07-12-2024
Η ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Ιησούς για τελευταία φορά διδάσκει, στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, στη συναγωγή. Στον ίδιο χώρο είχε εγκαινιάσει τη δημόσια δράση του με μια ομιλία παρμένη από τον Ησαΐα (κεφ. 61,1): «Το Πνεύμα του Κυρίου είναι πάνω μου για να φέρω το χαρμόσυνο άγγελμα στους πτωχούς, να θεραπεύσω τους πληγωμένους στην καρδιά, να αναγγείλω στους αιχμαλώτους απελευθέρωση, να αποστείλω τους αναπήρους υγιείς». Στην τελευταία εμφάνισή του σε συναγωγή ο κεχρισμένος Μεσσίας τελειώνει έμπρακτα την προφητεία που είχε «προγραμματικά» διακηρύξει. Εντός της σύναξης των Ιουδαίων, αντί της Τορά και των Προφητών, αλλά και αντί του εαυτού του, τοποθετεί το καταρρακωμένο ανθρώπινο πρόσωπο. Κυριολεκτικά και μεταφορικά ανυψώνει μια γυναίκα συγκύπτουσα από το βάρος των βιολογικών, κοινωνικών και θρησκευτικών αγκυλώσεων, ένα πλάσμα πληγωμένο στην καρδιά και στο σώμα, αιχμάλωτο στο πονηρό πνεύμα επί 18 ολόκληρα χρόνια.
Όπως με έμφαση τονίζει ο ιατρός ευαγγελιστής, η γυναίκα αυτή επί 18 έτη δεν μπορούσε να σηκώσει το κεφάλι της εις το παντελές. Αυτή και μόνο η σημείωση προκαλεί τον αναγνώστη να αναλογιστεί το δράμα αυτής της γυναίκας. Δεν μπορούσε να υψώσει το βλέμμα της στον ουρανό και να απολαύσει τον ήλιο, τα αστέρια, τον κόσμο του σύμπαντος, και να δοξολογήσει έτσι τον Θεό. Δεν μπορούσε να ατενίσει κατάματα στο πρόσωπο τον συνάνθρωπό της.
Αντίθετα έβλεπε τους πάντες να την κοιτούν αφ’ υψηλού. Από θέση ισχύος. Η ίδια ήταν καταδικασμένη να κοιτά το χώμα και να βιώνει το θάνατό της. Δεν ήταν όμως μόνο το ανατομικό πρόβλημα, η «αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα», που βάραινε τις πλάτες της. Ήταν η κοινωνική απαξίωση, καθώς ένα πλάσμα που παύει να έχει την όρθια στάση χάνει να έχει την ανθρώπινη εικόνα και ταυτότητα και παρομοιάζεται με τα κτήνη της γης. Μπορεί να φανταστεί κανείς τα ειρωνικά σχόλια των παιδιών αλλά και τα διαπεραστικά βλέμματα των μεγαλυτέρων, όταν αυτή η γυναίκα αποφάσιζε να δραπετεύσει από τους τέσσερις τοίχους της οικίας της. Ήταν όμως και θρησκευτικά περιθωριοποιημένη, καθώς η αρρώστια της δεν αποδίδεται απλώς σε βιολογικά αίτια, αλλά στην κατοχή της από ένα πονηρό πνεύμα. Για τους συμπολίτες της η συγκύπτουσα ήταν μια δαιμονισμένη και η παρουσία της προκαλούσε φόβο, ενοχές και αποστροφή.
Παρ’ όλο το βάρος που σηκώνει αυτή η «Εύα», τολμά να οδηγεί τα βήματά της το Σάββατο στη συναγωγή. Εκεί ευρισκόμενη προφανώς σε μια γωνία. Καθ’ ότι ήταν και γυναίκα, ευφραινόταν μόνο με την ακοή του παρακλητικού λόγου του Θεού, καθότι η οπτική της επαφή και με τον Θεό στον ουρανό και με τους ερμηνευτές του Νόμου του στη γη ήταν αδύνατη. Γι’ αυτό και μαγνητίζει πάνω της το βλέμμα και το άγγιγμα του Μεσσία. Είναι αξιοσημείωτο ότι, σε αντίθεση με άλλα θαύματα που τέλεσε ο Ιησούς, ούτε η ίδια η πάσχουσα τον παρακαλεί να τη θεραπεύσει αλλά ούτε και ο Ιησούς απαιτεί από αυτήν πίστη στο πρόσωπό του. Η γυναίκα έχει συμβιβαστεί πλέον με το πρόβλημά της, αφού ο Θεός επί 18 χρόνια σκοπίμως ανέβαλλε τη θεραπεία της, και ο Ιησούς γνωρίζει ότι η ίδια η παρουσία αυτής της γυναίκας στη συναγωγή αποτελεί το μεγαλύτερο τεκμήριο εμπιστοσύνης και πίστης στον Θεό. «Εκείνοι που πρωτίστως και κυρίως φροντίζουν για την ψυχή, θα εύρουν από τον Χριστό, αν όχι την πλήρη θεραπεία, τουλάχιστον όμως την ανακούφιση και την παρηγοριά και στις σωματικές τους ασθένειες» (Π. Τρεμπέλας).
Μόλις τη βλέπει, της ανακοινώνει αμέσως την απελευθέρωσή της από τον δυνάστη της και ταυτόχρονα την αγγίζει για να αποκαταστήσει την ανθρώπινη φύση της στην αρχική θεόσδοτη μορφή της. Το άγγιγμα αυτό, που συνοδεύει τον εξουσιαστικό λόγο του, δεν γίνεται απλώς και μόνο για να προβάλει τη θεραπεία ως έργο των χειρών του, ούτε μόνο για να δείξει τη θεία δύναμη και ενέργεια που εκπέμπει η σάρκα του. Θέλει ο Ιησούς στο πρόσωπο της βασανισμένης συγκύπτουσας να δείξει ότι ο Θεός αγγίζει και πάλι στοργικά και ανορθώνει δημιουργικά ολόκληρο το γυναικείο φύλο, το οποίο μετά την πτώση δεν σηκώνει στις πλάτες του μόνον την αρά της Εύας, αλλά και την καταδίκη του Αδάμ. «Το άγγιγμα του Ιησού σημαίνει κοινωνία με την ψυχή και το κορμί! Θα έλεγε κανείς πως πρόκειται για μια μυστηριακή επικοινωνία, για ένα προανάκρουσμα της μέθεξης στα μυστήρια της βασιλείας του Θεού! Από το ένα μέρος δεσπόζει η απελευθέρωση μέσω μιας αναγεννητικής θεραπείας, και από το άλλο μια συγκεκριμένη και απτή σχέση, ψυχή τε και σώματι, άρα πρόσωπον προς πρόσωπον» (Ν. Ματσούκας).
Ο δαίμονας, ο οποίος αδιαμαρτύρητα βγαίνει από τη γυναίκα, προσβάλλει τον αρχισυνάγωγο διά του φθόνου. Ο προϊστάμενος της Ιουδαϊκής εκκλησίας δεν τολμά βέβαια να απευθυνθεί στον ίδιο τον Ιησού, αλλά ούτε και στη θεραπευμένη γυναίκα, αφού δεν ζήτησε κάτι η ίδια από τον εκ Ναζαρέτ Προφήτη. Αγανακτισμένος, στρέφεται προς το πλήθος επικαλούμενος τη νομική διάταξη του Σαββάτου, η οποία καθόριζε ότι «έξι ημέρες είναι κατά τις οποίες επιτρέπεται η εργασία. Κατ’ αυτές λοιπόν τις ημέρες να έρχεστε και να θεραπεύεστε και όχι την ημέρα του Σαββάτου» (Εξ 20,8 κ.ε.).
Όντως, το Σάββατο ο Θεός ολοκλήρωσε τη διακόσμηση του Σύμπαντος, που αναδύθηκε από το απειλητικό χάος, και αναπαύθηκε. Την ίδια μέρα διέσχισε ο Ισραηλίτης λαός την Ερυθρά Θάλασσα και απέκτησε μετά από 400 χρόνια δουλείας πολιτική και θρησκευτική ελευθερία (Δτ 5,15). Στα μεταιχμαλωσιακά όμως χρόνια η εφαρμογή του Σαββάτου, όπως και οι άλλες λατρευτικές διατάξεις που όριζαν τι είναι καθαρό από το περιβάλλον και τι όχι, είχαν γίνει «σημεία», συστατικά στοιχεία της αυτοσυνειδησίας του ιουδαϊσμού , ο οποίος έτσι προσπαθούσε να αυτοπεριχαρακωθεί μπροστά σε ένα περιβάλλον το οποίο θεωρούσε μιαρό-ακάθαρτο, επικίνδυνο και απειλητικό για την ταυτότητά του. Έτσι οι Ιουδαίοι υπερηφανεύονταν ότι ήταν οι μόνοι στον κόσμο που τηρούσαν «την ημέρα του ιερού Βασιλείου». Ενώ ο ιστορικός Τάκιτος έγραφε ειρωνικά πως αυτή η παράδοξη φυλή χάνει το ένα έβδομο της ζωής χωρίς να κάνει τίποτα. Όποιος καταστρατηγούσε συνεπώς αυτή την προκατακλυσμιαία εντολή αμφισβητούσε όλο το οικοδόμημα των αξιών του έθνους και αφοριζόταν.
Ο αρχισυνάγωγος δεν ταράζεται συνεπώς από την ενέργεια του Ιησού επειδή απλώς διαταράσσεται η «τάξη της θείας λειτουργίας», αλλά επειδή τίθεται μέσα στην ίδια τη συναγωγή υπό αμφισβήτηση αυτός ο ίδιος ο συνεκτικός ιστός της ιουδαϊκής κοινωνίας, που είχε εξυφανθεί έντεχνα από τους πολιτικοθρησκευτικούς ηγέτες για να προστατεύει πρώτιστα τα συμφέροντά τους. Ο Ιησούς, χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα, στρέφεται προς τον εκπρόσωπο του Νόμου και χαρακτηρίζει όχι μόνον αυτόν, αλλά και όλους τους ομοίους του, υποκριτές, δηλαδή θεατρίνους. Πάνω σε αυτή την τόσο φιλάνθρωπη και μοναδική για όλους τους λαούς της Μεσογείου εντολή, που έδινε τη δυνατότητα στον σκληρά εργαζόμενο άνθρωπο, στα υποζύγια και σε ολόκληρη τη φύση να αναπαυθούν και να αναπνεύσουν τον αέρα της ελευθερίας, οι ραββίνοι είχαν συσσωρεύσει ένα σωρό (39 συγκεκριμένα) νομικές διατάξεις. Οι ίδιοι βέβαια είχαν εφεύρει τρόπους να καταστρατηγούν αυτή την εντολή, όχι μόνο στην περίπτωση που δέχονταν επίθεση από αλλοεθνείς, αλλά και όταν θίγονταν τα συμφέροντά τους. Όριζαν τον αριθμό των κόμπων που όφειλε να λύνει κανείς αυτή την ημέρα, ενώ απαγόρευαν να γίνονται ιάσεις μη θανάσιμων ασθενειών. Ενώ ισχυρίζονταν ότι δεν μπορεί να ποτίζει κανείς ο ίδιος τα υποζύγιά του, θεωρούσαν ότι μπορεί να τα «απελευθερώσει» από τη φάτνη και να τα οδηγήσει σε πηγές, για να μη στερηθούν το ζωτικό για την ύπαρξή τους νερό. Στην περίπτωση όμως της γυναίκας, που ήταν 18 έτη δεμένη από τον Σατανά, δείχνουν αναλγησία. Γι’ αυτό, με πολύ χαρακτηριστικό μάλιστα τρόπο, ο Ιησούς γκρεμίζει το φαρισαϊκό «αυτοείδωλο» και πλήττει καίρια τον ευσεβισμό των νομομαθών, ονομάζοντας τη γυναίκα θυγατέρα Αβραάμ (4 Μακ 15,28), κάτι που θα πράξει αντιστοίχως και για τον αρχιτελώνη Ζακχαίο. Σημειωτέον ότι τέκνα του πατριάρχη αυτοονομάζονταν όλοι εκείνοι οι εκλεκτοί Φαρισαίοι οι οποίοι καθημερινά ευχαριστούσαν τον Θεό, που δεν τους έπλασε ούτε ειδωλολάτρη ούτε γυναίκα ούτε αμαθή.
Το ερώτημα βέβαια του αρχισυναγώγου είναι λογικό: δεν μπορούσε ο Ιησούς να θεραπεύσει κάποια άλλη μέρα τη γυναίκα και να μην τραυματίσει έτσι μια εντολή του Θεού; 18 ολόκληρα χρόνια βασανιζόταν η γυναίκα. Δεν θα μπορούσε να περιμένει μία μέρα ακόμη; Προφανώς ο Ιησούς με την ενέργειά του ήθελε να επιδείξει το αληθινό νόημα του Σαββάτου. Ήθελε να διδάξει ότι η ανάπαυση του Θεού και του ιδίου κατά την έβδομη ημέρα δεν ήταν μία απαθής νιρβάνα. Ο Θεός συνεχίζει και την έβδομη ημέρα να συντηρεί τον κόσμο και να επισκέπτεται ιδιαίτερα τους πληγωμένους και βασανισμένους. Γι’ αυτό και τόνισε ότι το Σάββατο διά τον άνθρωπον εγένετο και ουχ ο άνθρωπος διά το Σάββατον (Μκ 2,27). Ο Ιησούς ήθελε επιπλέον να φανερώσει ότι ο ίδιος είναι Κύριος του Σαββάτου, αφού κοντά του μπορεί να βρει ανάπαυση κάθε πεφορτισμένος ανεξάρτητα από την εθνικότητα και το φύλο του (Ιω 5,17). Όλοι οι απλοί άνθρωποι του λαού, που δεν γνώριζαν και δεν μπορούσαν να τηρήσουν όλες αυτές τις διατάξεις, είχαν υποστεί πνευματικά αγκύλωση, από την οποία έπασχε σωματικά και η συγκύπτουσα. Στο πρόσωπο του Ιησού βλέπουν και αυτοί, ως συγκύπτοντες, τον ελευθερωτή τους, γι’ αυτό και στο τέλος της αφήγησης αγάλλονται επί πάσι τοις ενδόξοις τοις γινομένοις υπ’ αυτού.
Ενόψει των Χριστουγέννων είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι και εμείς είμαστε συγκύπτοντες, όχι εξ’ αιτίας του διαβόλου ούτε εξ αιτίας κάποιας ανατομικής πάθησης η οποία μας αναγκάζει να κοιτάμε διαρκώς το χώμα, αλλά κυρίως ένεκα της προαίρεσής μας, η οποία μετατρέπει κι αυτούς ακόμα τους κανόνες της Εκκλησίας σε μέσα δικαίωσης του εαυτού μας και καταδίκης των άλλων. Είναι καιρός αυτή την περίοδο του πνευματικού αγώνα να αποθέσουμε στο πετραχήλι του πνευματικού όλες τις ενοχές και τις αμαρτίες που μας αγκυλώνουν και μας καθηλώνουν χαμηλά, προκειμένου μέσα μας να γεννηθεί η αληθινή χαρά των Χριστουγέννων και να δούμε με διαφορετικό, καθάριο, «παρθενικό» βλέμμα τον ουρανό και τον συνάνθρωπό μας.
24-11-2024
Κυριακή ΙΓ΄ Λουκά
«Οι ποιμένες το θαύμα…»
Εμείς στη Λάρισα αδελφοί μου, έχουμε ανάμεσα στον πληθυσμό του ποιμνίου μας ένα μεγάλο ποσοστό Βλάχων. Το ποίμνιό μας απαρτίζεται και από Βλάχους, που είναι Έλληνες γνήσιοι και κατάγονται από τέσσερα ορεινά χωριά των Γρεβενών, από τη Σαμαρίνα, την Αβδέλλα, το Περιβόλι και τη Σμίξη. Κι αυτοί οι Χριστιανοί μας είναι άνθρωποι που αγαπούν πολύ την Αγία μας Εκκλησία και εκκλησιάζονται τακτικά και μετέχουν ενεργά στην Εκκλησιαστική ζωή. Σας είναι βέβαια πολύ γνωστοί, γιατί απ’ αυτούς προέρχονται κι οι μεγάλοι ευεργέτες της πατρίδας μας, που άφησαν ξακουστό τ’ όνομά τους από τις ευεργεσίες τους. βλάχοι ήταν οι μεγάλοι ευπατρίδες και γνωστοί εθνικοί μας ευεργέτες, ο Αβέρωφ, ο Ζάππας, ο Τοσίτσας και τόσοι άλλοι…
Κι εμείς λοιπόν έχουμε Βλάχους που μένουν μόνιμα στη Λάρισα, Λαρισαίοι βέροι που γεννήθηκαν κι ανατράφηκαν στη Λάρισα, αλλά που έχουν την αναφορά τους εκεί πάνω στα όμορφα χωριά τους και πηγαίνουν τα καλοκαίρια, και τα ξαναζωντανεύουν, και αναθερμαίνουν και τους δεσμούς μεταξύ τους. Tους έχουμε καύχημα τους Βλάχους μας. Μας έχουν μεταφέρει στην πόλη τα έθιμά τους τα παλιά. Και τα τηρούν με ευλάβεια. Σαν χρέος τιμής προς τη γνήσια καταγωγή τους. Κι ένα απ’ αυτά τα έθιμα είναι κι αυτό το οποίο τηρούν οι γυναίκες τους τη νύχτα των Χριστουγέννων. Ένα θαυμαστό έθιμο έχουν οι Βλάχες τη νύχτα αυτή, που συγκινεί ιδιαίτερα. Τη νύχτα των Χριστουγέννων οι Βλάχες δεν κοιμούνται. Ξενυχτούν την Παναγία. Η Παναγία γεννάει κι αυτές να κοιμηθούν; Όχι! Ανάβουν το τζάκι, ζεσταίνουν το σπίτι, φουρνίζουν τα ψωμιά και τα φαγητά και τα γλυκά, στρώνουν το τραπέζι για να ‘ναι έτοιμο μόλις γυρίσουν απ’ τη Λειτουργία, θυμιατίζουν το σπίτι, για να ευωδιάζει, και μετά, αφού οι άντρες του σπιτιού πάνε για να πάρουν λίγο ύπνο για να σηκωθούν πρωί-πρωί για την Εκκλησία, αυτές κάθονται στο τζάκι και σκαλίζουν τη φωτιά και διαβάζουν προσευχές. Οι μεγάλες γυναίκες παίρνουν κανένα ύπνο στην καρέκλα τους, δίπλα στο παραγώνι, οι νεότερες ασχολούνται λίγο ακόμη με τα ρούχα, με το σιδέρωμα των ρούχων που θα φορέσουν στην Εκκλησία και στο τέλος, όλες οι γυναίκες του σπιτιού μαζεύονται γύρω από το τζάκι. Ως και τα μικρά κορίτσια, οι μικρές βλαχούλες. Τους στρώνουν φλοκάτα διπλά και τριπλά μπροστά στο τζάκι και ξαπλώνουν εκεί.
Η γιαγιά αρχίζει διηγήσεις. Αφού τους φέρνει πρώτα στο κλίμα της Εορτής, αφού τους μεταφέρει νοερά στη Βηθλεέμ, αφού τους διηγείται όλα τα γεγονότα της Γεννήσεως, με ιδιαίτερο μάλιστα τονισμό του βλάχικου, του ποιμενικού στοιχείου στα γεγονότα αυτά, μετά ξανοίγεται σε παλιές διηγήσεις Βλάχων σχετικές με τη νύχτα αυτή. «Που λέτε παιδιά, πρώτα εμείς τον είδαμε το Χριστό που γεννήθηκε. Σε μας τους βοσκούς πήγαν οι Άγγελοι πρώτα και τους είπαν τα χαρούμενα νέα. Βέβαια. Και που γέννησε παρακαλώ η μάνα του Θεού; Σ’ ένα μαντρί, βλάχικο, σε μια φάτνη των ζώων έβαλε το νεογέννητο παιδί της. Τι νομίζετε; Βέβαια. Μπορούμε εμείς απόψε να κοιμηθούμε; Να λίγo ύπνο θα παίρνουμε κλεφτά και θα ξυπνάμε. Η Παναγία μια φορά γέννησε. Αλλά Χριστούγεννα, όπως είναι απόψε και γιορτάζουμε αυτή τη χαρά, να σβήσουμε τα φώτα του σπιτιού και να κοιμηθούμε; Όχι! Ξέρετε τι έπαθαν κάτι άνθρωποι, όχι Βλάχοι, άλλοι Χριστιανοί; Ξέρετε τι έπαθαν; Έπεσαν και κοιμήθηκαν.
Έσβησαν τα φώτα του σπιτιού, άφησαν το τζάκι αναμμένο κι έπεσαν. Καθώς προχώρησε η νύχτα, έσβησε το τζάκι, σκοτείνιασε και πάγωσε τελείως το σπίτι και στη μέση της νύχτας, άκουσαν χτυπήματα στην πόρτα τους, σαν να χτυπούσαν δέκα άντρες μαζί δυνατά. Άκουσαν φωνές άγριες να τους καλούν. Σηκώθηκαν τρομαγμένοι, πήγαν άνοιξαν την πόρτα και τι να δουν! Ένα όραμα ολοζώντανο. Την Παναγία, με βλάχικη φορεσιά, βρεγμένη, μουσκεμένη, με νιφάδες χιόνια πάνω στο μαντήλι της, να πονάει και να ζητάει τόπο να γεννήσει. Ώσπου να της ανοίξουν, ώσπου ν’ ανάψουν λυχνάρια, ώσπου να της πουν πέρασε, Παναγία μου, χάθηκε. Έφυγε. Αφιλόξενο το βρήκε το σπίτι τους. σβησμένα τα φώτα και το τζάκι σβηστό. Αλλού πήγε η Παναγία και χάσανε τη χαρά αυτή. Να βρεθεί η Παναγία στο σπίτι τους. Να το ευλογήσει. Βέβαια. Γι’ αυτό εμείς ξενυχτάμε. Να παρασταθούμε στην Παναγία που γεννάει απόψε. Να τιμήσουμε τη Γέννα του Χριστού. Να ευλογηθεί το σπίτι μας κι εμείς όλοι. Να θυμηθούμε τη δόξα και την τιμή που έκανε ο Χριστός στους Ποιμένες, στους βοσκούς, και να τον ευχαριστήσουμε. Να μείνουμε εδώ, προσκυνητές του, όπως οι Ποιμένες που φυλάγανε τη νύχτα, «φυλακάς της νυχτός», «αγραυλούντες», όπως γράφει το Ευαγγέλιο. Φανταζόμαστε τι χαρά έγινε στα κορφοβούνια και στις στάνες αυτή τη νύχτα; Ποιος κοιμήθηκε αυτή τη νύχτα; Κανείς! Όλοι επί ποδός. Γεννήθηκε ο Σωτήρας».
Αντιλαλούσαν τη χαρά τα κορφοβούνια. Βέλαζαν με χαρά τα ζώα, κουνούσαν τα κεφάλια τους κι έδιναν ήχο εορταστικό τα κουδούνια κι οι κομπόρες τους. Ηχούσαν γλυκά οι φλογέρες. Άναψαν φωτιές και δάδες. Κατηφόρισαν για τη Βηθλεέμ να προσκυνήσουν τον Χριστό. Προσκυνητές αιώνιοι λοιπόν οι Βλάχοι όλων των αιώνων, ξαγρυπνούν στα σπίτια τους. Όχι με χορούς και γλέντια, όχι με φαγοπότια και μεθύσια. Όχι. Αλλά με κατάνυξη, με προσευχές, με θυμιάματα, με αναμμένο τζάκι, με φωταγωγημένο σπίτι, με ζεστασιά. Με αγάπη, με θεία προσμονή.
……………………………..
Και λέει, λέει η γιαγιά, και πείθει τις μικρές εγγονές, τις μικρές Βλάχες ότι έτσι πρέπει να γίνεται και τους μεταδίδει το βίωμα, και τους γλυκαίνει την προσμονή, και νοηματοδοτεί μ’ αυτό τη ζωή τους την ίδια, γιατί το μικρό παιδί παίρνει έτσι μηνύματα άγια, πνευματικά. Δονεί την ύπαρξή του η πίστη μας η αγία, που φέρνει γαλήνη, σωτηρία, θείο γλυκασμό. Και πόσο ωραία είναι η προσμονή του Χριστού, η προσδοκία της σωτηρίας! Πως η Εκκλησία μας, αλήθεια, μας καλεί με τους προεόρτιους ύμνους της, σ’ αυτή τη θεία εγρήγορση, σ’ αυτή την αγία προσμονή! «Ακούσατε όρη και βουνά και τα περίχωρα της Ιουδαίας, ότι έρχεται ο Χριστός…». Πως καλεί τα βουνά να σταλάξουν γλυκασμό: «Βουνοί γλυκασμόν σταλαξάτωσαν∙ ιδού γαρ ήκει ο Θεός…».
«Εγγίζει ο Χριστός, Βηθλεέμ προετοιμάζου…» «Ποιμένες αγραυλούντες μαρτυρείτε θαύμα το φρικτόν.» Αυτές τις εμπειρίες ζουν και μεταφέρουν οι Βλάχες όλων των εποχών από γενεά σε γενεά, και τονίζουν τη χάρη της εορτής και καλούν την Βηθλεέμ «υπόδεξαι Βηθλεέμ την του Θεού Μητρόπολιν…» «Ποιμένες αγραυλούντες, τον τρισάγιον ύμνον μελωδήσατε…»
Και βέβαια αυτό το θαυμαστό στοιχείο το οποίο προβάλλεται μ’ αυτό το άγιο έθιμο, μας θυμίζει εντονότερα πόσο η Εκκλησία μας τονίζει τη σχέση του θαύματος με τους ποιμένες. «Ποιμένες το θαύμα ανακηρύττουσι…», λέει ο ύμνος ο Χριστουγεννιάτικος. «Ποιμένες είδον το θαύμα…», άλλος ύμνος δεσποτικός, και στο γνωστό πανέμορφο ιδιόμελο του Εσπερινού των Χριστουγέννων «Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ…», ο υμνογράφος λέγει ότι οι Ποιμένες προσφέρουν το θαύμα. Ευχαριστούμε λοιπόν τους ποιμένες για το θαύμα.
Ευχαριστούμε τις Βλάχες γι’ αυτή την προσφορά, για τη θεία συμμετοχή στη χαρά της μεγάλης γιορτής. Τις ευχαριστίες γι’ αυτό το αιώνιο και σωτήριο μάθημα. Μια προσμονή του Σωτήρος η ζωή μας σ’ αυτόν τον κόσμο. Είθε στις καρδιές όλων μας, μέσα μας, στην ψυχή μας, στο είναι μας, να γεννηθεί ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου. Να μας φέρει τη λύτρωση, τη σωτηρία, την ειρήνη, την αγάπη, τη χαρά, την αγαλλίαση.
Από το βιβλίο του Μητροπολίτη Λαρίσης και Τυρνάβου Ιγνατίου(+),
Σαν παραμύθι….
17-11-2024
ΠΕΡΙ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
Για τη νηστεία οι άγιοι πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι είναι καθαρά πνευματική άσκηση. Η αποχή από τις ποικίλες και λιπαρές τροφές σε ένα μόνο σκοπό αποβλέπει∙ στην ενίσχυση της ψυχής, ώστε να επικρατήσει στον αγώνα του σώματος κατά των επιθυμιών και των παθών, να αναδειχθεί νικήτρια και να λάβει από τον νομοθέτη Θεό το αμάραντο στεφάνι της νίκης.
Ο Μέγας Βασίλειος ορίζει τη νηστεία ως την καταστολή των παθών, όταν λέει: «Μην περιορίζεις τη νηστεία μόνο στην αποχή από τα φαγητά∙ γιατί η αληθινή νηστεία είναι ο περιορισμός και η εξολόθρευση των κακών∙ λύσε κάθε σύνδεσμο με την αδικία∙ μη λυπείς τον πλησίον σου∙ συγχώρεσέ του τα αμαρτήματα∙ μη νηστεύετε μόνο σε κρίσιμες καταστάσεις και σε αντιξοότητες∙ δεν τρως κρέας αλλά τρως τον αδερφό σου∙ απέχεις από το κρασί, αλλά δεν συγκρατείσαι και βρίζεις∙ το απόβραδο περιμένεις για να μεταλάβεις, αλλά τη μέρα τη σπαταλάς στα δικαστήρια». Και αμέσως: «Νηστεία είναι η εγκράτεια της γλώσσας, η αποχή από τον θυμό, ο χωρισμός από επιθυμίες, καταλαλιές, ψέματα, επιορκία. Όλων αυτών η έλλειψη είναι αληθινή νηστεία. Σε αυτά λοιπόν συνίσταται η καλή νηστεία».
Ο δε Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης λέει: «Καμία νηστεία φαγητών δεν ωφελεί αυτούς που δεν νηστεύουν και στις υπόλοιπες αισθήσεις∙ γιατί ο αγωνιζόμενος εγκρατεύεται σε όλα».
Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας προσθέτει: «Ο αληθινός τρόπος της νηστείας είναι να μπορείς να δείξεις άριστα έργα: να μην τρέφεις το νου σου με ακόλαστες ηδονές κ.λπ.». περί της νηστείας ο θείος Χρυσόστομος λέει: «Η νηστεία είναι χάρισμα Θεού∙ είναι τροφή των αγγέλων∙ η νηστεία είναι φίλη των παρθένων, προκοπή των οίκων, συνήγορος των μετανοούντων, συνάδερφος της προσευχής, αρχή του πνευματικού πλούτου, παρηγοριά των φτωχών, βοηθός των καταπονεμένων∙ απομακρύνει τον ύπνο και εισάγει τον ύμνο. Η νηστεία είναι αυτή που δροσίζει και μας προετοιμάζει να γευθούμε από την πηγή της αθανασίας».
Ο δε Γρηγόριος Νύσσης λέει τα παρακάτω για τη νηστεία: «Νηστεία είναι η κοινή ειρήνη της ψυχής και του σώματος, ο ατάραχος βίος, ο σταθερός τρόπος ζωής∙ αυτός ο τρόπος ζωής ευφραίνει τον Θεό και λυπεί τον εχθρό».
Και ο Μέγας Βασίλειος: «Η νηστεία φυλάει τα νήπια, σωφρονίζει τον νέο, κάνει σεμνό τον γέροντα. Γιατί είναι η πιο σεβαστή και λαμπρά στολισμένη. Το καλύτερο στόλισμα για τις γυναίκες, το χαλινάρι των νέων, ο φύλακας της συζυγίας, ο τροφός της παρθενίας». Και αμέσως: «Νηστεία είναι η ομοίωση με τους αγγέλους, ο σύντροφος των δικαίων, ο σωφρονισμός του βίου».
Ο δε Κύριλλος Αλεξανδρείας προσθέτει: «Η νηστεία είναι μίμηση της ισάγγελης πολιτείας, η πηγή της σωφροσύνης, η αρχή της εγκράτειας, η απάρνηση της λαγνείας».
Ο Χρυσόστομος λέει για τη νηστεία και τα εξής: «Η νηστεία αν δεν συνοδεύεται από την αδερφή της, την ελεημοσύνη, δεν ανεβαίνει στον ουρανό ∙δεν είναι μόνο αναπόσπαστα δεμένη μαζί της αλλά είναι και το όχημά της».
Ο δε Σεβηριανός λέει: ¨Η νηστεία έχει δύο φτερά. Την προσευχή και την ελεημοσύνη. Χωρίς αυτά δεν μπορεί να πετάξει».
Ο Μέγας Βασίλειος λέει για τη δύναμη της νηστείας: «Η νηστεία γεννάει προφήτες, δίνει επιπλέον δύναμη στους δυνατούς, κάνει σοφούς τους νομοθέτες, είναι αγαθό που προφυλάσσει την ψυχή, ασφαλής σύντροφος του σώματος, όπλο γι’ αυτούς που θέλουν να αριστεύουν, γύμνασμα των αθλητών∙ αυτό αποκρούει τους πειρασμούς, αυτό ενισχύει την ευσέβεια, συμπορεύεται με την εγρήγορση, καλλιεργεί τη σωφροσύνη∙ στους πολέμους δείχνει ηρωισμό, την περίοδο της ειρήνης διάγει σε ησυχία. Η νηστεία αναπέμπει προσευχή στον ουρανό και είναι σαν τα φτερά που την κάνουν να πετά στην άνω πορεία. Η νηστεία είναι μητέρα της υγείας, παιδαγωγός της νεότητος, στολισμός των γερόντων, συνταξιδιώτισσα αγαθή στους οδοιπόρους, ασφαλής σύντροφος στους συγκάτοικους».
Ο δε Συμεών ο Μεταφραστής λέει: ¨Μεγάλο αγαθό η νηστεία. Αυτή απαλείφει τα τραύματα του αμαρτωλού, μαλακώνει και καταπραΰνει τις πληγές των σαρκικών παθών∙ είναι ο αγαθός τόπος όπου βλαστάνει ο καρπός της ευφροσύνης∙ είναι ο θαρραλέος φίλος στον πόλεμο κατά των εχθρών».
Ο Χρυσόστομος συμβουλεύει ξανά για τη νηστεία λέγοντας: «Ας αγαπήσουμε τη νηστεία, γιατί είναι μητέρα της σωφροσύνης και πηγή κάθε φιλοσοφίας».
Από τον Χρυσόστομο (Λόγος β’ περί νηστείας): «Μη δυσανασχετείς αγαπητέ με τη νηστεία, τη μητέρα των αρετών, την πηγή της σωφροσύνης, τον φύλακα της ευσέβειας, τη σύντροφο των αγίων, τη συγκάτοικο των αγγέλων, τον εχθρό του Διαβόλου, τη φίλη του Αγίου Πνεύματος. Εξαιτίας της, μας αποφεύγουν οι ηδονές, υπαναχωρούν οι δαίμονες, ατονεί ο θυμός, νεκρώνεται η επιθυμία και οι αρετές ζουν και λάμπουν μέσα μας. Εξ αιτίας της ηρεμούν τα πάθη, καταστέλλεται η ταραχή των ηδονών, ο νους – εν μέσω των τρικυμιών του χειμώνα της πονηρίας – πλέει σε γαλήνη, και με την εγκράτεια της νηστείας, αφού καλώς διένυσε την πορεία, ελλιμένισε το πλοίο της αρετής στο σίγουρο λιμάνι. Διότι τι άλλο είναι η νηστεία παρά στεφάνι αγώνων και πρόξενος μισθού και οδός σωτηρίας; Γιατί η νηστεία μεταφέρει από τη δουλεία στην ελευθερία, από την αιχμαλωσία των παθών στην αιώνια πατρίδα∙ η νηστεία γιατρεύει τα τραύματα της ψυχής, ξανανιώνει την ταλαιπωρημένη από τις αμαρτίες ψυχή∙ τονώνει τα νεύρα της ψυχής, ανδρώνει το φρόνημα, εισάγει τον φόβο του Θεού, αποδιώκει τα πάθη, γαληνεύει τους λογισμούς. Στις ημέρες των νηστειών καταλαγιάζουν οι ηδονές και ανθίζουν οι αρετές∙ το δε κάλλος της σωφροσύνης αναδεικνύεται πεντακάθαρο και το σώμα ακολουθεί την ψυχή, αφού γίνεται κι αυτό πνευματικό, υπερβαίνοντας τη φύση. Να χαίρεσαι στη νηστεία και να μην είσαι κατηφής όπως οι υποκριτές που αλλοιώνουν τα πρόσωπά τους για να τους βλέπουν οι άνθρωποι, χάνοντας έτσι τον μισθό της νηστείας. Για το θέμα τούτο υπάρχει και ο θείος λόγος του Σωτήρα: «Στη νηστεία άλειψε το κεφάλι σου, νίψε το πρόσωπό σου, λάμψε με τις αρετές, για να φανεί μόνο σε μένα ότι νηστεύεις. Εγώ βλέπω τα κρυφά» (Μτ. στ’ 17-18). Η νηστεία διώχνει τους δαίμονες και καταλύει την τυραννία του Διαβόλου και μάλιστα όταν συνεργεί και η προσευχή. Η νηστεία και η προσευχή ανέβασε τον προφήτη Ηλία στους ουρανούς και αυτή έσωσε τους Νινευίτες από τον θάνατο. Η νηστεία διεφύλαξε τον Δανιήλ αβλαβή από τα λιοντάρια. Η νηστεία αξίωσε τον Μωυσή της αθέατης δόξας. Η νηστεία ανέδειξε τον Ελισσαίο άρχοντα των προφητών».
ΑΓΙΟΥ ΝΕΚΤΑΡΙΟΥ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ
Το Γνώθι σαυτόν
ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ
10-11-2024
Κυριακή Η´. Λουκά
Η ΑΓΑΠΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΟΡΙΑ
Η παραβολή του εύσπλαχνου Σαμαρείτη σώζεται μόνο στον ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος παραδίδει και υπογραμμίζει ιδιαίτερα τη φιλάνθρωπη στάση του Ιησού προς τους πτωχούς, τους πάσχοντες, τους περιφρονημένους, τις αμαρτωλές γυναίκες, προς όλους δηλαδή εκείνους για τους οποίους ένας αξιοπρεπής θρησκευόμενος Ιουδαίος της εποχής δεν θα έδειχνε καμία εκτίμηση και φυσικά θα απέφευγε τη συναναστροφή μαζί τους.
Η παραβολή αυτή προκαλείται από τη συζήτηση του Ιησού με κάποιον «νομικό», δηλαδή Ιουδαίο θεολόγο που γνώριζε το Μωσαϊκό Νόμο. Ο νομικός ερωτά τι πρέπει να κάνει για να κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Ο Ιησούς του αποσπά κατά τη συζήτηση την αναγνώριση των δύο βασικών εντολών του Νόμου: την αγάπη προς τον Θεό και την αγάπη προς τον πλησίον. Βέβαια ο νομικός δεν θα έθετε ένα τόσο απλό ερώτημα στο οποίο η απάντηση είναι γνωστή, γι’ αυτό, θέλοντας να δικαιώσει τον εαυτό του, συνεχίζει με το ερώτημα: και τις εστί μου πλησίον; Για να καταλάβουμε το θεολογικό πρόβλημα που υπαινίσσεται ο νομικός, πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας ότι υπήρχαν την εποχή εκείνη στην περιρρέουσα θεολογική ατμόσφαιρα διάφορες απόψεις για την έννοια του πλησίον, και συνεπώς για τα όρια της αγάπης που ζητούσε ο Νόμος∙ π.χ. οι Φαρισαίοι, η θρησκευτική παράταξη που τηρούσε με μεγάλη ακρίβεια το Νόμο, συνήθως τυπικά και εξωτερικά, δεν συμπεριλάμβαναν μέσα στην έννοια του πλησίον τον φτωχό και αγράμματο λαό, που τον θεωρούσαν ανάξιο της θείας και της ανθρώπινης αγάπης (γι’ αυτό και αγανακτούσαν όταν ο Ιησούς φερόταν με συμπάθεια προς αυτούς). Οι Εσσαίοι, μια ομάδα αναχωρητών που ζούσαν σε κοινόβιο κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, περιόριζαν την αγάπη στα μέλη της κοινότητάς τους και δεν θεωρούσαν άξιους αγάπης αυτούς που, όντας έξω από την ιερή κοινότητά τους, ήταν υιοί του σκότους και της απωλείας. Τέλος, μια λαϊκή άποψη που ήταν ευρέως διαδεδομένη θεωρούσε ως μη πλησίον καθέναν που δεν ήταν Ιουδαίος.
Έτσι ο νομικός νόμισε ότι θα φέρει σε δύσκολη θέση τον Ιησού (εκπειράζων αυτόν) με το ερώτημά του. ο Ιησούς όμως, με την παραβολή που του λέει, μεταφέρει το θέμα από την θεωρητική συζήτηση στην πράξη. Και μετά την παραβολή αντιστρέφει ριζικά την ερώτηση του νομικού. Ο συνομιλητής του με το ερώτημά του αναφέρθηκε στο αντικείμενο και τα όρια της αγάπης («ποιος είναι ο πλησίον μου;»), ενώ ο Ιησούς θέτει ερώτημα ως προς το υποκείμενο της αγάπης («ποιος ενήργησε ως πλησίον;»). αναγνωρίζοντας ο νομικός ότι ως πλησίον φέρθηκε ο ποιήσας το έλεος, δέχεται κατ’ ανάγκη την άποψη του Ιησού ότι δεν υπάρχουν όρια στην έννοια του πλησίον ούτε περιορισμοί στην έκταση της εντολής της αγάπης. Με το πορεύου και συ ποίει ομοίως του τελευταίου στίχου της περικοπής, πέρα από τη μετάβαση από τη θεωρία στην πράξη, δίνεται και μια αποστομωτική απάντηση στον νομικό.
Η παραβολή του εύσπλαχνου Σαμαρείτη έρχεται να μας θυμίσει μερικές οδυνηρές αλήθειες και να μας δώσει μια εικόνα της πραγματικής αγάπης. Αντίθετα απ’ ότι θα περίμενε κανείς , ένας ιερέας και ένας λευίτης, περνώντας από το δρόμο που οδηγεί από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ, αντιπαρέρχονται τον πληγωμένο και σχεδόν μισοπεθαμένο οδοιπόρο, που έπεσε σε ληστές. Για ποιον τάχα λόγο δεν σταματούν; Μήπως φοβούνται ότι θα υποστούν και αυτοί την ίδια τύχη αν καθυστερήσουν το ταξίδι τους; είναι παρατηρημένο ότι ο φόβος της ενδεχόμενης προσωπικής ζημίας και η ανάγκη αυτοπροσωπίας συντελούν ενστικτωδώς στην παράλειψη του έργου της αγάπης. Μήπως βιάζονται να μεταβούν έγκαιρα στην υπηρεσία τους, σε κάποιο ιερατικό καθήκον, σε κάποια αποστολή; Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές ευσεβείς και δικαιολογημένες κατά πάντα προφάσεις στέκονται εμπόδιο στο να συμπαρασταθούμε σε κάποιον που βρίσκεται σε άμεση ανάγκη. Μήπως τον μισοπεθαμένο άτυχο οδοιπόρο τον θεώρησαν νεκρό και θέλησαν να αποφύγουν την επαφή με τον νεκρό, τηρώντας τη σχετική διάταξη του Μωσαϊκού Νόμου; Ο τύπος πολύ συχνά κυριαρχεί πάνω στην ουσία και συμπνίγει τις αυθόρμητες εκδηλώσεις. Μήπως απλώς και χωρίς ιδιαίτερο λόγο αδιαφορούν; Η εποχή μας έχει να δώσει πολλά απάνθρωπα παραδείγματα τέτοιας θανατηφόρου αδιαφορίας.
Η παραβολή δεν μας δίνει καμία εξήγηση για τη στάση των δύο ιερωμένων. Θέλει να τονίσει περισσότερο τη στάση του τρίτου προσώπου της διήγησης, του Σαμαρείτη, ενός ανθρώπου που για τον Ιουδαίο σημαίνει ακάθαρτος, αιρετικός, απόβλητος. Γι’ αυτό και ου συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις (Ιω 4,9). Μη νομίσουμε ότι ο Χριστός θέλει να δείξει τη διαφορά ανάμεσα στους άσπλαχνους ιερωμένους της εποχής και τον συμπονετικό λαϊκό. Άλλος είναι ο στόχος του. Θέλει να δείξει ότι οι Ιουδαίοι, που καθημερινά στην προσευχή τους επαναλάμβαναν τις δύο θεμελιώδεις εντολές της Π. Διαθήκης: αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν , στην πράξη δεν είχαν καμία διάθεση να τις εφαρμόσουν, ενώ ο αλλογενής έδωσε ένα δείγμα αληθινής θρησκευτικότητας, με κέντρο την πράξη της αγάπης. Αξίζει τον κόπο να δούμε μερικές χαρακτηριστικές πλευρές αυτής της αγάπης.
Η αγάπη είναι μια προσωπική συνάντηση με τον πάσχοντα, τον πτωχό, τον δυστυχισμένο. Η προσωπική αυτή συνάντηση σημαίνει ίσως απώλεια πολύτιμου χρόνου, χασομέρι από τις ιδιωτικές υποθέσεις, αναβολή κάποιου ταξιδιού μας, παραίτηση από πράγματα που δικαιωματικά μας ανήκουν. Ο εύσπλαχνος Σαμαρείτης της παραβολής παραιτείται του μεταφορικού μέσου του για να ανεβάσει σε αυτό τον πληγωμένο, προσφέρει τα πιο χρήσιμα εφόδιά του, λάδι και κρασί, πληρώνει τον πανδοχέα και υπόσχεται κατά την επάνοδό του να συνεχίσει την εκδήλωση του ενδιαφέροντός του.
Η αγάπη δεν προέρχεται από έναν οίκτο της στιγμής, από μια συμπάθεια για τον δυστυχισμένο (με κρυφή φοβία μήπως βρεθούμε κι εμείς κάποτε στη θέση του ή με υποσυνείδητη ικανοποίηση που δεν είμαστε εμείς τώρα στην ίδια κατάσταση), αλλά είναι ανιδιοτελής και ολοκληρωτική προσφορά, κατά το πρότυπο του Χριστού, που πάνω στο Σταυρό έδειξε τι είναι η ολοκληρωτική αγάπη. Εμείς αγαπούμε διότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς (1 Ιω 4,19), κατά τη φράση του μαθητή της αγάπης.
Αλλά και ένα ακόμη χαρακτηριστικό της αγάπης βγαίνει από τη στάση του Σαμαρείτη. Η αγάπη δεν γνωρίζει όρια και περιορισμούς. Ίσως σε αυτό κυρίως αποβλέπει ο Χριστός λέγοντας την παραβολή, που προκλήθηκε από το ερώτημα ενός Ιουδαίου νομοδιδασκάλου: «Ποιος είναι ο πλησίον μου;». εκείνος ερωτά, όπως προηγουμένως σημειώσαμε, μέσα στο χάος των διαφόρων αντιλήψεων της εποχής περί της εννοίας και των ορίων του πλησίον, ποιο είναι το αντικείμενο της αγάπης και μέχρι που πρέπει αυτή να εκτείνεται. Κι ο Χριστός, λέγοντας αυτή την παραβολή, αντιστρέφει τα πράγματα, δείχνοντας ποιο είναι το υποκείμενο της αγάπης. Εάν ο κάθε άνθρωπος είναι υποκείμενο της αγάπης, τα όρια του πλησίον είναι απεριόριστα∙ δεν υπάρχουν φραγμοί κοινωνικοί, θρησκευτικοί, φυλετικοί κ.λπ. Όποιος αγαπά μόνο τους φίλους του, τους ομόθρησκούς του, τους δικούς του, φέρεται ανθρώπινα∙ όποιος δεν γνωρίζει αυτούς τους φραγμούς, φέρεται θεϊκά, κατά το πρότυπο του Θεού της αγάπης.
Ανατρέχοντας κανείς στην ιστορία της ερμηνείας αυτής της παραβολής, διαπιστώνει τις συνέπειες που υπέστη η παραβολή από τους οπαδούς της αλληγορικής ερμηνείας. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα παραθέτουμε την ακόλουθη ερμηνεία, που απαντά σε αρχαίους ερμηνευτές της Εκκλησίας, με κάποιες διαφοροποιήσεις από τον ένα στον άλλο: Ο εμπεσών στους ληστές οδοιπόρος είναι ο Αδάμ∙ Ιερουσαλήμ, ο ουρανός∙ Ιεριχώ, ο κόσμος∙ ληστές, οι αντίθεες σατανικές δυνάμεις∙ ιερέας, ο Νόμος, ο οποίος προσπερνά αφήνοντας αβοήθητο τον καταπληγωμένο εξαιτίας της αμαρτίας άνθρωπο∙ λευίτης, ο προφήτης∙ καλός Σαμαρείτης, ο Χριστός∙ το κτήνος πάνω στο οποίο ανεβαίνει ο πληγωμένος είναι το σώμα του Χριστού∙ πανδοχείο είναι η Εκκλησία∙ με τα δύο δηνάρια δηλώνεται ο Πατέρας και ο Υιός, ή οι δύο Διαθήκες, ή οι δύο εντολές της αγάπης, ή οι δύο ερμηνείες της Γραφής, η ιστορική και η αναγωγική∙ με το λάδι και το κρασί δηλώνονται τα μυστήρια της Εκκλησίας∙ η υπόσχεση, τέλος, του Σαμαρείτη για τον γυρισμό του αποτελεί υπαινιγμό για τη δεύτερη έλευση του Χριστού. Ορισμένοι από αυτούς που ακολουθούν την αλληγορική μέθοδο ερμηνείας φθάνουν μέχρι το σημείο να αναγνωρίζουν στον πανδοχέα τον Απόστολο Παύλο.
Όσο και αν ο αλληγορικός αυτός συμβολισμός προσφέρεται για μια παραστατική έκθεση της ιστορίας της πτώσης και της εν Χριστώ σωτηρίας της ανθρωπότητας, της ιστορίας δηλαδή της θείας οικονομίας, εντούτοις ενέχει τον κίνδυνο να μας αποσπάσει από το κεντρικό νόημα της παραβολής. Η διαφορετική ερμηνεία αυτών των λεπτομερειών δημιουργεί σύγχυση. Στην Καινή Διαθήκη δεν έχουμε αλληγορίες αλλά παραβολές, με κύριο νόημα το οποίο υπάρχει σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης, οι δε λεπτομέρειες πλαισιώνουν απλώς την παραβολή και δεν πρέπει να εκληφθούν ως μια υπερφυσική πραγματικότητα η οποία είναι κρυμμένη πίσω από αυτά που λέγονται. Εκείνο που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι η αναζήτηση του κεντρικού νοήματος της παραβολής και η κατανόηση του σκοπού για τον οποίο έχει λεχθεί. Όπως έχουμε ήδη πει, πρέπει να γίνει σαφές ότι μέσα από αυτή την παραβολή ο Ιησούς θέλει να διδάξει ότι κάθε άνθρωπος, ανεξαρτήτως έθνους, φυλής και θρησκείας, είναι ο πλησίον μας.
27-10-2024
28η Οκτωβρίου 2024
ΤΟ ΥΨΩΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
Είχαμε να κοιμηθούμε επτά ημερόνυχτα. Καταντήσαμε φριχτά σκέλεθρα. Το βλέπαμε και το νοιώθαμε με όλο το είναι μας. ωστόσο με τα σπασμένα πλευρά ήμαστε πάλι αποφασισμένοι να διαψεύσουμε τις ελπίδες των Ιταλών – που μας χτυπούσαν ακατάπαυστα με τους όλμους τους – και να τους νικήσουμε για μια ακόμη φορά. Και η επικείμενη εκείνη μάχη θέλαμε να δείξει πως ο Έλληνας πολεμιστής δε λυγίζει…
Θάταν η ώρα 6. Από το βάθος της κοιλάδας του Αώου ακουγόταν υπόκωφα οι ρυθμιστικές εκπυρσοκροτήσεις των ιταλικών όλμων και των κανονιών. Το πανηγύρι άρχιζε. Καμιά δεκαριά βλήματα έσκασαν στο ύψωμά μας.
Ασυνήθιστη άρχισε ύστερα η πυκνότητα του εχθρικού πυρός. Και οι πρώτες θλιβερές συνήθειες ήρθαν. Μες στο πανδαιμόνιο ακούστηκαν κραυγές πόνου. Μας χτύπησαν.
Οι πρώτοι τραυματίες άρχισαν να σέρνονται γεμάτοι αίματα. Σε λίγο ένα βλήμα σκότωσε το λοχία μας, που έλεγε πως θα μπει πρώτος στον Αυλώνα. Η ατμόσφαιρα γύρω μας γέμισε καπνό, σίδερο, αίμα και ψυχές, που φτερούγιζαν για το άγνωστο. Ποιος θα απόμνησκε ζωντανός; Συλλογιζόμαστε…
«Απάνω τους, παιδιά, κι όποιος ζήσει».
Κι εμένα με πρόσταξαν οι νεκροί, Ιδέα. Πέρασα ένα σακίδιο με χειροβομβίδες στον αριστερό μου ώμο, πήρα στο δεξί χέρι το πιστόλι. Και δώστου προς τα πολυβόλα.
Οι Ιταλοί συνέχιζαν να μας καταιγίζουν. Μπροστά, πίσω, δεξιά, αριστερά, έπεφταν τα θανατηφόρα βλήματά τους. Μεγάλη νίκη, αν φτάναμε μερικοί, οι μισοί, στα πολυβόλα τους.
Οι Ιταλοί συνέχιζαν να μας αποδεκατίζουν. Κάθε νεκρός και ένα κομμάτι της καρδιάς μας. Κι όλες οι καρδιές μας μια καρδιά σφυρηλατημένη στο αμόνι της κοινής θυσίας.
Πετάω χειροβομβίδες αράδα, γρήγορα, μανιασμένα. Μια με τα δόντια κι έξω ο κρίκος. Οι Ιταλοί φοβήθηκαν τον κρότο. Έριχνα, έριχνα και νόμιζα πως είμαι πυροβολητής, ολμιστής και ό,τι θες.
Με μια ματιά κατάλαβα πως έχουμε μείνει λιγοστοί. Εκείνη τη στιγμή ένας Ιταλός ανθυπολοχαγός κατόρθωσε, σκοτώνοντας έναν πολυβολητή μας, να κυριεύσει το πολυβολείο. Κι άρχισε να μας ρίχνει. Αλλά σε λίγο ένας συμπολεμιστής μου τον ξαπλώνει ακίνητο.
Την ίδια στιγμή ένα μπουλούκι Ιταλοί, βλέποντας νεκρό τον υπολοχαγό τους, κατρακυλούν προς τη χαράδρα. Τους ρίχνουμε χειροβομβίδες. Και φεύγουν σαν λαγοί, ολόκληρο τάγμα.
Η ώρα είναι τώρα 10. Τέσσερις ώρες αρκετές, για ν’ απομείνουμε από τους 92 άνδρες του λόχου οι 16 μονάχα ζωντανοί κι ακουτσούρευτοι. Δεκαπέντε μας άφησαν για πάντα. Οι άλλοι τραυματίες βαριά κι ελαφριά. Σε λίγο ριχτήκαμε στην ταφή των νεκρών μας.
Έ π ρ ε π ε ν α μ ε ι ν ο υ μ ε κ ε ί !
Έπρεπε; Από τα βάθη των αιώνων της ιστορίας μας ακούγεται αυτό το « έ π ρ ε π ε». γιατί αυτή είναι η μοίρα του Έλληνα πολεμιστή: Να πέφτει και να φωτίζει. Να θυσιάζεται. Μέχρις ότου ο πόλεμος πάψει να είναι το μέσο, με το οποίο οι επιδρομείς θα χτυπούν τους υπερήφανους.
Το ύψωμα 1143, το φοβερό ύψωμα της Κλεισούρας, το Ύψωμα των Σταυρών υψώνει αιχμηρή τη διαμαρτυρία του προς την αιωνιότητα. Και οι 200 ξύλινοι σταυροί του – γιατί τόσοι ήταν τελικά οι νεκροί μας – θα δείχνουν το Γολγοθά των Ελλήνων, που αγάπησαν τη Λευτεριά.
Π. Συνάδος
ΚΑΘΕ ΓΕΝΙΑ ΓΡΑΦΕΙ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ
Στο παρατηρητήριο ο μητροπολίτης Ιωαννίνων, κουκουλωμένος ως το σαγόνι μ’ ένα μάλλινο κασκόλ, πηγαινοερχόταν, βήχοντας και σφίγγοντας πάνω του το εικόνισμα της Παναγίας.
Στ’ αντίκρισμα του μεράρχου σήκωσε το εικόνισμα και τον ευλόγησε, καθώς έσκυψε εκείνος να το φιλήσει.
- Μέραρχε, ήρθα με τριανταοχτώ πυρετό, αλλά μου δίνει δύναμη η χάρη Της…, είπε.
- Σε καμαρώνω γεροαντάρτη μου∙ δε λες πως βράζει ακόμη το αίμα σου!
- Θα καβαλήσουμε κι άλογα, για να φτάσουμε στο χάνι Μπούρδα… Κάθε γενιά, δέσποτα, γράφει την ιστορία της…
Οι αξιωματικοί αποκαλύφτηκαν κάνοντας το σταυρό τους.
Ο μητροπολίτης στάθηκε σηκώνοντας το εικόνισμα, ενώ ψαλμούδιζε: «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…», έγραφε το σημείο του σταυρού κοιτάζοντας κατά τη χιονισμένη Νεμέρτζικα. Το αετίσιο βλέμμα του στυλώθηκε πάνω στο μέραρχο:
- Στρατηγέ να ξέρεις, γιέ μου, πως κι εσύ γράφεις ιστορία τώρα. Είσαι ο παράκλητος του Έθνους μας…, είπε με τρεμουλιαστή φωνή ανακινώντας το εικόνισμα.
Έτσι στητός ο δεσπότης μες στις νιφάδες του χιονιού, που σκορπούσαν σαν φτέρωμα γύρω από το ράσο του, έμοιαζε να’ χε ξεφύγει από βυζαντινή τοιχογραφία.
Με μια νευρική χειρονομία ο μέραρχος τον κίνησε, γιατί το κανονίδι δυνάμωνε στα βορεινά.
Τ. Αθανασιάδης
ΤΙ ΚΑΡΔΙΑ !
Ήταν οι πρώτες μέρες του 1941 στην Τρίπολη…
Από το πρωί είχε διαδοθεί ότι με το τρένο θα έρχονταν κατά εκατοντάδες οι πρώτοι Ιταλοί αιχμάλωτοι του πολέμου και η συγκίνηση του πλήθους ήταν μεγάλη. Οι άντρες έκλειναν τα μαγαζιά τους, οι γυναίκες άφηναν το σπιτικό, έπαιρναν τα παιδιά και μαζεύονταν στο σταθμό του σιδηροδρόμου, για να ιδούν το θέαμα: τα περίφημα στρατεύματα του Μουσσολίνι, που δοκίμασαν να καταλάβουν τη μικρή φτωχή Ελλάδα.
Όσο περνούσε η ώρα, τόσο μαζί με την αδημονία κορυφωνόταν και η οργή του λαού της Τριπολιτσάς εναντίον εκείνων, που «μπαμπέσικα» επιτίθενται, τραυματίζουν και σκοτώνουν τα παιδιά του.
Έπειτα από λίγο το τρένο μπήκε στο σταθμό κι άρχισαν να κατεβαίνουν οι αιχμάλωτοι φρουρούμενοι από Έλληνες στρατιώτες.
Όταν το πλήθος είδε αυτά τα ράκη – ανθρώπους νέους που φαίνονταν γερασμένοι, κουρελιασμένους, αξύριστους, με μισά παπούτσια, σκυφτούς – που έτρεμαν από το φόβο μήπως τους κακομεταχειριστούν, σώπασε διαμιάς. Μια απόλυτη, θρησκευτική σιωπή απλώθηκε και κανείς δε σκέφτηκε να φωνάξει ή να αποδοκιμάσει. Τα συνθήματα είχαν λησμονηθεί και το «Κορόιδο Μουσσολίνι» έπαψε ν΄ ακούγεται.
Όλοι έβλεπαν μπροστά τους όχι εχθρούς, αλλά δύστυχους ανθρώπους…
Τότε είναι που έγινε το παράδοξο και το αναπάντεχο. Οι διαθέσεις του πλήθους άλλαξαν εντελώς. Έγιναν οίκτος, συμπόνοια, στοργή, όλοι άρχισαν να τους καλωσορίζουν με χαμόγελα… Μερικοί προχώρησαν περισσότερο. Έτρεξαν στα σπίτια τους και πήραν τα βρισκούμενα ή αγόρασαν από το δρόμο ό,τι φαγώσιμο μπορούσαν να βρουν και γύρισαν γρήγορα να προσφέρουν τα μικροδώρα τους…
- Νέα παιδιά είναι κι αυτά τα έρημα, άκουσα δίπλα μου να λέει αναστενάζοντας μια γυναικούλα. Κάποια μάνα και κάποια γυναίκα στο σπίτι τους θα κλαίει και θα περιμένει…
«Τι καρδιά, έλεγα μέσα μου, απλή και αδιάφθορη έχει ένας λαός, βασανισμένος, αλλά περήφανος, σαν το δικό μας!»
Αυτή είναι η ομορφιά και το μεγαλείο του.
Ε.Π. Παπανούτσος
20-10-2024
Στ΄ Κυριακή Λουκά
Ο Χριστός παρουσιάζεται στη διήγησή μας ως ελευθερωτής των ανθρώπων από τις δαιμονικές δυνάμεις. Σε αυτή την προσφορά ελευθερίας παρατηρούμε δύο τρόπους ανταπόκρισης των ανθρώπων: ο πρώτος εκπροσωπείται από τον δαιμονισμένο που θεραπεύτηκε, ο άλλος από τους κατοίκους της περιοχής στην οποία έγινε το θαύμα. Ο πρώτος, μετά την συνάντησή του με τον ελευθερωτή και σωτήρα Χριστό, μεταβάλλεται ριζικά: από γυμνός, γίνεται ιματισμένος και σωφρονών. Από ακοινώνητος που ζούσε στα μνήματα και στις ερημιές, βρίσκεται τώρα σε επικοινωνία με τους συνανθρώπους του, τους οποίους σπεύδει να συναντήσει για να τους διηγηθεί τη θαυματουργική θεραπεία του. αντί της επιθετικότητας και της καταστροφικής μανίας που είχε, (βλ. και Μκ 5,3-5 Μτ 8,28 κ.ε.), γίνεται τώρα η πηγή σωτηρίας των άλλων. Αντί της προηγούμενης διασπασμένης προσωπικότητάς του, που φαίνεται από την ονομασία «λεγεών», αποκτά τώρα ένα ενιαίο κέντρο, το οποίο γνωρίζει πολύ καλά τι θέλει: να μείνει κοντά στον Ιησού.
Ενώ όμως ο πρώην δαιμονισμένος επιθυμεί τη μόνιμη συντροφιά του Ιησού, οι κάτοικοι της περιοχής ζητούν την απομάκρυνση του ευεργέτη, γιατί τους κυρίεψε ο φόβος. Είδαν τη δύναμη του Ιησού και τρομοκρατήθηκαν, σκέφτηκαν αμέσως ότι η παρουσία ενός ισχυρού θαυματοποιού ανάμεσά τους, μπορεί να συνεπάγεται ίσως ορισμένες υλικές ζημιές, όπως ήταν π.χ. η καταστροφή της αγέλης των χοίρων. Ο «φόβος» τους, για τον οποίο ομιλεί ο ευαγγελιστής, δεν είναι το δέος και η συντριβή μπροστά στη δύναμη του θείου, η αρχή της αναγνώρισής του και της προσκύνησης, αλλά ο τρόμος μήπως η παρουσία του Ιησού τους οδηγήσει στη στέρηση των υλικών αγαθών, τα οποία δεν θέλουν να χάσουν. Τυφλοί ως προς το πνευματικό τους συμφέρον, βλέπουν μπροστά τους μόνο το υλικό συμφέρον. Απορρίπτουν την ελευθερία που χαρίζει ο Χριστός, που είναι ελευθερία για μια καλύτερη ποιότητα ζωής, και προτιμούν να γίνουν δούλοι των αποκτημάτων τους. Αρνούνται το πραγματικό είναι για να εγκλωβιστούν στο προσωρινό έχειν.
Πολλές φορές οι άνθρωποι δεν βλέπουν καθαρά, δεν διακρίνουν το σωστό, χάνουν τα μεγάλα για να κερδίσουν τα μικρά, διώχνουν τον Σωτήρα για να ζήσουν πιο άνετα. Οι κάτοικοι της περιοχής των Γαδαρηνών είναι οι τύποι των ανθρώπων που ασυλλόγιστα διώχνουν το σπόρο του θείου λόγου και αποδεικνύονται άγονο και πετρώδες έδαφος, για να θυμηθούμε την εικόνα της παραβολής του σπορέα. Βλέπουν επιφανειακά, κοινωνικά, συμβατικά, εγωκεντρικά. Εάν το χριστιανικό κήρυγμα δεν εξυπηρετεί τα σχέδιά τους, το παραμερίζουν. Εάν στέκεται εμπόδιο στις επιδιώξεις τους, το πολεμούν. Εάν ο Χριστός τους ενοχλεί, τον διώχνουν.
Κι όμως, εδώ βρίσκεται η τραγική ειρωνεία: παραμένουν κλεισμένοι στα δεσμά από τα οποία θέλει να τους λυτρώσει ο Χριστός. Δεν βλέπουν τα θαύματα της θείας αγάπης, με τα οποία είναι γεμάτος ο κόσμος. Σκέπτονται ψυχρά, εγκεφαλικά, εγκοσμιοκρατικά. Εκείνο που μεταβάλλει ριζικά τον άνθρωπο δεν είναι η ψυχρή λογική και το στενό και υλικό νοούμενο συμφέρον, αλλά η συνάντηση με τον Χριστό μέσα στον χώρο του βιώματος, ο διάλογος με αυτόν, η αναγνώρισή του ως ελευθερωτή.
Στην περιγραφή του δαιμονισμένου της διήγησής μας έχουμε μια εικόνα του ανθρώπου που είναι αιχμάλωτος των δαιμονικών δυνάμεων της κακίας, του μίσους, της καταστροφής. Στην περιγραφή του ίδιου ανθρώπου αλλά θεραπευμένου βλέπουμε την τεράστια υπαρξιακή αλλαγή που συντελείται από τη συνάντηση με τον Χριστό, τον σωτήρα και ελευθερωτή.
Η επιθυμία να μείνει κανείς κοντά στον Χριστό, όπως ο θεραπευμένος της περικοπής, επειδή ένιωσε την ελευθερία που προσφέρεται από αυτόν ως δώρο, ή η αποδίωξη του Χριστού χάριν κάποιου άλλου συμφέροντος, κατά το πρότυπο των Γαδαρηνών, είναι οι δύο δυνατές τοποθετήσεις των ανθρώπων έναντι της θείας δωρεάς της ελευθερίας. Η πρώτη μπορεί να σημάνει τη σωτηρία του, η δεύτερη την καταστροφή του.
12-10-2024
Κυριακή Δ΄. Λουκά. Η παραβολή του Σπορέως
Πολλές φορές αναρωτιούνται οι άνθρωποι και απορούν για τη φαινομενική
αποτυχία του χριστιανισμού μέσα στον κόσμο, που παρατηρείται αλλού σε μικρή
και αλλού σε μεγαλύτερη έκταση. Δεν θα έπρεπε, ύστερα από το λυτρωτικό έργο
του Χριστού μέσα σε έναν αφιλόξενο κόσμο και εν συνεχεία των μαθητών του μέσα
στην οικουμένη, και κυρίως ύστερα από προσπάθειες και πειραματισμούς τόσων
αιώνων, να βλέπαμε σήμερα μια μεγαλύτερη επίδραση του χριστιανισμού μέσα
στην ανθρωπότητα και μια πιο ενθαρρυντική εφαρμογή του; την απάντηση στο
ερώτημα αυτό μας δίνει η παραβολή, στην οποία γίνεται λόγος για ένα σποριά που
το έργο του δεν απέδωσε παντού τον ίδιο καρπό.
Το έργο βέβαια του σπορέα δεν υπήρξε ελαττωματικό. Ούτε ο σπόρος ήταν
χαλασμένος. Σκορπίστηκε παντού πλουσιοπάροχα, με την αφθονία που διακρίνει
τον Θεό, τον χορηγό κάθε αγαθού. Κι ακόμη σκορπίστηκε χωρίς διακρίσεις ή
προτιμήσεις. Ωστόσο το αποτέλεσμα δεν ήταν ανάλογο προς τη γενναιοδωρία της
σποράς. Ενώ ο σπόρος δόθηκε πλούσια και χωρίς διακρίσεις, δεν έγινε παντού
δεκτός με τον ίδιο τρόπο, την ίδια προθυμία, την ίδια ανταπόκριση. Έτσι, το
αποτέλεσμα δεν ήταν παντού το ίδιο αλλά ανάλογο με την δεκτικότητα και
αποδοτικότητα της γης που τον δέχτηκε.
Κι ακόμη πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής: πρώτα - πρώτα οι τρεις
περιπτώσεις αποτυχίας της σποράς δεν σημαίνουν τοπική αναλογία σε σχέση προς
την όλη επιφάνεια της γης, σε τρόπο ώστε να πει κανείς ότι κατά τα τρία τέταρτα το
έργο της σποράς απέτυχε, και καρποφόρησε μόνο το ένα τέταρτο. Απλώς
περιγράφονται ορισμένοι λόγοι αποτυχίας που πρέπει να βάλλουν σε σκέψεις τον
ακροατή ως προς την τοποθέτηση του εαυτού του. Και έπειτα κάνει εντύπωση η
τεράστια και θαυμαστή επιτυχία της τέταρτης περίπτωσης: η καλή γη αποδίδει
καρπό εκατονταπλασίονα, δηλαδή εκατό φορές περισσότερο απ’ ότι θα περίμενε
κανείς σε μια κανονική καρποφορία. Συχνά είμαστε έτοιμοι να τονίσουμε την
αποτυχία του χριστιανισμού σε ορισμένες περιπτώσεις, ξεχνώντας τους λόγους που
την προκάλεσαν και κυρίως ξεχνώντας ότι σε άλλες περιπτώσεις η επιτυχία του
υπήρξε αξιοθαύμαστη και πάνω από κάθε μέτρο και κάθε προσδοκία.
Στο απαισιόδοξο, πλην όμως πραγματικό, ερώτημα που θέσαμε
προηγουμένως, η παραβολή μας δίνει την εξής απάντηση: εάν ο σπόρος του
χριστιανισμού δεν βλάστησε παντού, ας μην αναζητούμε την αιτία ούτε στις
διαθέσεις του σπορέα ούτε στην ποιότητα του σπόρου, αλλά ας στραφούμε αλλού,
στο είδος του αγρού που δέχτηκε το σπόρο, στον τρόπο με τον οποίο
ανταποκρίθηκαν οι άνθρωποι στο ευαγγέλιο του Χριστού, στην ποιότητα της γης
που αντιπροσωπεύει ο καθένας μας.
Οι τρεις κατηγορίες αγόνου εδάφους που περιγράφονται στην παραβολή
είναι δυνατόν να βρεθούν σε πολλές εκφάνσεις της ζωής του καθενός μας. Άλλοτε
από αμέλεια, άλλοτε από επιπόλαιη και χωρίς βαθιές ρίζες αντιμετώπιση
ουσιαστικών πραγμάτων που σχετίζονται με την ίδια τη ζωή μας, άλλοτε από
αδυναμία να αντισταθούμε στην ευχαρίστηση της στιγμής, εμποδίζουμε την
καρποφορία του θείου λόγου μέσα μας.
Συνοψίζοντας τα νοήματα της παραβολής, μπορούμε να πούμε τα εξής:
1. Η παραβολή αυτή αποτελεί ένα αφυπνιστικό προσκλητήριο προς
αυτοέλεγχο, αυτοκριτική και αυτογνωσία. Ενώ εμείς από την μία μεριά
είμαστε έτοιμοι να διαπιστώσουμε ότι ο χριστιανισμός φαίνεται να απέτυχε
σε πολλούς ανθρώπους, να επιρρίψουμε την ευθύνη σε αυτούς που κακώς
τον εκπροσωπούν, να κατακρίνουμε θεσμούς και πρόσωπα, η παραβολή,
από την άλλη μεριά, εφιστά την προσοχή μας στο έδαφος που εκπροσωπεί ο
καθένας μας για το σπόρο του θείου λόγου.
2. Πέρα από αυτή την αυτοεξέταση, μας μεταδίδει κι ένα μήνυμα αισιοδοξίας:
παρά την αποτυχία ορισμένων περιπτώσεων, ο λόγος του Θεού τελικά
καρποφορεί, και μάλιστα με τρόπο εκπληκτικό και θαυμαστό, αποδίδοντας
καρπό εκατό φορές περισσότερο από το κανονικό. Για το αν βρίσκεται ο
άνθρωπος όχι στην καρποφόρα γη αλλά στο πετρώδες και άγονο έδαφος δεν
μπορεί να κατηγορήσει κανέναν άλλο παρά μόνο τον εαυτό του.
Ένα προσκλητήριο για έντιμη αυτοκριτική αποτελεί αυτή η παραβολή και
παράλληλα ένα έναυσμα για καλλιέργεια του εδάφους της ζωής μας, ώστε
να καρποφορήσει εν υπομονή.
Από το Κυριακοδρόμιο του «Άρτου Ζωής»
06-10-2024
Κυριακή Γ΄Λουκά
Στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα ο Χριστός έρχεται αντιμέτωπος με ένα από τα αμέτρητα ανθρώπινα «πάθια» και τους «καϋμούς», και συναντά σε κάθε ανθρώπινη πολιτεία που επισκέπτεται κατά την επίγεια ζωή του τον πόνο, την απόγνωση, τη θλίψη, την αρρώστια. Οι ευαγγελιστές αφηγούνται πως ο Κύριος με ευσπλαγχία σκύβει επάνω στον κάθε πονεμένο, ανταποκρίνεται φιλάνθρωπα στις εκκλήσεις για βοήθεια, συντρέχει και θεραπεύει. Τόσο ο ευαγγελιστής Λουκάς όσο και οι υπόλοιποι ευαγγελιστές συνδέουν αυτή την ευεργετική δράση του Κυρίου όχι μόνο με τη γενικότερη φιλάνθρωπη στάση του αλλά κυρίως με τη θεϊκή μεσσιανική του ιδιότητα και την εγκαινίαση από αυτόν της βασιλείας του Θεού.
Μέσα σε αυτή τη γενικότερη συνάφεια θα πρέπει να εντάξουμε και το θαύμα που περιγράφει η σημερινή ευαγγελική περικοπή. Ο Ιησούς έρχεται κυριολεκτικά αντιμέτωπος με το πιο βασανιστικό πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης, το πρόβλημα του θανάτου. Στην πύλη της Ναΐν , μιας μικρής πόλης της Γαλιλαίας, ο Ιησούς και η συνοδεία του συναντούν μια νεκρική πομπή. Μία χήρα μάνα, συνοδευόμενη από αρκετούς συμπατριώτες της, οδηγεί τον νεκρό γιό της στην τελευταία του κατοικία. Μέσα σε μία μόνο πρόταση ο ευαγγελιστής Λουκάς κατορθώνει με λιτό και συνάμα ρεαλιστικό τρόπο να αποτυπώσει την τραγικότητα του γεγονότος. Μία χήρα γυναίκα, μόνη, στερημένη από τη μοναδική της παρηγοριά και προστασία, το μονάκριβό της γιο, θρηνεί τη διπλή απώλεια του παιδιού και προστάτη της. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να απαλύνει τον πόνο της, να την παρηγορήσει. Διαβάζοντας προσεκτικά την περικοπή, θα δούμε πως αυτή η γυναίκα κι όχι ο νεκρός γιός της είναι το κεντρικό πρόσωπο του δράματος. Ο αβάσταχτος πόνος της θα γίνει η αφορμή για τη θαυματουργική παρέμβαση του Ιησού στη συνέχεια.
Η πομπή με τον νεκρό στην κορυφή της, κινείται προς τον τόπο της ταφής έξω από την πόλη. Και τότε εκεί, στην είσοδο της πόλης, τους συναντά μια άλλη ομάδα ανθρώπων, που έχει επικεφαλής της τον Ιησού Χριστό. Η εικόνα έχει ένα βαθύ θεολογικό συμβολισμό, τον οποίο εντόπισαν οι ερμηνευτές Πατέρες της Εκκλησίας: ο θάνατος, του οποίου την τραγική παρουσία μέσα στον κόσμο των ανθρώπων υπογραμμίζει ο νεκρός νέος, συναντά τον Ιησού Χριστό, που είναι η ζωή. Κι όπως συμβαίνει με το φως, που νικά το σκοτάδι, όσο πυκνό κι αν είναι το δεύτερο, έτσι και στη διήγησή μας αυτή η συνάντηση της Ζωής και θανάτου δεν μπορούσε παρά να έχει ως μοναδικό νικητή τη Ζωή.
Καταλύτης για τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν είναι η τραγική μητέρα. Μολονότι ο Ιησούς μοιάζει να ενεργεί αυτόκλητος, ο ευαγγελιστής Λουκάς εξηγεί πως ο Ιησούς θα ενεργήσει όπως ενήργησε, επειδή «εσπλαχνίσθη επ’ αυτή», σπλαχνίστηκε δηλαδή τη μητέρα του νεκρού. Το ρήμα σπλαχνίζομαι, που χρησιμοποιεί εδώ ο ευαγγελιστής για να δηλώσει τα συναισθήματα του Ιησού απέναντι στην πονεμένη μάνα, δηλώνει τη βαθιά συγκίνηση και τον εσωτερικό συγκλονισμό. Χρησιμοποιείται στα Ευαγγέλια πάντα σε σχέση με το Χριστό, για να δηλώσει τα αισθήματά του απέναντι στους ανθρώπους, ή σε σχέση με πρόσωπα (σε κάποιες παραβολές) που μιμούνται την ευσπλαχνία του Θεού Πατέρα (ο καλός Σαμαρείτης, για παράδειγμα, σπλαχνίζεται τον τραυματία, ο πατέρας σπλαχνίζεται τον άσωτο γιό του). Ο Κύριος συγκλονίζεται λοιπόν από τον ανείπωτο πόνο αυτής της γυναίκας, ο οποίος φαίνεται να λειτουργεί ως η πιο γερή έκκληση για βοήθεια, και φιλάνθρωπα ανταποκρίνεται. Μη κλαίε, μην κλαις λέει παρηγορητικά στη μητέρα, κατευθύνεται στη σορό, σταματά τη νεκρική πομπή και με εξουσία δίνει την εντολή στον νεκρό: «νεανίσκε σοι λέγω εγέρθητι». Και ο μέχρι πριν λίγο νεκρός νέος ανασηκώνεται και αρχίζει να μιλά, απόδειξη πως έχει επιστρέψει στον κόσμο των ζωντανών. Η τελευταία πράξη αυτού του παραδόξου δράματος φέρνει και πάλι στο προσκήνιο τη μητέρα. Ο Ιησούς της παραδίδει τον αναστημένο γιό της κι αποκαθιστά με αυτόν τον τρόπο τη σχέση μεταξύ τους, που είχε διακοπεί εξαιτίας του θανάτου.
Ο ευαγγελιστής δεν μας αποκαλύπτει τίποτα για την αντίδρασή της, για την έκπληξη και τη χαρά της, για τις ευχαριστίες της προς τον Ιησού. Δεν είναι ο σκοπός του να αφηγηθεί απλώς μια θαυμαστή και συγκινητική ιστορία, αλλά να αποκαλύψει. Μέσα από αυτήν μία μεγάλη θεολογική αλήθεια, η οποία συνδέεται με το πρόσωπο του Χριστού και είναι ζωτικής σημασίας όχι μόνον για όσους έζησαν τα γεγονότα που περιγράφει, αλλά και για τον κάθε άνθρωπο, κάθε εποχής. Ο πυρήνας αυτής της αλήθειας μπορεί να αναζητηθεί στο δίπολο θάνατος-ανάσταση, γύρω από το οποίο αναπτύσσεται η ιστορία που διηγείται ο ευαγγελιστής Λουκάς. Ο θάνατος αναπόφευκτα και σκληρά εισβάλλει στον κόσμο των ανθρώπων, ο Ιησούς όμως, που είναι η Αυτοζωή, κατατροπώνει το θάνατο και με την ανάσταση χαρίζει και πάλι τη ζωή. Το πρόσωπο κλειδί, η πύλη που οδηγεί πέρα από το θάνατο στην αναστημένη ζωή, είναι ο ίδιος ο Ιησούς, η Ζωή και η Ανάστασις. Η έλευσή του στον κόσμο των ανθρώπων σήμανε την έναρξη της Βασιλείας του Θεού και την κατάλυση του κράτους του θανάτου και της δυστυχίας. Η αλήθεια αυτή συγκεκριμενοποιείται, όπως είδαμε, με πολύ παραστατικό τρόπο μέσα στο παράδειγμα της ανάστασης του γιου της χήρας της Ναΐν. Το περιστατικό στη Ναΐν αποτελεί μία προτύπωση, προφητεία δηλαδή και πρόγευση, της ανάστασης του ίδιου του Χριστού, η οποία θα σημάνει οριστικά το τέλος του θανάτου ως μοιραίας κατάληξης της ανθρώπινης ζωής.
Από το «Κυριακοδρόμιο», Άρτος Ζωής.
28-09-2024
Β΄. Κυριακή Λουκά 29-9-2024
Το αγαθοποιήσαι τους κακοποιούντας σε κτάσαι την ειρήνην.
Το να αγαθοποιώ όσους με κακοποιούν, με οδηγεί στην ειρήνη. Διότι όλοι οι άνθρωποι τελικώς μας βάζουν προσκόμματα. Με έναν λόγο, με ένα βλέμμα, με το περπάτημά τους, με την χαρά τους, με την λύπη τους, παρεμβαίνουν στην πορεία μας. Γι΄αυτό χρειάζεται φόβος και τρόμος, μη τυχόν και αντιδράσουμε στα προσκόμματα που μας βάζουν και διασαλευθεί η ειρήνη του νου και της καρδιάς μας, μήπως δηλαδή προκαλέσουμε τον αποχωρισμό από τον Θεό. Χρειάζεται φόβος και τρόμος, μη τυχόν και περιφρονήσω τον αδερφό μου, μη τυχόν νομίσω ότι αυτός είναι υπεύθυνος για τις συμφορές μου, διότι αυτό είναι ξεπεσμός μου από τον Θεό. Ο άγιος Ισαάκ τονίζει: ουδέποτε φταίει ο άλλος για κάποιο παράπτωμα, πάντοτε φταις εσύ. Δεν σου φταίει ο άλλος, επειδή εσύ κουράστηκες, αμάρτησες, δυσπίστησες, αλλοιώθηκες. Βλέπεις κάποιον να τρώει με τα χέρια του και αγανακτείς. Αυτό δείχνει σαφώς ότι δεν άρχισες ακόμη την πνευματική σου ζωή. Η άσκησή σου είναι στα προοίμια.
Για να μπορέσεις να ξεπεράσεις αυτούς τους σκοπέλους, να αγαθοποιείς όποιον σε κακοποιεί. Σκόρπα, όσο μπορείς, αγαθότητα. Είσαι στον κόσμο; Μπορείς να του βρεις δουλειά. Είσαι σε Κελλί; Μπορείς να του δώσεις ελεημοσύνη. Είσαι στο μοναστήρι ελεημοσύνη δεν μπορείς να κάνεις. Μπορείς όμως, εάν σε καταραστεί, να τον ευλογήσεις∙ εάν σε χτυπήσει από την δεξιά σιαγόνα, να του πεις, χτύπα με και από την άλλη. Δείξε την αγάπη σου, ανάλογα με το πώς σου ανοίγει δρόμο ο Θεός.
Εάν, από μικροψυχίας, αποκριθεί σοι ο αδελφός σου λόγον, βάσταξον αυτόν μετά χαράς, και, εάν εκζητήσεις τον λογισμόν σου εν κρίματι Θεού, ευρήσεις σεαυτόν αμαρτήσαντα.
Εάν εργάζεσαι με άλλους αδελφούς και κάποιος αδελφός σου από αδυναμία ή από μικροψυχία, όπως είναι φυσικό καμιά φορά να συμβαίνει, δεν σου μιλήσει καλά, εσύ μη στενοχωρηθείς. Βάσταξε τον πικρό και τον δριμύ λόγο μετά χαράς, διότι, εάν δεν προσέξεις, θα δημιουργηθεί μέσα σου λογισμός, ο οποίος θα είναι αμαρτία. Εάν μάλιστα τον κατηγορήσεις, επειδή σου φέρθηκε άσχημα, θα διπλασιάσεις την αμαρτία σου, ενώ αυτός ο καημένος μια μικροψυχία έδειξε.
Με το από μικροψυχίας ο αββάς Ησαïας προσπαθεί να εξηγήσει και να δικαιολογήσει γιατί δημιουργούνται οι κακές σχέσεις μεταξύ των χριστιανών και όλων των ανθρώπων. Όταν κάποιος μας φέρεται κακώς, εμείς αντιδρούμε απέναντί του σαν να μας υποτιμά και να μας ατιμάζει ή σαν να αποδίδει σε μας την ευθύνη, ενώ στην πραγματικότητα εκτίθεται αυτός, διότι δεν φέρεται καλά.
Σου λέγω να πας κάπου, και εσύ με βρίζεις. Σου λέγω, ευλόγησον, και εσύ με καταράσαι. Σου ζητώ να μου φέρεις κάτι, και εσύ με αποκαλείς τεμπέλη. Τότε αντιδρώ: Εμένα να πει τεμπέλη, που είμαι γέροντας! Δεν σεβάστηκε τα άσπρα μαλλιά μου! Όλα αυτά είναι δικαιολογίες, διότι ο άσχημος τρόπος του δεν έχει καμιά σχέση με αυτό που του είπες ή του ζήτησες. Απλώς αποδεικνύει την δική του κατωτερότητα, τις άσχημες κληρονομικές καταβολές του, την ψυχή του που είναι αδύνατη, το μυαλό του που δεν είναι σωστό, τα πάθη που κυκλοφορούν μέσα του και τον κάνουν να μην ξέρει τι λέει, εν τέλει το απαίδευτο του χαρακτήρος του. Αυτό σημαίνει από μικροψυχίας. Κάτι από όλα αυτά τον κάνει να μην μιλήσει καλά. Εσύ γιατί αντιδράς; Αντί να τον λυπηθείς, αντιδράς;
Το στόμα των ανθρώπων λαλεί πάντοτε από το περίσσευμα της καρδιάς. Και ο άνθρωπος που σου μίλησε έτσι αποκαλύπτει τον πόνο του, την πίκρα του. Όποιος δεν μιλάει ευγενικά, όποιος αντιμιλάει, όποιος διαμαρτύρεται, δεν είναι καλά. Πρέπει να τον καλύψουμε, να του δώσουμε να φάει και να ξεκουραστεί, και εσύ αντιδράς εναντίον του; μην αντιδράς, για μην κάνεις την αμαρτία σου διπλή.
Είδαμε τέσσερις λόγους και, όπως βλέπετε, ο αββάς Ησαïας μέχρι στιγμής βρίσκει τον Θεό μόνο στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους. Τι ρεαλισμός υπάρχει στους οσίους πατέρες!
22-09-2024
Α΄ Κυριακή Λουκά
Ο θάλαμος της ψυχής μου είναι πνιγηρός και Εσύ χτυπάς την πόρτα. Φοβερό Πνεύμα Άγιον. Ένα λεπτό μονάχα, να αερίσω τον θάλαμό μου από τα ακάθαρτα πνεύματα και θα σου ανοίξω. Γιατί, και να ανοίξω έτσι όπως είναι, δεν θα μπεις σε έναν τέτοιον χώρο γεμάτο δυσοσμία. Και θα απομακρυνθείς από την πόρτα μου για πάντα. Μόνον ένα λεπτό, Σε ικετεύω, μέγιστε επισκέπτη μου!
Αχ ντροπή μου και θλίψη μου, πόσο αργεί να έρθει αυτή η στιγμή! Λίγο, λίγο ακόμα και ολόκληρη η ζωή μου στη γη θα χωρέσει μέσα σ’ αυτήν τη στιγμή. Όμως, Εσύ υπομονετικά περιμένεις στην πόρτα και αφουγκράζεσαι την ανάσα μου…
Θρασείς είναι οι απρόσκλητοι επισκέπτες μέσα μου· θρασείς και αναρίθμητοι. Πηγαίνω να ανοίξω το παράθυρο· αυτοί μου τραβάνε τα χέρια πίσω. Πηγαίνω στην πόρτα να νοιώσω την ζωοποιόν Σου παρουσία, αυτοί μου βάζουν τρικλοποδιά. Με έχουν δέσει με τη συνήθεια της απαίσιας δυσωδίας τους και φοβάμαι τη φρεσκάδα· σε κάθε καινούργιο τρέμω. Αχ! Μόνον μην αργήσω να Σου ανοίξω την πόρτα!
Όμως, να! Ακόμη και αν το κόστος της δουλικής αυτής ζωής είναι ο θάνατος, εγώ διάπλατα θα ανοίξω τα παράθυρα όλα και, με το όνομα της Παναχράντου Κόρης και Του Υιού της, θα διώξω από μέσα μου όλους τους μοχθηρούς αφέντες και τυράννους της ψυχής μου. Αλλά Εσύ, μόλις μπεις, θα ζωοποιήσεις το πτώμα μου με την ζωοποιό πνοή Σου, με την νεανική δύναμή Σου, με τη δροσιά της αγάπης σου…
Πνεύμα ανδρικής δύναμης, πρωινής φρεσκάδας, εσπερινής ησυχίας… Εσένα που είσαι πιο ελαφρύ από το όνειρο κι απ’ τον άνεμο πιο γρήγορο, πιο δροσερό από την δροσιά κι από τη φωνή της μάννας πιο γλυκύ, πιο φωτεινό από την φλόγα και από κάθε θυσιαστήριο πιο ιερό, πιο ισχυρό από την οικουμένη κι από την ζωή πιο ζωηρό. Εσένα ικετεύω και προσκυνώ! Συντρόφευσέ με στο απόκρημνο μονοπάτι προς την αιώνια μακαριότητα της Τριαδικής Θεότητος….
Πνεύμα πύρινο, που ποτέ δεν χωρίζεις από την Αιώνια Παρθενικότητα, εισχώρησε στην ψυχή μου και καθάρισέ την, Φώτισέ την και αρωμάτισέ την με το ουράνιο θυμίαμα. Σκήνωσε μέσα της και κάνε την δική Σου παρθένον. Για να συλληφθεί μέσα της το τραγούδι της σοφίας του Θεού. Για ν’ ανοίξει μέσα της το Όμμα της αιωνιότητος…
Εσύ που νωρίς ορθρίζεις και ποτέ δεν κοιμάσαι, δίδαξέ με να αγρυπνώ νηφάλια και να καρτερώ υπομονετικά….
Από το βιβλίο του αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Προσευχές στην λίμνη
15-09-2024
Κυριακή μετά την ύψωση του τιμίου Σταυρού 2024
Η δύναμις του σταυρού μετατρέπει τα εμπόδια εις ευεργετήματα, τα αναδεικνύει θείας δωρεάς, εφόδια πνευματικά, αφορμάς δοξολογίας του Θεού. Παρά ταύτα εμείς δεν φοβούμεθα τίποτε περισσότερον, όσον τας θλίψεις και τας δυσχερείας. Αυτό όμως το καθημερινόν βίωμα των δυσχερειών και των πόνων, το οποίον μπροστά στα πόδια μας συνεχώς κατρακυλά, ο πάνσοφος Θεός και οικονόμος Πατήρ το κάμνει μεταγωγικόν εις τον ουρανόν. Μας δίδει την δυνατότητα όχι να υπεραρθώμεν των εμποδίων, αλλά να υπομένωμεν αυτά δια να μη χάσωμεν την βασιλείαν. Ο σταυρός λοιπόν δια μέσω των εμποδίων μας μεταβιβάζει το φρόνημα και τον νουν από της γης εις τον ουρανόν και ούτως αποκτώμεν θεϊκήν σκέψιν.
Πόσα βάρη δεν μας δημιουργούν καθ’ ημέραν, ακόμη και αυτό το επάγγελμα, το κοινωνικόν περιβάλλον, οι επιδιώξεις μας, οι αποτυχίες μας, οι ασθένειές μας οι ψυχικές και σωματικές! Πόσες φορές τις νύκτες οι ψυχές μας δεν ημπορούν να ησυχάσουν και τα μάτια μας να κλείσουν! Ο σαρκικός άνθρωπος ενώπιον των δυσκολιών αυτών κάμπτεται, κουράζεται, αγανακτεί. Ο φοβούμενος, επί παραδείγματι, την ασθένειαν και επιθυμών οπωσδήποτε να γίνει καλά, να αποφύγει τον πόνο, να απομακρύνει τον θάνατο, ή ο επιθυμών να ξεπεράσει το πρόβλημα του επαγγέλματός του, όταν όλα πηγαίνουν στραβά, ή να αλλοιωθεί το κοινωνικό του περιβάλλον, δια να μη γίνεται εμπόδιο στην χριστιανική του ζωή, περιπίπτει εις δίνην χείρονα της οδύνης, καθιστά μαύρην την ζωήν του, τρεμοσβύνει διαρκώς το χαμόγελόν του και μόνον ο θάνατος θα τον αναπαύσει. Όλα αυτά τα εμπόδια λαμβάνουν μίαν άλλην διάστασιν υπό το πρίσμα του σταυρού και ευθύς αμέσως τα γύρω μας, τα αντίθετα προς τον Θεόν, χρησιμοποιούνται ως σύμμαχα και φίλα, διότι παύω να ζητώ την αλλαγήν των και αλλάζω εγώ.
Μόχθος και ιδρώτας και αίμα μπορούμε να πούμε ότι είναι η ζωή του ανθρώπου, και εις τον οίκον του και εις την καρδίαν του και εις το περιβάλλον του μετά την προπατορικήν αμαρτίαν. Καθημερινό μας φαγοπότι είναι αυτά τα βιώματα. Τί έπρεπε να κάνει ο Θεός δια να κερδίσει ημάς τους ανθρώπους, οι οποίοι δεν προσκολλώμεθα εις Αυτόν αλλά φροντίζομεν δι’ αυτά; Αυτά ο Θεός τα προσλαμβάνει φιλανθρώπως και οικονομικώς, δια να τα χρησιμοποιήσει ως γλώσσαν του παρακλητικήν· τα προσδέχεται ως συνάλλαγμα ιερόν, το οποίον διευκολύνει τον πόθον της τελειώσεως και θεώσεως, το ταξίδι προς τον ουρανόν. Τα καταθέτει και τα αποθησαυρίζει εις τον λογαριασμόν μας «ένεκεν του ονόματός του» λέγων· εγώ θα σε κερδίσω δια μέσου αυτών. Αυτά τα οποία είναι όλα μάταια, αλλά εις αυτά σταματά η καρδία σου, θα γίνουν τα μέσα της σωτηρίας σου.
Δεν θέλει ο Θεός να είναι σκληρή η ζωή του πιστού αλλά αντιθέτως, να διάγει με την πληρότητα της χαράς Του. Είναι σκληραί όμως αι καρδίαι ημών από την αμαρτίαν, την οποίαν ημείς εφεύρομεν και εδέχθημεν τη υποβολή του δαίμονος. Είναι σκληραί από τα θελήματα και τας επιτυχίας μας και δεν θραύονται ευχερώς, δια να αναρρεύσουν αγάπησιν Χριστού και να πληρωθούν υπό της παρουσίας της εκείνου αγάπης και επομένως χρειάζεται σκληρόν τι να κτυπήσει την καρδίαν όπως ο πόνος, ο οποίος την σαλεύει και την τρικυμίζει. Ποσάκις θα προτιμούσε ο άνθρωπος να αποθάνει παρά να πονά! Αφήνει όμως ο Θεός τον πόνον αυτόν ως αληθινόν ευεργέτημά του λέγων· εδώ είμαι εγώ· ενώ εσύ νομίζεις ότι συνήντησες πόνον, κοίταξε, συναντάς εμένα.
08-09-2024
Το Γεννέθλιο της Θεοτόκου
Η εορτή αυτή (της γέννησης της Παναγίας) είναι μία από τις μεγάλες του έτους και είναι ασφαλώς έργο της θείας Πρόνοιας το γεγονός ότι τοποθετήθηκε λίγο μετά την είσοδό μας στο νέο λειτουργικό κύκλο, που θα μας ξαναθυμίσει ολόκληρο το μυστήριο της σωτηρίας, για να μας βοηθήσει να μετάσχουμε σ’ αυτό. Γι’ αυτό η ακολουθία της εορτής υπογραμμίζει τόσο έντονα τη διάσταση της χαράς που πρέπει να χαρακτηρίζει τον εορτασμό της Παναγίας.
Μέχρι τη γέννηση της Παναγίας ολόκληρος ο κόσμος ήταν έγκλειστος στην αμαρτία. Ασήκωτη θλίψη βάραινε πάνω του. Με την αμαρτία των προπατόρων και με όλες της αμαρτίες της ανθρωπότητας που ακολούθησαν, οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν χωρισμένοι από τον Θεό, αποκομμένοι από τη μοναδική πηγή ζωής που είναι ο Κύριος. Ήταν αδύνατο για τον άνθρωπο να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τον Θεό μόνο με τις δικές του δυνάμεις. Έπρεπε να παρέμβει για άλλη μία φορά ο Θεός στην ιστορία, για να ξαναδημιουργήσει αυτόν τον σύνδεσμο. Και το έκανε με τη σάρκωση, τον θάνατο και την εις Άδου κάθοδο του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Υιού και Λόγου του Θεού.
Η σωτηρία ήρθε στον κόσμο χάρη στη Μητέρα του Θεού επειδή εκείνη συναίνεσε, κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού, στη Σάρκωση του Χριστού.
Γι’ αυτό η εορτή αυτή υμνείται στην ακολουθία ως πραγματική αυγή της σωτηρίας και άνοιξη της χάριτος και γι’ αυτό πρέπει να γεμίζει με χαρά τις καρδιές μας. Πράγματι, η γέννηση της Μητέρας του Θεού εκπλήρωσε κεφαλαιώδη ρόλο στην ιστορία της σωτηρίας μας. Έχει όμως σημαντικό ρόλο και στην πνευματική μας ζωή. Διότι δια της Θεοτόκου μπορούμε να εισέλθουμε αληθινά και με πληρότητα στο μυστήριο της σωτηρίας. Δια της δικής της αδιάλειπτης μεσιτείας και μητρικής συμπαραστάσεως, την οποία ασκεί μεσιτεύοντας συνεχώς για εμάς στον Υιό Της, μπορούμε να εισέλθουμε και να προοδεύσουμε στην πνευματική ζωή. Καμία πρόοδος δεν είναι εφικτή, αν δεν καταφύγουμε στη μεσιτεία της Παναγίας, αν δεν την θεωρήσουμε αληθώς και κατά χάριν Μητέρα μας. Εκείνη δια της μεσιτείας της, μπορεί για άλλη μία φορά, να επιτύχει από τον Θεό αυτή τη Χάρι που μας διαμορφώνει καθ’ ομοίωσιν του Υιού Της, που μας κάνει δια του βαπτίσματος όντως υιούς Θεού. Υιούς στους οποίους ο Πατήρ μπορεί να αναγνωρίσει τη ζώσα εικόνα του Υιού Του, χαραγμένη με φωτεινά ίχνη στις καρδιές μας από το Άγιο Πνεύμα, το Πνεύμα που ο αναστημένος μας αποστέλλει σε κάθε στιγμή της πνευματικής μας ζωής, όταν είμαστε δεκτικοί των δωρεών Του. Και γι’ αυτό η σημερινή εορτή είναι πηγή βαθύτατης χαράς.
Μαζί λοιπόν με την Θεοτόκο, οφείλουμε να κάνουμε τη ζωή μας μία διαρκή συγκατάθεση, μία μόνιμη συναίνεση στο θέλημα του Θεού και στη δωρεά της χάριτος, η οποία με τόσους τρόπους μας προσφέρεται μέσα στην Εκκλησία. Όπως λέω συχνά, μας προσφέρεται μέσα από τη χάρι των μυστηρίων, μέσα από τη μελέτη του Λόγου του Θεού, αλλά και μέσα από την τήρηση όλων αυτών των παραδόσεων και των κανόνων της Εκκλησίας, οι οποίοι δεν είναι απλοί κανονισμοί, αλλά οδοί ζωής, πράγματα που ευαρεστούν στον Θεό. «Μακάριοί εσμέν Ισραήλ, ότι τα αρεστά τω Θεώ ημίν γνωστά εστί».
Ας ζητήσουμε, λοιπόν, από την Μητέρα του Θεού να μας εξασφαλίζει τη χάρη να καταλαβαίνουμε τα παραπάνω όλο και καλύτερα, να συναινούμε όλο και περισσότερο με την ορμή της ψυχής μας, με πολλή εσωτερική χαρά.
31-08-2024
Αγαπητοί μου Αγιοχαραλαμπίτες,
Με αυτό το μήνυμα που μας εισάγει στην νέα εκκλησιαστική χρονιά θα ήθελα να ευχηθώ σε όλους μας καλή δύναμη για τον αγώνα της αγιότητας που συνεχίζεται χωρίς διακοπή. Να μη πάει χαμένο το σχέδιο της θείας οικονομίας, που περιγράφεται στο κείμενο του Ησαϊα που θα διαβάσετε παρακάτω. Γιατί αυτό αποκαλύπτει την αποστολή του Χριστού μας στον κόσμο, όχι «τω καιρώ εκείνω» αλλά «νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
Με πολλές ευχές
π. Αθανάσιος
«Η Εκκλησία του Χριστού εορτάζει σήμερα την αρχή της Ινδικτιώνος –από την λατινική λέξη “indictio”, η οποία σημαίνει ορισμός- δηλαδή την έναρξη του εκκλησιαστικού έτους. Ο όρος προήλθε από την συνήθεια των Ρωμαίων αυτοκρατόρων να ορίζουν διά θεσπίσματος για διάστημα δεκαπέντε χρόνων το ποσό του ετησίου φόρου, που εισέπρατταν αυτή την εποχή για την συντήρηση του στρατού. Κατ’ επέκταση καθιερώθηκε να ονομάζονται ινδικτιώνες και οι δεκαπενταετείς αυτοί κύκλοι που άρχισαν επί Καίσαρος Αυγούστου, τρία χρόνια πριν από τη γέννηση του Χριστού.
Επειδή ο Σεπτέμβριος είναι εποχή συγκομιδής καρπών και προετοιμασίας για τον νέο κύκλο βλαστήσεως, ταίριαζε να εορτάζουν οι χριστιανοί την αρχή της γεωργικής περιόδου αποδίδοντας ευχαριστίες στο Θεό για την εύνοιά του προς την κτίση. Είναι αυτό που έκαναν ήδη οι Ιουδαίοι σύμφωνα με τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου την πρώτη δηλαδή ημέρα του εβδόμου Ιουδαϊκού μηνός, αρχές Σεπτεμβρίου, τελούσαν την εορτή της Νεομηνίας ή των Σαλπίγγων, κατά την οποία εσχόλαζαν από κάθε εργασία, για να προσφέρουν θυσίες ολοκαυτωμάτων «εις οσμήν ευωδίας Κυρίω» (Λευϊτ. 23, 18).
Ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο δημιουργός του χρόνου και του σύμπαντος, ο προάναρχος Βασιλεύς των αιώνων, ο οποίος εσαρκώθη, για να αποκαταλλάξει τα πάντα εις Εαυτόν και να συναγάγει Ιουδαίους και εθνικούς εις μίαν Εκκλησίαν, ήθελε να ανακεφαλαιώσει εν Εαυτώ τον αισθητό κόσμο και τον γραπτό Νόμο. Έτσι, αυτή την ημέρα που η φύση ετοιμάζεται να διατρέξει ένα νέο κύκλο εποχών, εορτάζομε το γεγονός, κατά το οποίο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εισήλθε στη Συναγωγή και ανοίγοντας το βιβλίο του Ησαΐα ανέγνωσε το χωρίο, όπου ο Προφήτης ομιλεί επ’ ονόματι του Σωτήρος∙ «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ού είνεκεν έχρισέ με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απέσταλκέ με, κηρύξαι ενιαυτόν Κυρίου δεκτόν» (Λουκ. 4, 18).
Όλες οι Εκκλησίες, συναθροισμένες «επί το αυτό», αναπέμπουν σήμερα δοξολογία προς τον ένα τρισυπόστατο Θεό, ο οποίος διαμένει στην αιώνια μακαριότητα, διακρατεί τα πάντα εν τη ζωή του, ο ίδιος ο Χριστός ανοίγει τις θύρες του νέου έτους και μας προσκαλεί να τον ακολουθήσουμε, για να γίνουμε μέτοχοι της αιωνιότητάς του».