερα από το ευγλωττότερο κήρυγμα.
Μα ποια είναι η Εκκλησία, η πόλη η χτισμένη επάνω στο βουνό; Είναι τάχα μόνο οι κληρικοί; Γιατί έτσι νομίζουν πολλοί. Γι’ αυτούς μόνο ομιλεί στο Ευαγγέλιο ο Ιησούς Χριστός; Μεγάλη τιμή θα ήταν για τους κληρικούς να είναι αυτοί μόνο η Εκκλησία∙ μεγάλη τιμή, μα και μεγάλο και ασήκωτο βάρος. Αλλά και μεγάλη αδικία για τους λαϊκούς. Εκκλησία όμως είμαστε όλοι μας, ο κλήρος και ο λαός∙ ούτε μόνο οι κληρικοί, ιεροκρατία, ούτε μόνο οι λαϊκοί, λαϊκοκρατία. Οι κληρικοί πηγαίνουν μπροστά και οι λαϊκοί ακολουθούν∙ οι κληρικοί είναι οι πνευματικοί ποιμένες, και οι λαϊκοί τα λογικά πρόβατα της ποίμνης του Χριστού. Ο λόγος ίσως και να προσκρούει στις δημοκρατικές αντιλήψεις των συγχρόνων ανθρώπων, αλλά είναι η εικόνα της Εκκλησίας προφητική, που την μεταχειρίζεται κι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός στην παραβολή του καλού ποιμένα. Οι κληρικοί σηκώνουν πολλά βάρη κι έχουν μεγάλες ευθύνες στην Εκκλησία, και το πρώτο που ζητούν από τους λαϊκούς είναι να τους ακολουθούν. Γιατί η Εκκλησία εδώ στη γη έχει πάντα πόλεμο κι όταν ο στρατηγός, που είναι ο ποιμένας πηγαίνει στον πόλεμο χωρίς στρατιώτες, τότε πως θα πολεμήσει; Να μην τα φορτώνουμε λοιπόν όλα στους ιερείς μας, αν κι εκείνοι πρέπει να σηκώνουν περισσότερα, αλλ’ ο καθένας μας να ξέρει τα χρέη και τις ευθύνες του στην Εκκλησία.
Ο καθένας μας πρέπει να έχει να δείξει παράδειγμα, γιατί ο καθένας είναι δάσκαλος και κήρυκας της πίστεως. Παραπονιέται ο πατέρας κι η μητέρα πως δεν ακούνε τα παιδιά∙ στον καιρό μας αυτό είναι το παράπονο όλων των γονέων. Τα βάζεις με την Εκκλησία και τα βάζεις με το Σχολείο. Με την κοινωνία καλά κάνεις και δεν τα βάζεις, γιατί η κοινωνία σήμερα είναι ένα απρόσωπο σύνολο ατόμων. Η Εκκλησία λοιπόν και το σχολείο θα σε ρωτήσουν: «Εσύ ο πατέρας και η μητέρα, με ποιον τρόπο διδάξατε τα παιδιά σας; Με ποιο παράδειγμα και με ποιο λόγο; Τι βλέπουν και τι ακούνε τα παιδιά σας μέσα στο σπίτι σας; Ό, τι βλέπουν εκείνο κάνουν κι ό,τι ακούν εκείνο μαθαίνουν». Το σπίτι του κάθε χριστιανού είναι μία Εκκλησία και είναι σαν να γίνεται εκεί μέσα θεία Λειτουργία. Τα παιδιά, που γεννιούνται και ανατρέφονται, η αγάπη και η στοργή, η προσευχή και η εργασία, η οικονομία και η τάξη, όλα αυτά είναι η θεία Λειτουργία στο σπίτι του κάθε Χριστιανού. Κι απ’ όλα αυτά βγαίνει το μεγάλο κήρυγμα του Ευαγγελίου∙ όλα αυτά είναι το φως της πίστεως, που το βλέπουν οι άνθρωποι και δοξάζουν τον Θεό.
08-10-2023
Γ΄. Κυριακή Λουκά
Όλη η επίγεια ζωή μας είναι προετοιμασία για την αιωνιότητα, αλλά ο καθένας μας φεύγει με διαφορετικό τρόπο από τη ζωή· άλλος πλέοντας στη θάλασσα, άλλος πετώντας επάνω από τα σύννεφα, άλλος…. Φαίνεται όμως ότι είναι πιο όμορφο να φύγουμε όρθιοι στην εκκλησία ή καθιστοί στο στασίδι μας που συμβολίζει τον τάφο μας….
Μία παροιμία λέγει: Αν πεθάνεις πριν πεθάνεις δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις, αν βέβαια όντως πεθάναμε για τον Χριστόν και συνετάφημεν μαζί του με το βάπτισμά μας, με την εξομολόγησή μας, και δεν έχουμε πλέον ούτε ελπίδες, ούτε απελπισίες, ούτε στεναχώριες.
Ο νεκρός δεν στεναχωριέται. Και όταν τον τρώνε τα σκουλήκια και όταν κάποιος τον κλωτσοπατήσει, δεν παραπονιέται, μόνον χαίρεται και αγάλλεται, γιατί η ψυχή του είναι στον ουρανό - όταν είναι στον ουρανό. Μάλιστα το σώμα ενός αγίου, επειδή είναι χαριτόβρυτο, πνευματοφόρο και θείο - δεν είναι απλά οστά και σποδός αλλά είναι τίμιο λείψανο -, συνευφραίνεται με την ψυχή. Επομένως, όχι μόνο το ζωντανό σώμα ενός αγίου συμπάσχει ή συνδοξάζεται με την ψυχή, αλλά και το νεκρό σώμα.
Εάν λοιπόν έχουμε πεθάνει, που σημαίνει ότι δεν έχουμε προβλήματα, ούτε ανεβοκατεβάσματα στη ζωή μας – σήμερα έτσι, αύριο αλλιώς-, ούτε σχέδια κάνουμε, ούτε όνειρα, ούτε δικαιοσύνες απαιτούμε, αλλά μόνον ζητάμε το έλεος του Θεού και το βλέμμα του Χριστού, αν ζούμε έτσι, τότε έτσι θα μας βρεί ο Κύριος. Γι’ αυτό είναι ωραιότατη στιγμή να φύγει κανείς για την άλλη ζωή στην εκκλησία.
Πόσοι έχουν φύγει στις μακρόωρες ακολουθίες των μοναστηριών, μέσα στο μισοσκόταδο της νύχτας! Βλέπεις τον μοναχό, κάθεται στο στασίδι του και, εκεί που κάθεται, φεύγει η ψυχή του και κανείς δεν το παίρνει είδηση. Όλοι φεύγουν από την εκκλησία , και ίσως τον δει ο εκκλησιαστικός, όταν πάει να κλείσει την πόρτα, ή όταν ξαναμπεί για να ανάψει τα καντήλια για την επόμενη ακολουθία. Τον βρίσκει στο στασίδι του, με ολοφώτεινο το πρόσωπο.
Μάλιστα στο Άγιον Όρος, όπου τα σώματα των μοναχών δεν σκληραίνονται ούτε παγώνουν, αλλά διατηρούν το χρώμα, που είχαν εν τη ζωή, είναι χαρμονής θέαμα να φύγεις στην εκκλησία, ή στο σκαμνάκι προσευχόμενος, ή στο πατάκι γονατιστός, σαν τον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, και όλους τους άλλους αγίους που έφυγαν σε παρόμοιες στιγμές. Επίσης είναι πολύ ωραία να φύγουμε για την άλλη ζωή, την ώρα που δουλεύουμε και είμαστε κουρασμένοι και ιδρωμένοι από το διακόνημά μας, ή την ώρα που γυρίζουμε από μια συζήτηση, στην οποία είπαμε το «ναι» στον αδελφό μας και δείξαμε έτσι τον σεβασμό μας στην θεόπλαστη εικόνα του μεγάλου Θεού. Μακάρι να μας πάρει ο Θεός σε τέτοιες στιγμές.
Όλοι μας ξέρουμε ότι δεν μπορεί κανένας να πεθάνει όποτε θέλει, να συνταφεί δηλαδή και να αναστηθεί εν Χριστώ, διότι δεν μπορεί να μετανοήσει όποτε θέλει, αλλά μέχρι τότε που του χαρίζει τον καιρό ο Θεός. Επί παραδείγματι, όταν μιά , δυό, τρείς φορές μένω ανεξομολόγητος ή λέγω ότι αυτό που κάνω είναι σωστό, ενώ είναι αμαρτία, ο Θεός επιβεβαιώνει πλέον ότι εγώ δεν θέλω εκείνον, αλλά τον εαυτό μου…..
Αλήθεια πόσο δύσκολο είναι να βρει κανείς έναν άνθρωπο , που όντως αγαπά τον Θεόν! Αν βρεθεί κάποιος, τότε «χαρά γίνεται εν ουρανοίς». Για σκεφτείτε, οι ουρανοί ψάχνουν, για να βρουν κάποιον ο οποίος είπε ότι θα αλλάξει και θα γίνει «καινή κτίσις», και διαλέγουν αυτόν ως το επίκεντρο της ουράνιας χαρμονής. Άγγελοι και άγιοι συγκεντρώνονται πίσω από ένα τέτοιον άνθρωπο. Όχι πίσω από τον όμορφο, τον επιτυχημένο, τον εμπνευσμένο, τον δυνατό, τον ισχυρό, τον αγαπητό, αυτόν που ακούγεται, αλλά πίσω από τον κουρελιασμένο, τον ατιμασμένο, τον ξεψυχισμένο, τον αναθεματισμένο, τον ξεχασμένο, αυτόν που τον κλωτσοπατούν, αυτόν που οι δαίμονες τον πειράζουν και αυτός λέγει, «ό,τι θέλει ο Θεός», ούτε στους δαίμονες δεν αντιστέκεται……
Διαβάζουμε στα αναγνώσματα των προφητειών σε μνήμες αγίων ότι είναι, «κρείσσων θάνατος υπέρ ζωήν πικράν», που σημαίνει ότι είναι καλύτερα να πεθάνεις, να σε χτυπήσει ένα αυτοκίνητο και να σε συντρίψει, παρά να φθάσεις στην κατάσταση την πικρά· δηλαδή να αποδείξεις δυό, τρεις, πέντε φορές την αμετανοησία σου, την επιστροφή σου στα ίδια παραπτώματα και θελήματα και επιθυμίες, στο πάθος σου και στην οργή σου, στο πείσμα σου και στην ελαφρά αντιμετώπιση της ζωής σου. «Καλά σου λέει ο άλλος, τι έγινε με αυτό που έκανα;» Καλύτερα λέγει να σε παρασύρει ένα αυτοκίνητο και να σε σκοτώσει, «κρείσσων» ο θάνατος, παρά να ζεις μια ζωή που αποδεικνύει ότι ακόμα δεν αγάπησες τον Θεόν και επομένως δεν βαδίζεις την οδό της σωτηρίας.
Αλλά πόσο περισσότερο είναι «κρείσσων ο θάνατος», όταν βρει κάποιον τέλειο και δίκαιο και τον πάρει, από φόβο μήπως η κακία τον αλλάξει, τον διαφθείρει, του βάλει σκοτάδια γήινα και σαρκικά, σωματικά και ψυχικά. Γι’ αυτό, άλλους τους αρπάζει ακόμη και νήπια, «μη κακία αλλάξει σύνεσιν αυτών», και άλλους, όταν τους βρει τελειωμένους, όταν βλέπει ότι βαδίζουν προς την τελείωση ή όταν έφθασαν στην τελείωση. Δεν είναι άξιος ο κόσμος να έχει τους αγίους και τους τελείους. Επομένως τους μεν ορθώς βαδίζοντες ο Θεός τους αρπάζει, για να μην τους αλλάξει η κακία της κοινωνίας, τους δε δικαίους τους παίρνει, γιατί δεν είναι άξιος όλος ο κόσμος ενός τέτοιου ανθρώπου, ο οποίος έφθασε στην τελειότητα και μέσα του δεν κινείται κάτι ανθρώπινο και κοσμικό, δεν τον απασχολεί κάτι, παρά μόνον εντρυφά στον ουρανό. Όπως αστράφτει η αστραπή και διασχίζει το στερέωμα, έτσι ακριβώς αστράφτουν και τα μάτια του τελείου και σαν φεγγοβολήματα φθάνουν μέχρι επάνω στον θρόνο του Θεού, για να αγναντεύουν τη δόξα της αρρήτου θεότητος, ολη την καθαρότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού.
01-10-2023
Κυριακή Β' Λουκά
Η αγάπη είναι μία δωρεά του Χριστού προς το σώμα του και εν προκειμένω προς την Εκκλησία. Πράγματι, χωρίς αγάπη δεν ζει καμία μοναχική αδελφότητα. Χωρίς αγάπη δεν ζει καμία εκκλησιαστική κοινότητα. Οι πιστοί ζουν διότι αγαπούν. Η αγάπη είναι μίμησις του Χριστού, διότι «αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς». Επομένως, όταν αγαπώ, σημαίνει ότι έχω πάρει δωρεά, έχω πάρει χάρι από τον Θεόν και ότι μιμούμαι τον Χριστό.
Η αγάπη αποσκοπεί στο να μπορεί ο ένας να δίνει χαρά στον άλλον. Να στερούμαι εγώ εκουσίως, για να έχει περισσότερα ο άλλος. Να θυσιάζω τον εαυτόν μου, για να νιώθει ο άλλος άνετα, να νιώθει ασφάλεια στη ζωή του. Η αγάπη είναι ένας συνεκτικός δεσμός που μας δένει με την Εκκλησία και ταυτόχρονα και με τον Χριστόν. Πως το πετυχαίνουμε αυτό; Με το «ανεχόμενοι αλλήλους εν αγάπη», όπως λέγει ο απόστολος Παύλος. Με το να δεχώμεθα τον άλλον όπως είναι. Μουρμουρίζει; Άφησέ τον να μουρμουρίζει. Εάν θέλεις να τον κάνεις να μη μουρμουρίζει, εκείνος θα μουρμουρίζει πιο πολύ και εσύ θα στεναχωριέσαι και θα φωνάζεις. Ο άλλος σηκώνεται, κάνει πολύ θόρυβο και σε ξυπνά. Κάτι ανάλογο θα κάνεις και εσύ , αλλά δεν το καταλαβαίνεις. Άφησέ τον γιατί αν προσπαθήσεις να τον διορθώσεις, θα θελήσει να διορθώσει και εκείνος τα δικά σου σφάλματα. Μόνον ο Γέροντας διορθώνει τους ανθρώπους στο μοναστήρι· ποτέ ο μοναχός, εκτός εάν τον επηρεάζει πονηρό δαιμόνιο, οπότε κάνει παρατηρήσεις, συμβουλεύει, λέγει στον άλλον κάνε αυτό, κάνε εκείνο. Ο αληθής μοναχός ποτέ δεν συμπεριφέρεται έτσι. Στο μοναστήρι ένας είναι πατέρας και όλοι οι άλλοι αδελφοί. Βλέπετε με πόση θαλπωρή τα έχει φροντίσει η Εκκλησία μας; Γι’ αυτό λείπουν οι θυμοί, οι κραυγές που προέρχονται από τις διαφωνίες, λείπει η κακία, η εκδίκησις και όλοι γίνονται χρηστοί. Τι σημαίνει χρηστός; Εκείνος του οποίου η απουσία δεν περνάει απαρατήρητη, διότι είναι χρήσιμος και εύσπλαγχνος. Πώς γίνονται όλοι χρηστοί; «Χαριζόμενοι εαυτοίς». Καταλαβαίνω, παραδείγματος χάριν, ότι ο άλλος είναι θυμωμένος μαζί μου. Δεν του μιλώ άσχημα. Του συμπεριφέρομαι με πολλή ευγένεια και αγάπη, μιμούμενος τον Κύριο.
Ακόμη εκφράζουμε την αγάπη μας με το να τιμάμε ο ένας τον άλλον. Ποτέ δεν καθόμαστε ενώπιον μεγαλυτέρου, παρά μόνον εάν μας το πει ή πάρουμε την άδειά του. Εάν κάποιος έχει μία αποτυχία, κάνει ένα σφάλμα, έχει έναν πόνο, θα του δείξουμε μεγάλη αγάπη, ώστε να ισορροπήσει και να απαλλαγεί από τα προβλήματα, φροντίζοντας έτσι «τα ετέρου έκαστος», όπως λέγει ο απόστολος Παύλος εις τους Φιλιππησίους. Ο καθένας ας κάνει εκείνο που θέλει ο άλλος. Ο άνδρας, αυτό που θέλει η γυναίκα. Η γυναίκα, αυτό που θέλει ο άνδρας.
Βλέπετε αδελφοί μου, πόση λεπτότητα υπάρχει στην Εκκλησία και μάλιστα στους αγίους; Οι άγιοι είναι προσεκτικοί, διότι έχουν γευθεί την γλυκύτητα και την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος και εάν δεν τα προσέξουν αυτά, θα χάσουν την ειρήνη. Οι άγιοι προσπαθούν πάντοτε να μη λυπήσουν κανένα άνθρωπο, ούτε και τα ζώα. Βλέπουν τον άλλο σαν να είναι ο Χριστός. Και είναι πράγματι ο Χριστός, διότι είναι εικόνα του Θεού. Επομένως αγαπούν τον άνθρωπο, επειδή είναι εικόνα του Θεού. Έτσι ο Χριστός και ο άνθρωπος γίνονται ένα στην καρδιά τους, στα έγκατά τους.
Όταν ο άνθρωπος μας δίνει την αγάπη του Θεού, την ευγένεια, την λεπτότητα, αυτό είναι κοινωνία Θεού. Θέλεις να κοινωνάς σώμα και αίμα Χριστού; Κοινώνησε.
24-09-2023
Κυριακή Α΄Λουκά 24-09-2023
Ο Χριστός μας αποκάλυψε την περί του Θεού αλήθεια. Λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, ο θεατής των αρρήτων αποκαλύψεων και ερμηνεύς των άνω του Θεού μυστηρίων: «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε· ο μονογενής Υιός, ο ων εις τον κόλπον του Πατρός. Εκείνος εξηγήσατο».
Η απάντηση του ανθρώπου στην περί του Θεού αποκάλυψη είναι η πίστη. Αυτή είναι η προϋπόθεση για να ζήσουμε αιώνια, αφού αυτός είναι και ο σκοπός της ενανθρωπήσεως του Χριστού: «ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον». Η πίστη στον Χριστό είναι «θύρα και οδός που οδηγεί στην ζωή».
Πίστη είναι η ακλόνητη πεποίθηση στην ύπαρξη αγαθών που ελπίζουμε. Είναι βεβαιότητα για πράγματα που δεν βλέπουμε με τα σωματικά μάτια: «Πίστις εστί ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων».
Πίστη είναι όταν πιστεύουμε σ’ εκείνα που δεν βλέπουμε, έχοντας κατά νουν την αξιοπιστία του Θεού. Οι αλήθειες που μας αποκάλυψε ο Χριστός χρειάζονται πίστη….διότι το ύψος τους υπερβαίνει κατά πολύ την δική μας ευτελή διάνοια.
Ο απόστολος Παύλος γράφει ότι «αφού δικαιωθήκαμε με την πίστη, έχουμε ειρήνη με τον Θεό δια του Κυρίου Ιησού, ο Οποίος με την πίστη μας σ’ Αυτόν μας έχει οδηγήσει στη χάρι αυτή στην οποία στεκόμαστε, και καυχόμαστε για την ελπίδα μας στην δόξα του Θεού». Ο ιερός Χρυσόστομος ερμηνεύει τον αποστολικό λόγο: «Παντού αναφέρει και τα δύο· και τα δικά Του και τα δικά μας. Αλλά τα μεν του Χριστού είναι πολλά και ποικίλα. Διότι και απέθανε για μας, και μας συμφιλίωσε, και μας προσήγαγε στον Θεό, και μας έδωσε Χάρι ανέκφραστη. Εμείς όμως προσφέρουμε μόνο την πίστη». Η πίστη είναι η συνέργεια του ανθρώπου στο μυστήριο της σωτηρίας του.
Όσα μας απεκάλυψε ο Θεός δεν είναι δυνατόν να ερμηνευτούν με το ανθρώπινο μυαλό, διότι η «λογική μας δεν χωρεί το μέγεθος των οικονομιών Του. Αυτό πρέπει να γίνει με την πίστη». Λέγει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δεν έμαθα να περιεργάζομαι την ουσία του Θεού. Έμαθα να πιστεύω, και όχι να ερευνώ με σχολαστικότητα».
Όταν ο Χριστός απέστειλε τους μαθητές του στο κήρυγμα τους είπε: «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται, ο δε απιστήσας κατακριθήσεται». Η πίστη είναι η αρχή της σωτηρίας και της εν Χριστώ ζωής. Από την πίστη οδηγούμαστε στο άγιο Βάπτισμα και γεννιόμαστε εν Χριστώ. Είναι αυτονόητο βέβαια ότι για τα βαπτιζόμενα νήπια η πίστη ακολουθεί το Βάπτισμα.
Για να πλησιάσουμε το μυστήριο της πίστεως, θα στηριχτούμε στο Σύμβολο της πίστεως, που ονομάζουμε «Πιστεύω» και αποτελείται από δώδεκα άρθρα.
Το Σύμβολο της πίστεως είναι η καταγραφή των δογμάτων της Εκκλησίας από τους θεοφόρους Πατέρες των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων. Οι άγιοι Πατέρες «βραχύ ρήματι και πολλή συνέσει» διατύπωσαν με θείο φωτισμό την αληθινή πίστη της Εκκλησίας, για να μπορούμε εμείς να έχουμε ως οδηγό της ζωής μας και να πορευόμαστε την οδό της σωτηρίας.
Οι ορθόδοξοι χριστιανοί πιστεύουμε και ομολογούμε ό,τι μας αποκάλυψε ο Υιός και Λόγος του Θεού, και όπως μας τα ερμήνευσαν οι άγιοι Απόστολοι και οι θεοφόροι Πατέρες. «Οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν …… ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν».
17-09-2023
Κυριακή μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού
Η εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού μας θυμίζει ταυτόχρονα τη σημασία που έχει για εμάς το σημείο του Σταυρού. Δεν μιλώ εδώ απλώς για τον Σταυρό που πρέπει να αίρουμε ακολουθώντας τον Χριστό, αποδεχόμενοι εν υπομονή όλες τις δοκιμασίες μας και όλες τις δυσκολίες. Αλλά για το ότι αυτές δεν έχουν σημασία, δεν έχουν αξία, παρά μόνον αν είναι ενωμένες με τον νικηφόρο Σταυρό του Χριστού. Γι’ αυτό η εικόνα και το σημείο του Σταυρού που κάνουμε πάνω μας έχουν τόση σημασία στη Χριστιανική ζωή.
Οφείλουμε λοιπόν να αγαπούμε το σημείο του Σταυρού, να τιμούμε τον Σταυρό. Είναι μία από τις τελειότερες μορφές προσευχής, μετά την απαγγελία του «Πάτερ ημών».
Η προσευχή ενώπιον του Σταυρού, η προσευχή που συνοδεύεται από το σημείο του Σταυρού κατέχει μεγάλη δύναμη. Είναι το μέσον για να παρατείνουμε, να καθιστούμε παρούσα στο άμεσο παρόν της πνευματικής μας ζωής τη νίκη του Σταυρού.
Μπορούμε να σταθούμε μπροστά στον Σταυρό και κάνοντας το σημείο του Σταυρού να πούμε: «Εις το όνομα του Πατρός ….» ή να πούμε την ευχή του Ιησού, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με»· αλλά μπορούμε και να εμπλουτίσουμε την προσευχή μας με τα ωραία λειτουργικά κείμενα της εορτής. Υπάρχουν και οι Χαιρετισμοί του Σταυρού, που συνοψίζουν όλα τα θέματα της εορτής και αξίζει να τους λέμε. Αποτελούν εξαίρετη προσευχή, όταν έχουμε κλείσει την πόρτα του δωματίου μας και είμαστε μόνοι ενώπιον του ουρανίου Πατέρα μας, και μπορούμε να έχουμε τα μάτια στραμμένα στον Σταυρό και ταυτοχρόνως να απαγγέλλουμε με συναίσθηση του στίχους του συγκεκριμένου Ακαθίστου.
Κάθε Κυριακή μετά την ανάγνωση του εωθινού Ευαγγελίου που είναι πάντοτε αναστάσιμο, διαβάζουμε ένα τροπάριο, αφιερωμένο ταυτόχρονα στο Σταυρό και την Ανάσταση, που αρχίζει ως εξής: «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι….». Ναι έχουμε δει την Ανάσταση του Χριστού στην Κυριακάτικη αυτή ακολουθία που συνιστά το εβδομαδιαίο Πάσχα μας. Αμέσως όμως προσθέτουμε: «Τον Σταυρόν Σου, Χριστέ, προσκυνούμεν, και την αγίαν Σου Ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν». Και λίγο πιο κάτω, «ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω».
Είθε η τιμή αυτή του Σταυρού που είναι στον πυρήνα του Χριστιανισμού, να είναι στον πυρήνα της ζωής μας. Ποτέ δεν θα έχουμε πλήρως συνειδητοποιήσει τη σημασία του Σταυρού και του σημείου του Σταυρού. Δεν υπάρχει στην αφοσίωση αυτή λυπητερός ευσεβισμός ή πρόληψη ή συναισθηματισμός. Βεβαίως μπορούμε πάντοτε, και οφείλουμε, να στοχαζόμαστε τα πάθη του Χριστού και την αγάπη που έτσι φανέρωσε για μας, αλλά χωρίς ποτέ να ξεχνάμε ότι κατά την πίστη μας ο Σταυρός υπήρξε όργανο της μεσσιανικής βασιλικής Του ιδιότητος. Γι’ αυτό και πάνω στον Σταυρό πρέπει πάντοτε να είναι εμφανής ο τίτλος: «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων», κυρίως όμως ο τίτλος: «Ο βασιλεύς της δόξης», καθώς και το υποπόδιον των ποδών Του, διότι ο Σταυρός είναι το βασιλικό υποπόδιο· είναι, όπως συνεχώς το επαναλαμβάνει στην ακολουθία , ο βασιλικός θρόνος του Χριστού.
Με αφορμή λοιπόν τη σημερινή εορτή, ας συνειδητοποιούμε όλο και περισσότερο τη θέση που πρέπει να έχει ο Σταυρός στη ζωή μας από κάθε άποψη. Είναι το κλειδί της ζωής μας αλλά και του θανάτου μας, κατώφλι για την αληθινή ζωή
10-09-2023
Κυριακή προ της Υψώσεως
Από τότε που ήρθε ο Χριστός, από τότε που πέθανε και αναστήθηκε για μας, από τότε που οι Απόστολοι κήρυξαν την διά του Σταυρού σωτηρία, ο άνθρωπος τίθεται ενώπιον μιάς θεμελιώδους επιλογής. Πώς να νοηματοδοτήσει την ύπαρξή του; Θα έχει ως μέλημα τη δική του ευημερία, την ικανοποίηση των επίγειων επιθυμιών του, του εαυτού του, του «εγώ» του, μαζί με λίγο αλτρουισμό, απαραίτητο για να μπορεί να ζει στην κοινωνία; Ή μήπως ο σκοπός της ύπαρξής του θα είναι να απογυμνωθεί από όλο το «εγώ» του, τον εγωκεντρικό εαυτό του, τη φιλαυτία του, και να δοθεί απολύτως στο Θεό και στον συνάνθρωπό του;
Πρόκειται για «Κοπερνίκειο» δίλημμα: ποιο είναι για μένα το κέντρο του κόσμου, γύρω από το οποίο όλα περιστρέφονται; Είμαι εγώ ή κάποιος Άλλος; Ένας άλλος που θα ήταν, εξάλλου, κατά τρόπο μυστικό στο κέντρο του βαθύτερου εαυτού μου, επειδή θα το είχα αδειάσει από μένα τον ίδιο και θα του είχα παραχωρήσει τη θέση. Ένας Άλλος που θέλησε να με κάνει ένα με όλους τους άλλους, στο πρόσωπο των οποίων ανακαλύπτω τη δική Του παρουσία. Πράγμα που δεν σημαίνει καθόλου ότι θα έχανα την ταυτότητα, την προσωπικότητά μου, κάθε άλλο. Αλλά η αληθινή προσωπικότητα του ανθρώπου δεν έγκειται στην αναδίπλωση στον εαυτό του και στην εναντίωση προς τους άλλους, στην αναζήτηση όλων εκείνων που θα ικανοποιήσουν το σαρκικό και καθαρά γήινο «εγώ». Αντιθέτως, το πρόσωπο πραγματώνεται στο άνοιγμα προς τον Θεό και προς κάθε άνθρωπο, στην κοινωνία με τους άλλους, και την προσφορά του «εγώ». Η απάρνηση του εαυτού, το στήσιμο του Σταυρού στον πυρήνα της ζωής μας, μόνον αυτά μπορούν να μας δώσουν πρόσβαση στην πραγματική χαρά, στην τέλεια χαρά της ψυχής. Είναι, θα έλεγα, οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος.
Όχι! Το Ευαγγέλιο δεν είναι σπορέας λύπης, κατήφειας, αποθάρρυνσης, απογοήτευσης· το εντελώς αντίθετο. Και οι άγιοί μας δείχνουν ακριβώς σε πόση χαρά, σε πόση εσωτερική άνθιση και συναισθηματική υγεία μπορούν να φτάσουν οι άνθρωποι που έχουν πραγματικά ανταποκριθεί σε αυτό το κάλεσμα.
Γι’ αυτό είναι καλό να διαβάζουμε και να ξαναδιαβάζουμε τους βίους των αγίων για να βλέπουμε πόσο η επιλογή που έκαναν κατά τρόπο τόσο ριζικό, τους οδήγησε στην αληθινή εν Κυρίω χαρά, στην αληθινή κοινωνία με την αιώνια χαρά της Αγίας Τριάδος, στη χαρά του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, των Τριών διακριτών αλλά ομοουσίων Προσώπων. Έχουμε μεταξύ των αγίων θαυμαστά παραδείγματα που θα έπρεπε να φλογίζουν την καρδιά μας και να ξυπνούν, να ζωντανεύουν μέσα μας στον απόλυτο βαθμό την επιθυμία να βαδίσουμε στα ίχνη τους και να μοιραστούμε τη χαρά τους.
Κάποτε μάλιστα, συγγραφείς που δεν είναι Ορθόδοξοι, επικρίνουν τους Ορθοδόξους λέγοντας ότι μιλούν πολύ για την Ανάσταση και ξεχνούν τον Σταυρό και τα Πάθη του Χριστού. Ασφαλώς όχι! Αλλά οι Ορθόδοξοι δεν μπορούν να ατενίζουν τον Σταυρό χωρίς εκεί να διακρίνουν τη μυστική παρουσία της Αναστάσεως, χωρίς να Τον βλέπουν ήδη μεταμορφωμένο από τη μυστική παρουσία της Αναστάσιμης χαράς και δόξας.
Η Αναστάσιμη αυτή χαρά είναι και ο σκοπός της Χριστιανικής ζωής, και, αν μιλάμε για Σταυρό, για αποδοχή των δοκιμασιών, για απάρνηση, αν μιλάμε για άσκηση, όλα αυτά δεν αποτελούν αυτοσκοπό, στόχο. Αλλά είναι όλα αυτά τα «εκ των ών ουκ άνευ» μέσα που διαθέτουμε εδώ κάτω, για να υλοποιήσουμε τον θάνατο του «εγώ», δια του οποίου έχουμε πρόσβαση στη θεία χαρά, στη χαρά της ολικής αυτοπροσφοράς για την οποία μας δημιούργησε ο Θεός, για την οποία έπλασε τον κόσμο, ώστε τα λογικά Του πλάσματα, οι άνθρωποι, μαζί με τα καθαρά πνευματικά Του δημιουργήματα που είναι οι άγγελοι, με όλη την κτίση, να μεταμορφωθούν εν δόξη κατά την ημέρα της Παρουσίας Του και να εισέλθουν στην άληκτη αιωνιότητα, μέσα στην ανέκφραστη χαρά της Αγίας Τριάδος.
Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Αμήν.
03-09-2023
Γενέσιον της Θεοτόκου 2023
«Πριν τρείς μέρες, την 1η Σεπτεμβρίου, εορτάσαμε την αρχή του Χριστιανικού έτους. Το εννοώ: του Χριστιανικού, διότι δεν πρόκειται απλώς για έναρξη του λειτουργικού έτους. Πράγματι η λειτουργία, ο λειτουργικός κύκλος, δεν είναι μόνο μία πτυχή της Χριστιανικής μας ζωής, αλλά είναι ο εόρτιος αυτός κύκλος που δομεί όλη την πνευματική μας ζωή, όλη τη ζωή μας ως Χριστιανών, αποτελεί μάλιστα την κύρια πηγή της. Ας μη πούμε ποτέ με ελαφριά καρδιά: «Α…φέτος δεν θα πάω στην Εκκλησία, στη γέννηση της Θεοτόκου ή του Σταυρού ή της Υπαπαντής, έχω άλλα πράγματα να κάνω». Είναι σαν να χάνουμε ένα σκαλοπάτι από την κλίμακα αυτή στην κορυφή της οποίας μας περιμένει ο Χριστός. Σαν να παραλείπουμε ένα σημαντικό βήμα της εν Χριστώ μεταμόρφωσής μας. Αν κάθε χρόνο η Εκκλησία παρακολουθεί έτσι όλη την επίγεια ζωή του Κυρίου, αυτό γίνεται για να τη ζούμε όλο και εντονότερα, να την κατανοούμε όλο και πληρέστερα και να νιώθουμε στα βάθη της καρδιάς μας συνεχώς και περισσότερο τη θαυμαστή της γλυκύτητα.
Το νέο Χριστιανικό έτος αρχίζει, λοιπόν, με τη μεγάλη εορτή της γεννήσεως της Θεοτόκου, εορτή πολύ σημαντική για την πνευματική μας πρόοδο. Η Εκκλησία είχε ήδη από την αρχή επίγνωση της θέσης που κατέχει η Παναγία στο μυστήριο της σωτηρίας μας. Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στο Ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας, υπογραμμίζεται ο ρόλος αυτός της μητέρας του Θεού στο σχέδιο της σωτηρίας. Αλλά και το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο της απονέμει τη θέση που της αξίζει. Γνωρίζουμε δε ότι στην Εκκλησία των πρώτων αιώνων η κατά σάρκα οικογένεια του Χριστού είχε πολύ σημαντική θέση στην Παλαιστίνη·από αυτήν την οικογένεια του Ιωσήφ και της Μαρίας έχουν φτάσει ως εμάς κάποιες αναμνήσεις από την παιδική ηλικία του Σωτήρος: στιγμιότυπα της παιδικής ηλικίας, ενθυμήματα σχετικά με την ίδια την Παναγία και κυρίως από τον Ευαγγελισμό και το «ναι» που πρόφερε τότε και δια του οποίου ήρθε στον κόσμο η σωτηρία.
Στους αιώνες που ακολούθησαν η Εκκλησία αποκτούσε όλο και περισσότερο συνείδηση του ότι δεν μπορούμε να πάμε στο Χριστό παρά δια της μητέρας του, ότι δια των προσευχών της, δια της συνεχούς μεσιτείας της μπορούμε να τον πλησιάσουμε και να επιτύχουμε το να μη ζούμε πια εμείς αλλά να ζει μέσα μας Εκείνος. Ο θαυμαστός ρόλος της Συνόδου της Εφέσου, στις αρχές του 5ου αιώνα, ήταν να ρίξει άπλετο φως στη θέση αυτή που έχει η Παναγία δίπλα στο Χριστό και στο μυστήριο της σωτηρίας μας. Τότε ήταν που την ανακήρυξαν «αληθώς Θεοτόκον». Μετά τη Συνοδο αυτή, η οποία εξάλλου δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να επιβεβαιώσει και επισήμως την προηγούμενη παράδοση, η Εκκλησία απέκτησε ακόμη μεγαλύτερη επίγνωση και συνειδητοποίησε εκ νέου ποιά είναι η θέση της Παναγίας στο μυστήριο της απολυτρώσεως και της θεώσεως του ανθρώπου.
Στον βίο του αγίου Βενεδίκτου, τον οποίο συνέγραψε ο πάπας άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, λέγεται ότι μία μέρα είδε σαν συγκεντρωμένο μέσα σε μία ηλιακή ακτίνα, ολόκληρο τον κόσμο και όλα όσα συμβαίνουν· στο δε διάκονο Πέτρο, με τον οποίο συνομιλούσε και ο οποίος αναρωτιόταν πόσο πιθανό είναι ένα τέτοιο θαύμα, ο άγιος Βενέδικτος απάντησε: «Για όποιον βλέπει το Θεό, κάθε κτίσμα είναι πολύ μικρό». Επειδή λοιπόν η Θεοτόκος είναι εντελώς βυθισμένη εν τω Θεώ και βλέπει τα πάντα εν Αυτώ, μπορεί να είναι παρούσα κατ’ αυτόν τον τρόπο, ανά τους αιώνες, σε κάθε άνθρωπο, σε καθέναν από εμάς».
Με πολλές ευχές για μία χρονιά με πνευματική καρποφορία
Με αγάπη Χριστού
π. Αθανάσιος